Μια κινεζική παροιμία: «Σκοτώνεις το κοτόπουλο για να τρομάξει το κοτέτσι». Το παράπονο ενός διαφωνούντος: «Πριν αναλάβει την εξουσία ο Σι Τζινπίνγκ, η πολιτική αστυνομία είχε ως στόχο να ελέγχει την κοινωνία των πολιτών, συλλαμβάνοντας τους σημαίνοντες ακτιβιστές υπέρ της δημοκρατίας ή εκείνους που ξεπερνούσαν την κόκκινη γραμμή. Τώρα πια στόχος της είναι να δημιουργήσει συνθήκες τέτοιες ώστε να μην έχει η κοινωνία των πολιτών τον παραμικρό χώρο ύπαρξης». Και ένα προγραμματικό έγγραφο, συνταγμένο από τον ίδιο τον Σι Τζινπίνγκ, τον άνθρωπο που εξελέγη γενικός γραμματέας του ΚΚΚ τον Νοέμβριο του 2012 και πρόεδρος της Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας τον Μάρτιο του 2013: «Δεν πρέπει ποτέ να επιτρέψουμε τη διάδοση απόψεων που αντιτίθενται στις θεωρίες του Κόμματος ή στην πολιτική γραμμή του, ούτε τη δημοσιοποίηση απόψεων αντίθετων προς εκείνες των ηγετών του».

Οι «Επτά κίνδυνοι». Επτά «κινδύνους» εντοπίζει ο Σι∙ ανάμεσά τους, «η δυτική συνταγματική δημοκρατία», οι «οικουμενικές αξίες» των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, η «κοινωνία των πολιτών», η «ελευθερία του Τύπου» και ο «νεοφιλελευθερισμός». Ως ύποπτη για τη δημοσιοποίηση αυτού του «μυστικού εγγράφου υπ’ αριθμόν 9» της Κεντρικής Επιτροπής θεωρήθηκε η Γκάο Γιου, κινέζα βετεράνος δημοσιογράφος 70 χρονών. Ξαφνικά, τον περασμένο Απρίλιο, η Γκάο εξαφανίστηκε. Επανεμφανίστηκε τον Μάιο, στην κρατική τηλεόραση, προκειμένου να «ομολογήσει το έγκλημά της» – την αποκάλυψη «κρατικών μυστικών». Σύμφωνα με τη «Liberation», η πολιτική αστυνομία «κατάφερε να την εξαναγκάσει σε αυτή την ταπεινωτική δημόσια δήλωση, που προκάλεσε ρίγος ανατριχίλας σε εκατομμύρια τηλεθεατές, απειλώντας την πως θα ρίξει στη φυλακή και τον γιο της».

Ολες οι πληροφορίες που φτάνουν από την Κίνα συγκλίνουν στο ίδιο συμπέρασμα. Η μικρή πρόοδος που είχε συντελεστεί τη δεκαετία του 1990 προς την κατεύθυνση της εγκαθίδρυσης ενός κράτους δικαίου έχει ακυρωθεί. Η χώρα υπόκειται σε ένα κύμα αδίστακτης πολιτικής καταστολής. Ο Σι Τζινπίνγκ διεξάγει δυναμική εκστρατεία εναντίον της ίδιας της ιδέας της πολιτικής φιλελευθεροποίησης της Κίνας και υιοθετεί ένα στυλ διακυβέρνησης που η χώρα είχε να δει από τις ημέρες του Ντενγκ Σιαοπίνγκ και του Μάο Τσετούνγκ. Δημοσιογράφοι, δικηγόροι, διαφωνούντες, ιερείς, ακτιβιστές της κοινωνίας των πολιτών, πολιτικοί αντίπαλοι, ακόμα και άνθρωποι τόσο ισχυροί μέχρι πρότινος όσο ο πρώην επικεφαλής της κινεζικής KGB Ζου Γιονκάνγκ, που κατηγορείται σήμερα για «διαφθορά», υφίστανται εδώ και περισσότερο από έναν χρόνο τις συνέπειες μιας απολυταρχικής εκτράχυνσης της εξουσίας.

