Λίγοι μήνες απομένουν μέχρι τον προσεχή Ιούλιο, οπότε η αρχαιολόγος θα αφήσει πίσω της για έναν μήνα το τσουχτερό κρύο του Γκρόνινγκεν, της ολλανδικής πανεπιστημιούπολης που βρίσκεται μια ανάσα από τη βορειότερη ακτή της χώρας, για να βρεθεί στην ελαιόφυτη περιοχή του Αγίου Βασιλείου στη Σπάρτη, όπου η αρχαιολογική σκαπάνη έχει φέρει στο φως ευρήματα που υποδηλώνουν την ύπαρξη μυκηναϊκού ανακτόρου

Η ελληνίδα αρχαιολόγος έλαβε τις πρώτες γνώσεις της στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, την εποχή που δίδασκαν Προϊστορική Αρχαιολογίαοι Γεώργιος Κορρές, Αντώνης Ζώης και Χρήστος Ντούμας, ο ανασκαφέας του Ακρωτηριού της Σαντορίνης και ο πρώτος που άρχισε ερευνητικά σεμινάρια στο Πανεπιστήμιο Αθηνών. Η συμμετοχή της στις ανασκαφές του πρώτου έπαιξαν κρίσιμο ρόλο στην απόφασή της να σπουδάσει Αρχαιολογία. «Δουλεύαμε στα πανέμορφα τοπία της Μεσσηνίας. Εκεί έμαθα να κάνω ανασκαφή, ενώ παράλληλα κάναμε αρχαιολογικές εκδρομές και περπατήσαμε σε όλες τις αρχαίες θέσεις της περιοχής» θυμάται η κυρία Βουτσάκη. Ισχυρές επιρροές δέχεται και από τον ειδικό στη μινωική Κρήτη Νικόλαο Πλάτωνα, ο οποίος αν και συνταξιούχος, την εποχή που η κυρία Βουτσάκη ήταν φοιτήτρια έκανε μαθήματα στο Εθνικό Μουσείο. Επιρροές δέχεται και από την ίδια την οικογένειά της καθώς η φιλόλογος μητέρα της εργαζόταν στο υπουργείο Πολιτισμού, ενώ το σπίτι της «ήταν γεμάτο βιβλία». Ανάμεσα στις αγαπημένες ενασχολήσεις της είναι το διάβασμα ελληνικής και παγκόσμιας λογοτεχνίας, ποίησης και ιστορία, η ζωγραφική και η μουσική, αλλά και η κηπουρική.

Η συμμετοχή της ως υπεύθυνης για την ανασκαφή του πρώιμου νεκροταφείου στον Αγιο Βασίλειο Λακωνίας αποτελεί σημαντικό κεφάλαιο της πολύχρονης ερευνητικής της προσπάθειας. Μιας προσπάθειας που είχε ως αποτέλεσμα την ίδρυση της μοναδικής στην Ολλανδία αυτόνομης έδρας Ελληνικής Αρχαιολογίας στο Πανεπιστήμιο του Γκρόνινγκεν και κατ’ επέκταση τη δημιουργία κέντρου έρευνας και διδασκαλίας της ελληνικής αρχαιότητας.

Με αφετηρία το Κέιμπριτζ. Η ίδρυση της έδρας έγινε σε μια εποχή συρρίκνωσης των ανθρωπιστικών και κυρίως των αρχαιογνωστικών επιστημών στα ολλανδικά πανεπιστήμια, όπου οι απολύσεις και η κατάργηση τμημάτων έχουν πυκνώσει τα τελευταία χρόνια. Ηταν μάλιστα στο ίδιο πανεπιστήμιο όπου η έρευνα της κυρίας Βουτσάκη οδήγησε στη δημιουργία της έδρας Ελληνικής Αρχαιολογίας, όπου είχε καταργηθεί το τμήμα νεοελληνικής και βυζαντινής λογοτεχνίας στις αρχές της προηγούμενης δεκαετίας.

Η κυρία Βουτσάκη άρχισε να διδάσκει στο Γκρόνινγκεν προερχόμενη από το Πανεπιστήμιο Κέιμπριτζ, όπου εκπόνησε το διδακτορικό της (1985-1992) υπό την επιτήρηση του γνωστού στην Ελλάδα λόρδου Ρένφριου –η θεωρητική προσέγγισή του επηρέασε σημαντικά την ελληνική και την παγκόσμια αρχαιολογία. Στο Κολέγιο Νιούνχαμ άρχισε η διδακτική της εμπειρία, παίρνοντας μόνιμη θέση στη Σχολή Κλασικών Σπουδών το 1993 με προϊστάμενο τον Αντονι Σνόντγκρας, ο οποίος μπορεί να θεωρηθεί ο κατ’ εξοχήν εκσυγχρονιστής της κλασικής αρχαιολογίας. Αφορμή για να βρεθεί από τη Γηραιά Αλβιώνα στις Κάτω Χώρες ήταν ένα μεγάλο ερευνητικό πρόγραμμα αξίας 700.000 ευρώ από το Εθνικό Ιδρυμα Ερευνών της Ολλανδίας (NWO). Με αρωγό το πρόγραμμα αυτό, με θέμα τις απαρχές του μυκηναϊκού πολιτισμού, η κυρία Βουτσάκη απέκτησε διδακτική θέση στο Πανεπιστήμιο του Γκρόνινγκεν το 2003, όπου δούλευε ήδη ο ολλανδός σύζυγός της και καθηγητής Αρχαίας Ιστορίας με ειδίκευση στην ελληνιστική και ρωμαϊκή περίοδο, Ονο βαν Νέιφ.

