Για ποιο πρωτογενές πλεόνασμα μιλάει η κυβέρνηση;

Με την εκτέλεση του προϋπολογισμού επταμήνου και τα προσωρινά οκταμήνου, η κυβέρνηση ανακοίνωσε πως έχει επιτευχθεί πρωτογενές πλεόνασμα στη διαχείριση της κεντρικής κυβέρνησης. Στο πρωτογενές πλεόνασμα δεν περιλαμβάνονται οι δαπάνες εξυπηρέτησης του χρέους (τόκοι). Στην κεντρική κυβέρνηση δεν περιλαμβάνονται οι ΟΤΑ, τα ασφαλιστικά ταμεία και μια σειρά από δημόσιους οργανισμούς. Στον προϋπολογισμό 2013, αλλά και στο τελευταίο Μεσοπρόθεσμο, προεβλέπετο έλλειμμα. Στα ταμεία του κράτους εισέρρευσαν μη προβλεπόμενα έσοδα €1,5 δισ. από την επιστροφή κερδών ευρωπαϊκών κεντρικών τραπεζών από πράξεις σε ελληνικά ομόλογα. Το πλεόνασμα που ανακοινώθηκε είναι περίπου διπλάσιο αυτού του ποσού –το πρωτογενές πλεόνασμα της κεντρικής κυβέρνησης είναι πραγματικό.

Ποια η λογιστική σημασία του πρωτογενούς πλεονάσματος της κεντρικής κυβέρνησης;

Πρώτα απ’ όλα, δεν υπήρχε μέχρι πριν από τρεις μήνες! Ούτε καν στις καλύτερες δημοσιονομικά ημέρες. Είναι δείκτης ο οποίος πάντα μετράται και επομένως είναι ενδεικτικός της πορείας του προγράμματος δημοσιονομικής προσαρμογής. Οχι απόλυτος, όχι ο καθοριστικός –είναι ένας δείκτης με καταγραφή πολλών ετών.

Ποια η σχέση με το πρωτογενές πλεόνασμα της γενικής κυβέρνησης;

Παρά το ότι το μερικό (κεντρική κυβέρνηση) και το συνολικό (γενική κυβέρνηση) είναι υπό την ίδια διαχείριση, δεν υπάρχει σαφής συσχετισμός. Πριν από μερικά χρόνια, η εικόνα του διαχειριστικού αποτελέσματος μετά τη συμπερίληψη των αποτελεσμάτων των φορέων εκτός της κεντρικής, βελτίωνε την κατάσταση –συνήθως με την ανακάλυψη «λευκών τρυπών» στα ασφαλιστικά ταμεία. Σήμερα, τα πράγματα είναι αντίθετα. Οι ΟΤΑ και τα Ταμεία είναι σε δεινή κατάσταση. Το σημαντικό όμως, από διαχειριστική άποψη, είναι πως πλέον αναδεικνύονται οι στοχευμένες παρεμβάσεις στους φορείς του ευρύτερου Δημοσίου. Η κυβέρνηση είναι σε θέση να αναδείξει τα προβλήματα και τις απαραίτητες μεταρρυθμίσεις (αν επιθυμεί κάτι τέτοιο βέβαια) ώστε να βελτιωθεί η κατάσταση.

Οι πολίτες βλέπουν μια συνεχώς επιδεινούμενη κατάσταση. Μήπως το πλεόνασμα είναι λογιστική εξαπάτηση;

