Προσοχή. Δεν του φαίνεται ότι είναι τέτοιο, αλλά αυτό που ακολουθεί είναι πολιτικό μήνυμα: «Πάρτε το χαμπάρι θα σας ταράξω στην νομιμότητα και ακόμα δεν ξεκίνησα. Εγώ τα χρέη θα τα πάω στον εισαγγελέα και θα είναι καλά τεκμηριωμένα ώστε να μην υπάρχει κίνδυνο (sic) βουλεύματος λόγω μαγειρέματος».

Ποια είναι αυτή η ιερατική φωνή; Ποιος είναι αυτός ο τιμωρός που δεν μπαίνει καν στον κόπο να κρύψει τον ναρκισσισμό του; Είναι η Ραχήλ Μακρή που διάλεξε να γράψει έτσι τον επίλογο της «δίκης» της ΕΡΤ, υποσχόμενη ότι θα την επαναλάβει.

Αν είχε κανείς αποθέματα υπομονής θα έβλεπε εδώ ότι μια βουλευτής του κυβερνώντος κόμματος καταγγέλλει –με ποια στοιχεία άραγε; –αποφάσεις της Δικαιοσύνης ως «μαγειρέματα». Στοχοποιεί τους απαλλαγέντες. Και μιλάει με έναν στόμφο σφετερισμού του εισαγγελικού ρόλου. Αλλά ποιος έχει την υπομονή να τα παίρνει αυτά κάθε φορά στα σοβαρά;

Η αλήθεια είναι ότι είναι μεγάλος ο πειρασμός να αντιμετωπίζει κανείς το είδος της Μακρή μόνο ως μιντιακό φαινόμενο. Ως εκείνο το υβριδικό είδος πολιτικού που διαπρέπει κυρίως ως αξιοθέατο, χάρη πότε στην αμφίεση, πότε στα τατουάζ, πότε στα βιντεοσκοπημένα τσιφτετέλια σε γάμους και πανηγύρια. Ακόμη κι όταν η βουλευτής Κοζάνης οφείλει τη δημοσιότητά της σε παρεμβάσεις πολιτικές, είναι αδύνατο να μη δει κανείς τη φάρσα πίσω από τη βιτρίνα της καταγγελίας.

Και τι έγινε; Στο κάτω κάτω οι Ραχήλ δεν είναι ελληνικό φαινόμενο. Το είδος θάλλει σε όλες τις μεγάλες δημοκρατίες. Τηλε-ευαγγελιστές και διασκεδαστές, αυτόκλητοι εισαγγελείς και ψώνια βρίσκουν χώρο στη δημόσια ζωή και όχι σπάνια καταφέρνουν να μετατρέψουν την απήχησή τους ως σελέμπριτι σε πολιτική επιρροή.

Σε εμάς βρίσκουν κιόλας απολογητές στην αριστερή διανόηση που τους υποδέχτηκε ως εκφραστές πηγαίας λαϊκότητας. Δεν πειράζει που η Ραχήλ, η εν καγκέλοις αδελφή, υπερβάλλει κάπως. Είναι οι καταστάσεις έκτακτες και δικαιολογούν ωμή την αγανάκτηση. Ετσι μιλάει ο κόσμος. Εξω από τα δόντια της συστημικής σοβαροφάνειας.

Κάπως έτσι αυτό που ξεκίνησε ως εξαίρεση στον κανόνα τείνει να γίνει ο κανόνας. Το υπόδειγμα του νέου πολιτικού προσωπικού. Ομως, πόσο νέο είναι το νέο πολιτικό προσωπικό; Είναι νέα η πολιτική κουλτούρα που αντιμετωπίζει τους αντιπάλους ως ποινικά ύποπτους; Είναι νέος ο εθνικισμός και ο αντιευρωπαϊσμός; Νέα η συλλήβδην ενοχοποίηση του Τύπου και των δημοσιογράφων;

Μπορεί κάποιος να βλέπει στη Μακρή το νέο. Αυτό που δεν μπορεί πια είναι να την αντιμετωπίζει ως εξαίρεση, ως μια αλλόκοτη περίπτωση που συγχωρείται. Η Μακρή και οι όμοιοί της είναι η φωνή που επιβάλλεται, είτε μιλάει το ημιάναρθρο ιδίωμα του facebook, είτε τη δικηγορική αρχαΐζουσα. Το αλλόκοτο είναι το νέο κοινότοπο.