Εφθασε η ώρα του Βερολίνου για τον Αλέξη Τσίπρα. Το σημερινό ραντεβού του έλληνα Πρωθυπουργού με τη γερμανίδα καγκελάριο δεν αποτελεί απλώς μία διμερή συνάντηση –όπως ορισμένοι επιθυμούν να την παρουσιάσουν –αλλά μία ευκαιρία για να πέσουν ακόμη περισσότερο οι τόνοι ανάμεσα στις δύο πλευρές σε μία κρίσιμη συγκυρία για την Ελλάδα, εξέλιξη που θα μπορούσε να οδηγήσει ακόμη και στην πολιτική συμφωνία που επιζητεί η Αθήνα.
Η συνάντηση στην καγκελαρία συνιστά πρόκληση για τον ίδιο τον Αλέξη Τσίπρα, ο οποίος επιθυμεί να παρουσιάσει στην Ανγκελα Μέρκελ τουλάχιστον ένα προσχέδιο των μεταρρυθμίσεων που προτίθεται να τρέξει το επόμενο διάστημα η ελληνική κυβέρνηση για να επιβεβαιώσει την προσήλωσή της στη συμφωνία της 20ής Φεβρουαρίου.
Η επονομαζόμενη και λίστα Τσίπρα αποτελεί ουσιαστικά απόρροια της οκταμερούς συνάντησης των Βρυξελλών, αφού επί της ουσίας ο Πρωθυπουργός αναλαμβάνει να σηκώσει στις πλάτες του την υπόθεση της συμφωνίας, αλλά και της εφαρμογής μεταρρυθμίσεων που θα δώσουν ώθηση στην ελληνική οικονομία ικανοποιώντας τους ευρωπαίους εταίρους.

Υπό την προϋπόθεση ότι η κυβέρνηση δεσμεύεται ότι δεν θα υπάρξει έλλειμμα, αλλά οπωσδήποτε κι ένα μικρό πρωτογενές πλεόνασμα. Πρακτικά η λίστα Βαρουφάκη αποτελεί παρελθόν.

Ο Πρωθυπουργός επιδιώκει να εμφανιστεί καλά προετοιμασμένος έχοντας απέναντί του σε γερμανικό έδαφος την κυρία Μέρκελ. Και εξ αυτού του λόγου στο ραντεβού στην καγκελαρία, όσο και στο γεύμα που θα επακολουθήσει, θα εξειδικεύσει τις προτεινόμενες από την ελληνική πλευρά μεταρρυθμίσεις παρουσιάζοντας όχι μόνο ποσοτικά στοιχεία αλλά και συγκεκριμένο χρονοδιάγραμμα εφαρμογής και απόδοσης.

Ως εκ τούτου το Σαββατοκύριακο πραγματοποιήθηκαν αλλεπάλληλες συσκέψεις στο Μέγαρο Μαξίμου υπό τον Πρωθυπουργό και ζητήθηκε η ενεργός συμμετοχή του αντιπροέδρου Γιάννη Δραγασάκη στη σύνταξη του μεταρρυθμιστικού προγράμματος. Το πλαίσιο των προτάσεων της κυβέρνησης σε γενικές γραμμές κινείται στη λογική πως ό,τι έχει δρομολογηθεί δεν σταματά (π.χ. ιδιωτικοποιήσεις), εκτός εάν μπορούν να γίνουν κάποιες βελτιώσεις ή να μπουν κάποιοι όροι ευνοϊκότεροι για το ελληνικό Δημόσιο.

«Τώρα τρέχουμε» σχολιάζουν κυβερνητικά στελέχη που πιστεύουν ότι η αποψινή συνάντηση δεν θα περιοριστεί σε αλληλοενημέρωση και απλή ανταλλαγή απόψεων.
Ο Αλέξης Τσίπρας προσέρχεται στο Βερολίνο επιθυμώντας η ρητορική μεταξύ Ελλάδας και Γερμανίας να έχει κατέβει αρκετούς τόνους και να μη θυμίζει σε τίποτα το κλίμα αντιπαράθεσης που είχε επικρατήσει την προηγούμενη εβδομάδα. «Αυτό εξυπηρετεί και τις δύο πλευρές» αναφέρουν αρμόδιες πηγές. Στο πλαίσιο αυτό δεν περνά διόλου απαρατήρητη η σιωπή του Βόλφγκανγκ Σόιμπλε τα τελευταία 24ωρα, ούτε βεβαίως και η «εξαφάνιση» του Γιάνη Βαρουφάκη τις αμέσως προηγούμενες ημέρες.

