Η μάχη του Ντέιβιντ Κάμερον για την παραμονή του στην εξουσία δεν είναι εύκολη. Το μεγαλύτερο εμπόδιο του βρετανού πρωθυπουργού δεν είναι η αντιπολίτευση ούτε ο αρχηγός της, Εντ Μίλιμπαντ, ο οποίος άλλωστε διέρχεται τέτοια κρίση δυσπιστίας, ώστε να δηλώνει πως ό,τι δεν τον σκοτώνει τον κάνει πιο δυνατό. Το πρόβλημα είναι ότι όσο πλησιάζει ο Μάιος των εκλογών, ο Κάμερον χάνει τόσο οπαδούς (η δημοτικότητά του έχει πέσει στο 31%) όσο και βουλευτές (Ντάγκλας Κάρσγουελ, Μαρκ Ρέκλες). Οι πρώτοι μετακινούνται μαζικά προς το αντιευρωπαϊκό κόμμα του Νάιτζελ Φάρατζ, οι δεύτεροι βρίσκουν πολιτικό καταφύγιο σε αυτό. Κάπως έτσι εξηγείται γιατί ο βρετανός πρωθυπουργός έχει ρίξει όλο του το βάρος στην επαναδιαπραγμάτευση της σχέσης της χώρας του με την ΕΕ και τη μετανάστευση, δηλαδή στις βασικές αιτίες της δημοσκοπικής απήχησης του ακροδεξιού UKIP.

«Σε όσους από εσάς στρέφονται προς το UKIP λόγω του μεταναστευτικού ζητήματος και των ευρωπαϊκών πολιτικών, μην ξεχνάτε ότι μόνο το Συντηρητικό Κόμμα προσφέρει την ευκαιρία για την έξοδο από την Ενωση με δημοψήφισμα το 2017» υπενθύμισε ο Κάμερον σε άρθρο του στην «Τέλεγκραφ».

Σ’ αυτό το πνεύμα, έχει δεσμευθεί ότι ώς τη διεξαγωγή των εκλογών θα έχει μειώσει το μεταναστευτικό «ισοζύγιο», δηλαδή τη διαφορά ανάμεσα στους μετανάστες που έρχονται και εκείνους που φεύγουν από τη Βρετανία, από 243.000 σε 100.000.

Εχει, επίσης, υποσχεθεί ότι προτού έρθει η ώρα του δημοψηφίσματος, θα διεκδικήσει περιορισμούς στα προνόμια που απολαμβάνουν οι ευρωπαίοι μετανάστες στη χώρα του. Ενας τέτοιος περιορισμός είναι το «φρένο έκτακτης ανάγκης», δηλαδή ο καθορισμός αριθμητικού ορίου στην είσοδο. Ενας άλλος είναι η μείωση του αριθμού κρατικών ασφαλίσεων που εκδίδονται για τους εργαζομένους χαμηλών δεξιοτήτων. Κάθε πρότασή του έχει πέσει στο κενό –ή μάλλον πάνω στη Συνθήκη της Λισαβόνας. Οι Βρυξέλλες δεν δείχνουν την παραμικρή διάθεση να παρέμβουν στη θεμελιώδη ευρωπαϊκή αρχή της ελεύθερης κυκλοφορίας των προσώπων. Αλλά και η γερμανίδα καγκελάριος Ανγκελα Μέρκελ, από τους πιο ένθερμους υποστηρικτές της βρετανικής παραμονής στην Ενωση, δήλωσε ότι θα προτιμούσε τη βρετανική έξοδο από οποιαδήποτε παρέμβαση στις αρχές της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Ούτε οι σύμμαχοι του Κάμερον στον ευρωπαϊκό Βορρά φάνηκαν διατεθειμένοι να υποστηρίξουν τις μεταρρυθμιστικές προτάσεις του, όπως αποδείχθηκε στη συνάντηση κορυφής των σκανδιναβικών και βαλτικών χωρών που πραγματοποιήθηκε πριν από περίπου δύο εβδομάδες στο Ελσίνκι.

Η πρώτη νίκη για τον Κάμερον, σύμφωνα τουλάχιστον με τη δική του πρώτη ερμηνεία, σημειώθηκε την Τρίτη, όταν το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο ανακοίνωσε ότι τα κράτη-μέλη της Ενωσης έχουν το δικαίωμα να στερούν το επίδομα ανεργίας στους οικονομικούς μετανάστες υπό συγκεκριμένες προϋποθέσεις –όταν, με λίγα λόγια, οι μετανάστες έχουν εγκατασταθεί σε μια ευρωπαϊκή χώρα αποκλειστικά και μόνο για να απολαμβάνουν τα κοινωνικά επιδόματα (ο λεγόμενος «τουρισμός του επιδόματος») ή τουλάχιστον όταν δεν υπάρχει ένδειξη που να αποδεικνύει το αντίθετο.

Η απόφαση προέκυψε από τη δικαστική υπόθεση της Ελιζαμπέτα Ντάνο, μιας 25χρονης Ρουμάνας η οποία κατοικούσε στη Γερμανία από το 2010 και στερήθηκε το επίδομα ανεργίας, καθώς δεν υπήρχαν αποδείξεις ότι είχε εργαστεί ή ότι είχε επιχειρήσει να βρει μια θέση εργασίας.

Ο λόγος που αυτή η νίκη για τον Κάμερον εύκολα μεταφράζεται σε ήττα είναι ότι η δικαστική απόφαση για τον «τουρισμό του επιδόματος» αποδεικνύει ότι «τα ευρωπαϊκά κράτη ήδη διαθέτουν τα μέσα και τα εργαλεία για να αποτρέπουν την εκμετάλλευση του κοινωνικού συστήματος, δίχως να πρέπει να αμφισβητούν την αρχή της ελεύθερης κυκλοφορίας προσώπων», όπως δήλωσε ο Μάνφρεντ Βέμπερ, πρόεδρος της κοινοβουλευτικής ομάδας του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος. «Η δικαστική απόφαση στέλνει ένα ξεκάθαρο μήνυμα στα κράτη-μέλη και στον βρετανό πρωθυπουργό συγκεκριμένα» πρόσθεσε ο ίδιος.

Το μήνυμα αυτό σίγουρα φέρνει σε δύσκολη θέση τον Κάμερον, ο οποίος έχει ανακοινώσει ότι μέχρι τον Δεκέμβριο θα έχει καταλήξει σ’ ένα σαφές πρόγραμμα για τη μεταρρύθμιση της μεταναστευτικής πολιτικής.