Σε αυτό το πλαίσιο, λόγω και αυτού, ξέσπασε η κρίση στο Χονγκ Κονγκ, «μια δημοκρατική νησίδα, καντονέζικης γλώσσας και κοσμοπολίτικου χαρακτήρα, σε μια αυταρχική Κίνα», όπως υπενθυμίζει στην επιθεώρηση «Critique» ο Σεμπαστιάν Βεγκ.

Μεικτή ταυτότητα. Διχασμένοι ανάμεσα στην ταύτισή τους με την Κίνα – ταύτιση την οποία τροφοδοτεί η υπερηφάνεια για τις κινεζικές επιτυχίες και οι συγγένειες όσον αφορά την ιστορία και τα κινεζικά πολιτισμικά σύμβολα – και την επιθυμία τους να διατηρήσουν τις ιδιαιτερότητές τους, οι κάτοικοι αυτής της πόλης – κράτους ανέπτυξαν, όπως επισημαίνει στη «Monde» ο ερευνητής Σαν Κι Σιτ μια «μεικτή ταυτότητα». Αντιλαμβανόμενοι ταυτόχρονα τον εαυτό τους ως Κινέζο και Χονγκ-κονγκνέζο, πολλοί έκαναν έναν διαχωρισμό ανάμεσα στην «πολιτική Κίνα» και την «πολιτισμική και οικονομική Κίνα», γεγονός που τους επέτρεπε «να προσχωρούν σε μια κινεζική ταυτότητα αποστασιοποιούμενοι παράλληλα από το αυταρχικό και διεφθαρμένο κομμουνιστικό καθεστώς». Αλλά αυτή η «πραγματιστική στρατηγική έφτασε στα όριά της». Οι ολοένα και πιο συχνές απόπειρες πολιτικής παρέμβασης από την πλευρά του Πεκίνου την έφεραν στα όριά της. Ο Σι Τζινπίνγκ θα μπορούσε να είχε κάνει το Χονγκ Κονγκ ένα πειραματικό μοντέλο εκδημοκρατισμού για την υπόλοιπη χώρα. Διάλεξε το ανάποδο, την επέκταση του βασιλείου της κινεζικής απολυταρχίας. Το Χονγκ Κονγκ όμως δεν είναι ούτε Θιβέτ ούτε Σιντζιάνγκ. Στις περιοχές αυτές το Πεκίνο μπορεί να επιβάλλει τη σιωπή κατά βούληση∙ το Χονγκ Κονγκ είναι μια παγκοσμιοποιημένη, διασυνδεδεμένη πόλη και για αυστηρά επιχειρηματικούς λόγους, αν μη τι άλλο, το Πεκίνο το χρειάζεται να παραμείνει έτσι. Από την άλλη, το Χονγκ Κονγκ βρίσκεται υπό την κυριαρχία της Κίνας εδώ και αρκετό καιρό πια. Ακόμα και κάποιες μικρές παραχωρήσεις στους διαδηλωτές, λοιπόν, θα μπορούσαν να στείλουν στην άλλη πλευρά των συνόρων το μήνυμα ότι οι μαζικές διαδηλώσεις αποφέρουν καρπούς – μια νύξη αδυναμίας που ο Σι ασφαλώς θέλει να αποφύγει.

Η δοκιμασία. Το Πεκίνο δείχνει τις τελευταίες ημέρες να σκληραίνει τη στάση του. Βίαια επεισόδια ξέσπασαν χθες στη συνοικία Μονγκ Κοκ του Χονγκ Κονγκ όταν εκατοντάδες οργισμένοι κάτοικοι, υποστηρικτές της κινεζικής κυριαρχίας, επιτέθηκαν στους διαδηλωτές φωνάζοντάς τους να «πάνε σπίτια τους». Η οποιαδήποτε συντονισμένη προσπάθεια απομάκρυνσης των διαδηλωτών με τη βία, ωστόσο, θα ζωντανέψει αναπόφευκτα το φάντασμα της Τιενανμέν, μιας σφαγής που δίχασε το ΚΚΚ και δηλητηρίασε τις σχέσεις της Κίνας με τον έξω κόσμο για χρόνια. Αυτός τον οποίο κάποιοι στην Κίνα ήδη αποκαλούν «νέο αυτοκράτορα» αντιμετωπίζει τη σοβαρότερη μέχρι σήμερα δοκιμασία του.