Στα ηγετικά κλιμάκια των Βρυξελλών, οι ευρωπαίοι ιθύνοντες εξακολουθούν να δηλώνουν πεπεισμένοι ότι έστω και διά πυρός και σιδήρου, τελικώς, η λογική θα πρυτανεύσει και η Αθήνα θα συναινέσει στον «έντιμο συμβιβασμό» που κατά τα λεγόμενά της επιθυμεί. Δηλώνουν δε πεπεισμένοι διότι θεωρούν ότι τουλάχιστον ο Πρωθυπουργός, ο υπουργός Οικονομίας και τα εμπλεκόμενα στις διαπραγματεύσεις κρατικά στελέχη έχουν πλέον πλήρη συνείδηση ότι για τη σύγχρονη Ελλάδα ένα «δυστυχώς επτωχεύσαμεν» και μια άτακτη έξωση από τη ζώνη του ευρώ (και συνεπώς και από την ΕΕ) θα είναι το χείριστο «υφεσιακό μέτρο» και η απόλυτη καταστροφή.

Από την άλλη, οι ευρωπαίοι ιθύνοντες αδυνατούν να αντιληφθούν τους λόγους για τους οποίους η ελληνική πλευρά προτιμά να τρώει τις σάρκες της –όπως συνέβη με την προχθεσινή διαδικασία εξόφλησης του χρέους προς το ΔΝΤ –και όχι να καταλήξει μια ώρα αρχύτερα σε συμφωνία με τους δανειστές.

Απόρροια της αδυναμίας να κατανοήσουν τι ακριβώς θέλει η ελληνική πλευρά ήταν η απροθυμία των υπουργών της ευρωζώνης να υπεισέλθουν την περασμένη Δευτέρα σε οποιαδήποτε συζήτηση σχετική με την Ελλάδα. Ετσι ενέκριναν με τυπικές διαδικασίες ένα ανακοινωθέν που επί της ουσίας δεν έλεγε τίποτα το αξιοσημείωτο και επαναλάμβανε ότι τελούν εν αναμονή των όποιων ελληνικών προτάσεων. Προτάσεων που διαρκώς έρχονται και ποτέ δεν φθάνουν, με αποτέλεσμα την πλήρη απώλεια της όποιας αξιοπιστίας είχε ώς σήμερα το πολιτικό προσωπικό της χώρας.

Η έλλειψη αξιοπιστίας είναι το μείζον πρόβλημα που αντιμετωπίζει στην παρούσα φάση η Ελλάδα. Και αυτό διότι οι πάντες γνωρίζουν ότι ενόψει της αδυναμίας της να εξέλθει στο εγγύς μέλλον για δανεισμό στις αγορές, η χώρα θα πρέπει να υπογράψει μια νέα δανειακή σύμβαση που (συμπεριλαμβανομένων αυτών που έχει λαμβάνειν) μπορεί να είναι της τάξεως των 50 δισ. ευρώ.

Για να συναφθεί το νέο δάνειο είναι βέβαιο ότι θα πρέπει να υιοθετηθούν νέα και εν πολλοίς δυσάρεστα μέτρα σε τομείς όπως η φορολογία, οι συντάξεις, οι ηλικίες συνταξιοδότησης, οι ιδιωτικοποιήσεις, η αγορά εργασίας κ.λπ. Αν η ελληνική κυβέρνηση έδειχνε αποφασιστικότητα στην αντιμετώπιση αυτών των προβλημάτων που είναι συνέπεια λανθασμένων (επιεικώς) πολιτικών πολλών δεκαετιών, θα μπορούσε να ελπίσει σε κάπως φιλικότερες συμπεριφορές από την πλευρά των δανειστών. Με βάση όμως τα μέχρι σήμερα δείγματα γραφής, η νέα κυβέρνηση κάθε άλλο παρά δικαιούται να τρέφει ανάλογες ελπίδες.