Η ελληνική κυβέρνηση ευελπιστεί ότι το καλό σενάριο είναι ότι ο Σόιμπλε αντιλαμβάνεται πως η Ανγκελα Μέρκελ δεν επιθυμεί το Grexit, είτε λόγω των πιέσεων Ομπάμα που είναι ασφυκτικές όπως αποκάλυψαν και «ΤΑ ΝΕΑ» το Σάββατο, είτε λόγω της ορατής απειλής για ανάπτυξη εθνικιστικών δυνάμεων στην Ευρώπη εξαιτίας και των επιβαλλόμενων πολιτικών λιτότητας.

Το άσχημο σενάριο είναι ότι ο γερμανός υπουργός Οικονομικών καραδοκεί για κάποιο στραβοπάτημα της ελληνικής κυβέρνησης ή του Γιάνη Βαρουφάκη στο επικείμενο Eurogroup για να ξιφουλκήσει και πάλι εναντίον της Αθήνας.

Πάντως, στόχος του κυβερνητικού επιτελείου είναι να προχωρήσει η διαπραγμάτευση με τους θεσμούς το συντομότερο δυνατόν προκειμένου να ανοίξει ο δρόμος για την εκροή χρημάτων από την ΕΚΤ (1,9 δισ. από τα κέρδη ελληνικών ομολόγων) και τη σταδιακή εκταμίευση των 7,2 δισ. της τελευταίας δόσης.

Τον Πρωθυπουργό στο Βερολίνο συνοδεύουν ο υπουργός Επικρατείας Νίκος Παππάς, ο γενικός γραμματέας του Πρωθυπουργού Δημήτρης Τζανακόπουλος, ο σύμβουλός του για ευρωπαϊκά θέματα Τάκης Παυλόπουλος, ο διευθυντής του γραφείου Τύπου του Μαξίμου Θόδωρος Μιχόπουλος και ο επικεφαλής του ΣΟΕ Γιώργος Χουλιαράκης.

Πιθανότατα και οι πέντε θα παρακαθήσουν και στο γεύμα εργασίας που θα ακολουθήσει το τετ α τετ Τσίπρα – Μέρκελ στην καγκελαρία, όπως επίσης και τις δηλώσεις, χωρίς ωστόσο να δύνανται να συμμετάσχουν στη συζήτηση.

Το Μέγαρο Μαξίμου αποφεύγει να διευκρινίσει εάν στη σημερινή συνάντηση των δύο ηγετών θα τεθεί το θέμα των γερμανικών οφειλών και του κατοχικού δανείου. Το θέμα είναι υπαρκτό, ωστόσο η ελληνική πλευρά δεν θα προκαλέσει κάποια όξυνση των συζητήσεων ανοίγοντας με άκομψο τρόπο τα συγκεκριμένα ζητήματα.

Δεν είναι τυχαία η χθεσινή δήλωση του Μανώλη Γλέζου για το κλίμα έντασης μεταξύ Ελλάδας και Γερμανίας. Ο ευρωβουλευτής επισημαίνει την ανησυχία του για το κλίμα διχόνοιας, μισαλλοδοξίας και εχθρότητας που επιχειρείται να δημιουργηθεί ανάμεσα στην Ελλάδα και τη Γερμανία και το οποίο –όπως τονίζει –απειλεί να οδηγήσει σε εθνικιστικές οξύτητες που σε καμία περίπτωση δεν διευκολύνουν την επίλυση των προβλημάτων.

Επισημαίνει ότι υπάρχουν εκκρεμή τα δύο ζητήματα (τα δάνεια και οι οφειλές της Γερμανίας προς την Ελλάδα), ωστόσο διευκρινίζει ότι «δεν θεωρούμε τον σημερινό λαό της Γερμανίας υπεύθυνο για τα εγκλήματα του Γ’ Ράιχ εναντίον του ελληνικού λαού. Επίσης σε καμία περίπτωση δεν ταυτίζουμε τον Χίτλερ με τους σημερινούς ηγέτες της Γερμανίας, ούτε συμψηφίζουμε το ένα θέμα με το άλλο».

Μήνυμα φιλίας

«Δεν θεωρούμε τον σημερινό λαό της Γερμανίας υπεύθυνο για τα εγκλήματα του Γ’ Ράιχ εναντίον του ελληνικού λαού. Επίσης, σε καμία περίπτωση δεν ταυτίζουμε τον Χίτλερ με τους σημερινούς ηγέτες της Γερμανίας, ούτε συμψηφίζουμε το ένα θέμα με το άλλο»

Μανώλης Γλέζος, ευρωβουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