Eντονες συζητήσεις στο εσωτερικό της κυβέρνησης έχει προκαλέσει η πρόταση που διατύπωσε προ ημερών ο πρόεδρος της Τράπεζας Πειραιώς Μιχάλης Σάλλας για οριστική φορολογική περαίωση εισοδημάτων και περιουσίας. Αν και η πρόταση Σάλλα έρχεται σε πλήρη αντίθεση με τις επιβολές του Μνημονίου, το οποίο στην τελευταία του επικαιροποίηση απαγορεύει φορολογικές αμνηστεύσεις, στελέχη της κυβέρνησης, του υπουργείου Οικονομικών και της φορολογικής διοίκησης τη χαρακτηρίζουν «χρήσιμη», τονίζοντας ότι θα μπορούσε να εισφέρει σημαντικά στα δημόσια έσοδα τη διετία 2014-2015 και να διευκολύνει την επικείμενη εφαρμογή του περιουσιολογίου. Πάντως, τα ίδια στελέχη ξεκαθαρίζουν ότι ενδεχόμενη κυβερνητική πρόθεση εφαρμογής της περιουσιακής περαίωσης θα ανοίξει ένα νέο κεφάλαιο στις διαπραγματεύσεις με την τρόικα.

Μιλώντας στις 15 Ιανουαρίου σε ημερίδα του ΣΕΒ, ο κ. Σάλλας τάχθηκε υπέρ μιας οριστικής φορολογικής περαίωσης περιουσίας για εταιρείες και ιδιώτες έναντι καταβολής ενός περιορισμένου ποσού, λέγοντας πως αυτή θα μπορούσε να συμβάλει καθοριστικά στην προσπάθεια κάλυψης του δημοσιονομικού κενού της επόμενης διετίας και να δημιουργήσει την κατάλληλη ηρεμία στο επενδυτικό περιβάλλον. Η πρόταση του επικεφαλής της Τράπεζας Πειραιώς συνίσταται στη φορολόγηση με συντελεστές από 4% έως και 10% αδήλωτων περιουσιακών στοιχείων. Μάλιστα, θέτοντας ως προϋπόθεση ότι οι φορολογούμενοι θα πεισθούν πως πρόκειται για μια «οριστική διευθέτηση» με το παρελθόν, ο κ. Σάλλας προσδιόρισε τα έσοδα που μπορεί να αντληθούν από αυτή τη διαδικασία μεταξύ 7 έως 10 δισ. ευρώ!

Σημειώνεται πως η πρόταση Σάλλα «συγκρούεται» με το Μνημόνιο, το οποίο απαγορεύει ρητά τις φοροαμνηστεύσεις. Σύμφωνα με την τελευταία επικαιροποίησή του, οι ελληνικές φορολογικές Αρχές πρέπει να διατηρήσουν τα κατάλληλα κίνητρα προς την κατεύθυνση μιας «υγιούς κουλτούρας πληρωμών» και ως εκ τούτου να μην υιοθετηθούν νέες φορολογικές αμνηστίες ή να μην επεκτείνουν τις υφιστάμενες αμνηστίες για τη συλλογή των φόρων και των κοινωνικών εισφορών τουλάχιστον κατά τη διάρκεια των ετών που καλύπτονται από το πρόγραμμα προσαρμογής.

Υπό το βάρος της απαγόρευσης της τρόικας, η πρώτη αντίδραση παραγόντων του υπουργείου Οικονομικών στην πρόταση Σάλλα ήταν ότι το θέμα δεν έχει συζητηθεί στους κόλπους του υπουργείου και ότι ενδεχόμενη περαίωση θα έπρεπε σε κάθε περίπτωση να συνοδεύεται από την επιβολή φόρου με υψηλό συντελεστή. Ακολούθησε δημόσια τοποθέτηση του γενικού γραμματέα Δημοσίων Εσόδων Χ. Θεοχάρη με την οποία απέρριπτε μια τέτοια ρύθμιση. Ωστόσο, την τελευταία εβδομάδα τόσο στο εσωτερικό της κυβέρνησης όσο και στο υπουργείο Οικονομικών το κλίμα φαίνεται ότι αλλάζει.

