Διαβάζοντας κανείς το χθεσινό ρεπορτάζ του Διονύση Νασόπουλου σε αυτήν την εφημερίδα, δεν μπορεί παρά να καταλήξει στο εξής συμπέρασμα: ώς την 3η Σεπτεμβρίου και για καμιά εβδομάδα ακόμη το ΠΑΣΟΚ θα ασχολείται κυρίως, αν όχι αποκλειστικά, με την 40ή επέτειο της ίδρυσής του. Αυτή η υπερδραστηριότητα θα ήταν απολύτως κατανοητή αν το ΠΑΣΟΚ ήταν όμιλος προβληματισμού, ινστιτούτο ιστορικών ερευνών, πολιτικό ίδρυμα ή σύλλογος νοσταλγών του ιδρυτή του. Παραμένει όμως κόμμα, και μάλιστα ένα κόμμα που συμμετέχει στην κυβέρνηση. Κατά συνέπεια, όλη αυτή η σπατάλη ενέργειας δεν είναι μόνο άσκοπη αλλά και επιβλαβής.

Επίσης είναι κάτι που στην καλή εκδοχή λέγεται εσωστρέφεια και στην κακή φτωχομακιαβελισμός. Σύμφωνα με το ρεπορτάζ, ο Γιώργος Παπανδρέου θα μιλήσει ως έκπτωτος πρίγκιπας την 1η Σεπτεμβρίου, ο σημερινός πρόεδρος Βαγγέλης Βενιζέλος στις 3 του μήνα ενώ στο μεταξύ ο νεαρός γραμματέας του κόμματος και ευρωβουλευτής Νίκος Ανδρουλάκης θα επιχειρεί σαν άλλο παιδί – θαύμα να γεφυρώσει το χάσμα για να εμφανιστεί το ΠΑΣΟΚ ως «όλον» και όχι σε κομμάτια ώστε να μη δοθεί η εντύπωση ότι οι κληρονόμοι του αείμνηστου μεσσία του Κινήματος διαγκωνίζονται για τα ιμάτιά του.

Από την καταγραφή του παρασκηνίου, ωστόσο, προκύπτουν ορισμένα ερωτήματα: Ποιον αφορά ο πόλεμος των κληρονόμων πέρα από τον κλειστό κύκλο των στελεχών της κομματικής νομενκλατούρας; Πόσο ιστορικό βάρος δίνει το καθένα από αυτά στον εαυτό του για να θεωρεί ότι μπορεί να έχει κάτι περισσότερο από παραπολιτική σημασία η παρουσία του ή η απουσία του στο Ζάππειο; Και γιατί όλοι τους αισθάνονται την υποχρέωση να εμφανιστούν ως γνήσιοι εκφραστές της ψυχής του ΠΑΣΟΚ ή –ακόμη πιο μεταφυσικά και ακόμη χειρότερα –κάτι σαν Απόστολοι, που μόνο αυτοί γνωρίζουν και μόνο αυτοί μπορούν να διδάξουν τον λόγο Εκείνου;

Είναι σχεδόν βέβαιο ότι όλοι αυτοί οι νυν, οι πρώην, οι διάφοροι παροπλισμένοι, οι πολλοί επίδοξοι και οι πάσης φύσεως φιλόδοξοι θα ξεπλυθούν στα άγια νερά της παρελθοντολαγνείας περιγράφοντας ένα εξωραϊσμένο παρελθόν, καταδικάζοντας το θλιβερό παρόν και αφήνοντας να αιωρείται η ελπίδα μιας επικείμενης Ανάστασης κάπου στο μέλλον. Θα ήταν προτιμότερο, όμως, να μας μιλήσουν για εκείνον τον παλιό και δογματικό αντιευρωπαϊσμό του Κινήματος, να μας εξηγήσουν για ποιον λόγο ο εκδημοκρατισμός της ελληνικής κοινωνίας έπρεπε να γίνει με όρους πλιάτσικου, να μας αναλύσουν τους λόγους για τους οποίους ένα σοσιαλιστικό κόμμα διαιώνισε τόσο φανατικά το κομματικό κράτος, να μας πουν γιατί καλλιέργησε τον εθισμό στην διαφθορά, γιατί αποθέωσε την κουλτούρα του μικροσυμφέροντος, γιατί δυσκολεύτηκε τόσο πολύ να βρει τον δρόμο του προς τη σύγχρονη Σοσιαλδημοκρατία.

Σε μια τέτοια περίπτωση, η σπατάλη ενέργειας δεν θα ήταν επιβλαβής –ούτε καν άσκοπη. Αντιθέτως, θα ήταν πολλαπλώς χρήσιμη.