Οταν –και αν ποτέ –τελειώσει η έρευνα για τα εξοπλιστικά, τότε είναι πολύ πιθανό ότι τα ιταλικά «Καθαρά χέρια» θα είναι παιδικό μυθιστόρημα μπρος στο ξήλωμα του ελληνικού κατεστημένου.

Η απολογία Κάντα αλλάζει τα δεδομένα αφού η υπόθεση Ακη δεν θα πρέπει να θεωρείται η κορύφωση αλλά μάλλον η αρχή ενός σερί από πρωτοφανείς αποκαλύψεις. Μέχρι στιγμής, τη ζημιά είχε υποστεί το ΠαΣοΚ αφού ο μεγεθυντικός φακός της Εισαγγελίας είχε πέσει πάνω σε ένα συγκεκριμένο υποσύστημα, γύρω από τον πρώην υπουργό Αμυνας. Τώρα όμως το πράγμα φαίνεται να διευρύνεται αγγίζοντας επιχειρηματικούς και άλλους κύκλους. Αν μάλιστα οι εισαγγελείς εφαρμόσουν την «πατέντα» της εγκληματικής οργάνωσης, επαναλαμβάνοντας το μοντέλο εξάρθρωσης της Χρυσής Αυγής και έτσι συσχετίσουν δραστηριότητες προσώπων, τις προβάλλουν εν χρόνω και συσχετίσουν δικογραφίες, τότε είναι βέβαιο ότι η βαλίτσα –που, σύμφωνα με τις καταθέσεις, δεν είναι ποτέ χωρίς μετρητά –θα πάει μακριά.

Πόσο μακριά; Και με τι συνέπειες; Στην Ιταλία τα «Καθαρά χέρια» τέλειωσαν το πολιτικό σύστημα που έτρεξε τη χώρα για τέσσερις ή πέντε δεκαετίες. Είναι γνωστό τι έγινε μετά; Ανοιξε ο δρόμος για τον Σίλβιο Μπερλουσκόνι που κυριάρχησε στην ιταλική πολιτική για μια εικοσαετία. Αν η Δικαιοσύνη γκρέμισε τους τοίχους του Χριστιανοδημοκρατικού Κόμματος και άλλων κομμάτων, αυτό δεν σημαίνει ότι άφησε ανενόχλητο τον Καβαλιέρε. Η πολύμορφη αντιπαράθεσή του με τους δικαστές ήταν το leit motiv της πολιτικής του καριέρας και, τελικά, ήταν αυτοί που υπερίσχυσαν.

Στην Ελλάδα υπάρχει μια διαφορά. Η αποδιάρθρωση του πολιτικού κατεστημένου δεν είναι προϊόν δικαστικής υπερδραστηριότητας. Αντιθέτως, είναι αποτέλεσμα της κρίσης και επικυρώθηκε από τις εκλογές του 2009 και του 2012. Τότε βρέθηκαν εκτός τειχών δεκάδες παίκτες πρώτης γραμμής από τη ΝΔ και το ΠαΣοΚ, συμπεριλαμβανομένων δύο πολιτικών αρχηγών και πρωθυπουργών.

Υπό την έννοια αυτή, η δικαστική έρευνα δεν έρχεται να ανατρέψει καταστάσεις. Αλλά να ψάξει μέσα στα ερείπια. Η επενέργειά της δεν είναι πρωτογενής, αλλά δευτερογενής. Επιβεβαιώνει δηλαδή μια διάχυτη στην κοινή γνώμη εντύπωση ότι ο δικομματισμός δεν λάθεψε μόνο οδηγώντας τη χώρα σε οικονομικό αδιέξοδο, αλλά αμάρτησε και πολλαπλώς. Η διάχυση αυτής της βεβαιότητας δεν μπορεί παρά να δημιουργήσει κλίμα ενισχυτικό για δυνάμεις από Δεξιά και από Αριστερά που εμφανίζονται ως αντισυστημικές. Ηδη ο ΣΥΡΙΖΑ είχε τοποθετηθεί στο γήπεδο της καταγγελίας σκανδάλων. Αυτό που δεν πέτυχε με τη λίστα Λαγκάρντ ή τα υποβρύχια, μπορεί ενδεχομένως να το κερδίσει από την περιρρέουσα ατμόσφαιρα των εισαγγελικών ερευνών, με τις αποκαλύψεις να «σκάνε» ένθεν κακείθεν.

Στα επιτελεία του δικομματισμού έχει γίνει αντιληπτός ο κίνδυνος. Η διαγραφή Λιάπη και η δρακόντεια μεταχείριση Τομπούλογλου από τη ΝΔ υποδεικνύουν ότι τα ανακλαστικά υπάρχουν. Στο ΠαΣοΚ τα πράγματα είναι πιο δύσκολα. Υπάρχει το πρόβλημα της συρρίκνωσης. Υπάρχει και η δυσκολία να πολεμήσεις με τα φαντάσματα του παρελθόντος –αφού αυτό είναι όλοι αυτοί οι «πρώην» που έχουν πιαστεί στη δίνη της εισαγγελικής διερεύνησης. Τι μπορούσε να κάνει το ΠαΣοΚ με τον Ακη, παραδείγματος χάριν; Οχι κάτι περισσότερο από το να τον εξορκίσει. Αλλά δεν ήταν αυτό και κάτι που βοήθησε πολιτικά.

Συμπέρασμα: ξεκινώντας το 2014, οι δικαστικές έρευνες προστίθενται στα δεινά του δικομματισμού μαζί με την οικονομία.