Εξαρχής κύριο μέλημα της 54χρονης καθηγήτριας δεν ήταν μόνο η αρχαιολογική έρευνα αλλά και η ευρύτερη προώθηση των ελληνικών σπουδών. Η πρόσφατη δημιουργία της έδρας Ελληνικής Αρχαιολογίας παίζει καταλυτικό ρόλο στην προώθηση του στόχου της. «Πιστεύω στην ευρύτερη διαχρονική προσέγγιση της ελληνικής αρχαιολογίας, ξεκινώντας από την προϊστορική περίοδο, όπου ειδικεύομαι» λέει η εργασιομανής αρχαιολόγος (δουλεύει τουλάχιστον 12 ώρες καθημερινά) «και μέσω συντονισμένων προσπαθειών με τους συναδέλφους μου επιδιώκουμε να τονίσουμε τη στενή σχέση μεταξύ αρχαίας ιστορίας και κλασικών σπουδών. Παράλληλα, στοχεύουμε να γνωρίσουμε στο ολλανδικό κοινό, το οποίο τελευταία έχει σχηματίσει αρνητική εικόνα για την Ελλάδα, μια άλλη πλευρά της χώρας».

Φτιαγμένη για τα δύσκολα. Η προώθηση της ελληνικής αρχαιολογίας σε μια χώρα που δεν διαθέτει παράδοση στην ενασχόληση με την κλασική εποχή αποτελεί δύσκολο εγχείρημα. Κι όμως, η ανασκαφή του νεκροταφείου στον Αγιο Βασίλειο Λακωνίας χρηματοδοτείται από το Πανεπιστήμιο του Γκρόνινγκεν (15.000-20.000 ευρώ ετησίως) και οι επιστημονικές αναλύσεις με 79.000 ευρώ από το ίδρυμα Ammodo, με έδρα το Αμστερνταμ. «Η αρχαιολογία είναι πολύ ακριβή επιστήμη» παρατηρεί η κυρία Βουτσάκη, η οποία μεγάλωσε στο κέντρο της Αθήνας και τελείωσε το γερμανικό σχολείο. «Ενας μήνας ανασκαφής κοστίζει 15.000-18.000 ευρώ. Οι νέες μέθοδοι ανασκαφής, τεκμηρίωσης και συντήρησης καθώς και οι νέες εφαρμογές κοστίζουν. Η χρηματοδότηση παίζει σημαντικό ρόλο στη μελέτη της αρχαιολογίας». Αλλωστε, το ευρύτερο πρόγραμμα της ανασκαφής του μυκηναϊκού ανακτόρου στον Αγιο Βασίλειο Λακωνίας, (υπό την αιγίδα τηςΑρχαιολογικής Εταιρείας) χρηματοδοτείται από το Ινστιτούτο Προϊστορίας του Αιγαίου που εδρεύει στην Αμερική.

«Το πρώτο μάθημα που διδάσκω τους μεταπτυχιακούς φοιτητές είναι πώς να γράφουν μια εμπεριστατωμένη ερευνητική πρόταση. Η οικονομική κρίση έχει δυσκολέψει την αναζήτηση χρημάτων για αρχαιολογική έρευνα παντού, όχι μόνο στην Ελλάδα. Ομως, μια σωστή πρόταση μπορεί να βρει απήχηση σε κατάλληλα ινστιτούτα, ιδρύματα, κέντρα ερευνών. Και στην Ελλάδα υπάρχει ενδιαφέρον για χρηματοδότηση αρχαιολογικών ερευνών» επισημαίνει η καθηγήτρια Αρχαιολογίας, η οποία πηγαίνει καθημερινά στο πανεπιστήμιο με ποδήλατο. «Κάνω 23 χιλιόμετρα την ημέρα, είτε βρέχει είτε χιονίζει και το απολαμβάνω πάρα πολύ» λέει.

Η κρίση όμως δεν έχει φέρει τα πάνω κάτω μόνο σε θέματα χρηματοδότησης ακόμη και σε ευπορότερες χώρες, όπως η Ολλανδία. «Αγωνιζόμαστε για να κρατήσουμε διδακτικό προσωπικό στα πανεπιστήμια. Η αξιολόγησή μας και οι έλεγχοι είναι εξαντλητικοί και στηρίζονται σε διάφορες παραμέτρους –δημοσιεύσεις, χρηματοδοτήσεις που εξασφαλίζουμε, αριθμός φοιτητών που προσελκύουμε, έρευνες που εκπονούμε».

Επόμενος στόχος της; «Να μη χαθεί η ελληνική αρχαιολογία από τα ολλανδικά πανεπιστήμια. Θέλω να ανατρέψω την τάση αυτή και να προβάλω στο ολλανδικό κοινό μέσω εκθέσεων τα ευρήματα και τις ανακαλύψεις, παλαιές και νέες, που έχουμε στην Ελλάδα».