Κυβερνητικά στελέχη μιλώντας στα «ΝΕΑ» ανέφεραν ότι τόσο προεκλογικά όσο και μετεκλογικά ο Πρωθυπουργός Αντώνης Σαμαράς είχε αναφερθεί στην ανάγκη να δοθεί μια τελευταία ευκαιρία σε όσους έβγαλαν χρήματα στο εξωτερικό το διάστημα 2009-2011 να τα επαναπατρίσουν, να τα δηλώσουν και να φορολογηθούν. Σύμφωνα με τα ίδια στελέχη, τόσο η αποδυνάμωση της καταθετικής βάσης των τραπεζών όσο και οι δημοσιονομικές ανάγκες της χώρας θα μπορούσαν να δικαιολογήσουν ενδεχόμενη φορολογική περαίωση εισοδημάτων και περιουσίας.

ΟΧΙ ΦΟΡΟΑΜΝΗΣΤΕΥΣΗ. Για το ίδιο θέμα ανώτατο στέλεχος του υπουργείου Οικονομικών ανέφερε στα «ΝΕΑ» πως δεν είναι αντίθετο με την πρόταση Σάλλα, αλλά θα έπρεπε να δρομολογηθεί με τέτοιον τρόπο ώστε να μην πρόκειται για περαίωση, να μην μπορεί να θεωρηθεί φοροαμνήστευση και να έχει τη μορφή «αναδρομικής πληρωμής φόρου». Θέλοντας να γίνει πιο συγκεκριμένος, ανέφερε πως οι φορολογικοί συντελεστές θα μπορούσαν να ποικίλλουν ανάλογα με το είδος του περιουσιακού στοιχείου και τον χρόνο που αυτό αποκτήθηκε. «Κατάθεση σε ξένη τράπεζα που έγινε το 1980 θα μπορούσε να φορολογηθεί με συντελεστή 3%, αλλά κατάθεση του 2009 θα πρέπει να φορολογηθεί στην κλίμακα», υπογράμμισε σχετικά.

ΠΡΟΫΠΟΘΕΣΕΙΣ. «ΤΑ ΝΕΑ» απευθύνθηκαν και σε στελέχη της φορολογικής διοίκησης που χειρίζονται υποθέσεις μεγάλης φοροδιαφυγής, τα οποία δήλωσαν πως υπό προϋποθέσεις μια τέτοια περαίωση θα ήταν χρήσιμη. Αν και ξεκαθάρισαν πως οι περαιώσεις γενικά δυσχεραίνουν το έργο της καταπολέμησης της μεγάλης φοροδιαφυγής και του εντοπισμού διακεκριμένων περιπτώσεων ξεπλύματος χρήματος – η έκδοση διάταξης δέσμευσης σταματά όταν διαπιστώνεται πως ο φορολογούμενος έχει προχωρήσει σε περαίωση –, ωστόσο επεσήμαναν πως στόχος των φορολογικών Αρχών είναι να ανακτούνται τα ποσά που οφείλονται στο Δημόσιο και ότι εάν αυτός ο σκοπός επιτυγχάνεται με άλλον τρόπο, τότε η περιουσιακή περαίωση είναι καλοδεχούμενη. «Εμείς έρευνες σε βάθος δεκαετίας και σε αυτό το εύρος δεν μπορούμε να κάνουμε. Εάν μπορεί (με την περαίωση) να διευκολυνθεί η είσοδος εκπατρισμένων κεφαλαίων και η φορολόγησή τους, τότε ας γίνει» ανέφεραν χαρακτηριστικά.

ΑΚΙΝΗΤΑ. Τέλος, νομικοί κύκλοι επισημαίνουν στα «ΝΕΑ» μια πρόσθετη πτυχή της οριστικής φορολογικής περαίωσης εισοδημάτων και περιουσίας, η οποία συνδέεται με την επίλυση του σοβαρού ζητήματος των τιμών συναλλαγών ακινήτων. Περίπου 600.000 συναλλαγές ακινήτων έγιναν την τελευταία δεκαετία στην αντικειμενική αξία και όχι στην εμπορική τιμή. Οι πωλητές των ακινήτων αυτών θα μπορούσαν ανά πάσα στιγμή να διωχθούν για «ξέπλυμα» χρήματος και οι αγοραστές ως συνεργοί τους. Ζήτημα, δε, προκύπτει και για τις επιτροπές πιστοδοτήσεων των τραπεζών, οι οποίες χορήγησαν χιλιάδες δάνεια για την αγορά ακινήτων που δεν δικαιολογούνταν από την αξία του ακίνητου ή το εισόδημα του φορολογουμένου – δανειολήπτη.