Τον παππού μου τον σκότωσαν γερμανοί στρατιώτες σε μάχη τον Μάιο του 1944, λίγους μήνες πριν από την απελευθέρωση της Κρήτης. Ηταν πετυχημένος δικηγόρος. Με τον θάνατό του, σε ηλικία 41 ετών, άφησε μια χήρα και τέσσερα ορφανά που μεγάλωσαν σε συνθήκες φτώχειας.

Δεν μιλώ τη γλώσσα και έχω επισκεφθεί μία φορά μόνο τη Γερμανία. Αν και είμαι οπαδός της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης, έχω από καιρό πολλές αμφιβολίες για την πορεία της ΕΕ. Πιστεύω ότι η κρίση που χτύπησε τη χώρα μου έχει μεν ιδιαιτερότητες, οι αιτίες της όμως δεν είναι αποκλειστικά ελληνικές. Και έχω αγανακτήσει.

Εχω αγανακτήσει με την –αρχικά περιθωριακή και γραφική, τώρα πλέον επικίνδυνη –συμμαχία του κακού που οδηγεί σε έναν πρωτόγονο εθνικισμό, σε έναν παροξυσμό των «προαιώνιων» αντιθέσεων μεταξύ Ελλάδας και Γερμανίας. Οργίζομαι όταν βγαίνουν στον αφρό όλα τα στερεότυπα και οι αμοιβαίες προκαταλήψεις. Οχι μόνο γιατί διαστρεβλώνουν με γενικεύσεις την πραγματικότητα και συχνά διατυπώνονται με αντιαισθητική χυδαιότητα. Αλλά κυρίως γιατί ο ρατσισμός και ο εθνικισμός, όπως πάντα και παντού, χρησιμεύουν ιδίως για να συσκοτίζουν τις πολιτικές, να δηλητηριάζουν την ατμόσφαιρα. Με άλλα λόγια, να υπονομεύουν τις προϋποθέσεις για να λειτουργεί η δημοκρατία.

Προϋπόθεση για να λειτουργεί η δημοκρατία δεν είναι μια αγγελική αντίληψη για την αρμονική συνύπαρξη των εθνών. Μπορεί κάλλιστα κάποιος να μη θαυμάζει την Ακρόπολη ή να βαριέται τον Γκαίτε. Δεν είναι όλοι υποχρεωμένοι να αγαπούν τη φέτα ή τα λουκάνικα και ακόμα σημαντικότερο δεν είναι καν απαραίτητο να υποστηρίζουν τη διαδικασία της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης. Είμαι σοσιαλδημοκράτης αλλά δέχομαι να συζητήσω με ένα μαρξιστή-λενινιστή, όπως και μ’ έναν ακραιφνή νεοφιλελεύθερο.

Καταγγέλλω όμως όποιον στο όνομα οιασδήποτε εθνικής περηφάνιας ή με την επίκληση κάποιας ιστορικής ή φυλετικά προσδιορισμένης ανωτερότητας ξεφεύγει από το 2015, από το εδώ και τώρα. Και τον καταγγέλλω ιδίως όταν το κάνει υπολογισμένα και ωφελιμιστικά, αν είναι πολιτικός ή διαμορφωτής κοινής γνώμης.

Καλώ λοιπόν όσους πιστεύουν πως αξίζει να αντιταχθούν σε αυτή την επικίνδυνη παρεκτροπή, όσους παίρνουν στα σοβαρά τη δημοκρατία και την πολιτική, να δημοσιοποιήσουν τη θέση τους.

Ζούμε στην Ευρώπη, στην Ελλάδα και στη Γερμανία, και το έτος είναι 2015. Να διαφωνήσουμε, καμία αντίρρηση, αλλά να διαφωνήσουμε κυρίως για το πώς θα ζήσουμε καλύτερα, σήμερα και αύριο. Οσο για το παρελθόν, αυτό είναι μια χωριστή συζήτηση που πρέπει να γίνει με την ειλικρίνεια που η Γερμανία οφείλει να δείξει. Αλλά δεν θα μπερδέψουμε τα spreads με τους νεκρούς μας, γιατί θα είναι σαν να τους σκοτώνουμε δεύτερη φορά.

Ο Γιάννης Φ. Ιωαννίδης είναι δικηγόρος. Διετέλεσε γενικός γραμματέας στα υπουργεία Δικαιοσύνης και Εσωτερικών