Πέραν των μέτρων που είχαν ληφθεί μέχρι το 2012, η τρικομματική κυβέρνηση προχώρησε σε ένα εξαιρετικά εμπροσθοβαρές (τα περισσότερα μέτρα, €13,6 δισ. εντός του 2013) πρόγραμμα. Βρισκόμαστε σε κατάσταση που «η εγχείρηση φαίνεται να επιτυγχάνει, ο ασθενής όμως δεν αισθάνεται καλά». Πλην των ΑΝΕΛ, ΧΑ και της εξωκοινοβουλευτικής Δράσης, κανείς δεν αμφισβητεί το αποτέλεσμα. Η κριτική εστιάζει αφενός μεν στο κοινωνικό κόστος επίτευξής του και στη διατηρησιμότητά του, εάν δηλαδή θα επαναληφθεί τα επόμενα χρόνια. Πέραν των συνήθων και τις περισσότερες φορές αναγκαίων λογιστικών μεταχρονολογήσεων, το αποτέλεσμα είναι αδιαμφισβήτητο. Σε κάθε περίπτωση, οι μεταχρονολογήσεις εκκαθαρίζονται εντός τριμήνου. Το πλεόνασμα είναι ασταθές γιατί επετεύχθη ενώ το Δημόσιο «οφείλει στην αγορά» ένα ποσό της τάξεως των €7 δισ. Παρά τούτο, η σημασία του αποτελέσματος δεν μειώνεται –πριν από ένα εξάμηνο οι οφειλές του Δημοσίου ήταν €9 δισ. και με πρωτογενές έλλειμμα. Πρέπει επίσης να ληφθεί υπόψη πως εκτός του «ντοπαρίσματος» των έκτακτων εσόδων από τις κεντρικές τράπεζες και τις καθυστερούμενες οφειλές του Δημοσίου (σύνολο περίπου €8,5 δισ.), από τον προϋπολογισμό όπως είχε σχεδιαστεί αφαιρέθηκαν περίπου €11 δισ. για την επαναγορά ομολόγων. Τέλος, το σύνηθες θύμα του «κλεισίματος των βιβλίων» είναι οι δημόσιες δαπάνες.

Η ελληνική κρίση έχει μπει σε τροχιά εξόδου;

Παρά την ευφορία, στα όρια της προεκλογικής (λέτε;) παροχολογίας, του Πρωθυπουργού στη ΔΕΘ, δεν έχουν αλλάξει πολλά πράγματα στην εκτέλεση του προγράμματος σωτηρίας. Σωστά ο υπουργός Οικονομικών επισήμανε σε συνέντευξή του πως είναι πολύ νωρίς ακόμη για να αποφανθεί κανείς. Η τρόικα έχει σαφή επίγνωση της κατάστασης και, ενώ η ελληνική κυβέρνηση μιλάει για το πρωτογενές πλεόνασμα, οι εταίροι σχεδιάζουν τρόπους αντιμετώπισης του χρηματοδοτικού κενού. Την ίδια στιγμή η ΤτΕ επισημαίνει τα προβλήματα σε ταμειακή βάση.

Είναι το πρωτογενές πλεόνασμα διατηρήσιμο; Θα επαναληφθεί και του χρόνου;

Το σημερινό αποτέλεσμα είναι ιδιαίτερα ασταθές. Ο σχεδιασμός προβλέπει πως θα επαναληφθεί και το επόμενο έτος με σχετική άνεση. Το 2014, το σύνολο των μέτρων που ψηφίστηκαν επί Τρικομματικής τον Νοέμβριο 2012 θα συμβάλει στη διαχείριση των δημόσιων οικονομικών. Η αβεβαιότητα έγκειται στην αποτελεσματικότητα των μέτρων, δηλαδή στο κατά πόσο οι πολίτες θα έχουν τη φοροδοτική ικανότητα να αντεπεξέλθουν στον σχεδιασμό. Εάν δεν υπάρξει κινητικότητα στην πραγματική οικονομία, η επανάληψη του πλεονάσματος θα είναι ιδιαίτερα επώδυνη για την κοινωνία.

Μήπως τελικά πρόκειται για επικοινωνιακό παιχνίδι;

Είναι σαφές πως καμιά επικοινωνιακή καμπάνια ή λογιστικό τρικ δεν μπορεί να κοροϊδέψει πια την τρόικα. Γνωρίζουν την κατάσταση καλύτερα από τον Πρωθυπουργό της χώρας! Γνωρίζουν όμως και τις μακροπρόθεσμες ανάγκες στήριξης της Ελλάδας και φαίνονται αποφασισμένοι να συνεχίσουν να στηρίζουν τη χώρα και μετά το τέλος του Μνημονίου 2. Η επιτυχία πρωτογενούς πλεονάσματος, έστω της κεντρικής κυβέρνησης μόνον, εξυπηρετεί τους εταίρους κατά τη διαδικασία επίτευξης συναίνεσης για τη στήριξη της Ελλάδας μετά το 2014. Ισως η κ. Μέρκελ να χρειάζεται και λίγα «καλά νέα» ενόψει των γερμανικών εκλογών.

Η παλαιοπολιτική αντιμετώπιση των «καλών νέων» από τον κ. Σαμαρά δίνει λαβή σε προβληματισμούς. Οπως δείχνουν οι δημοσκοπήσεις, οι πολίτες έχουν ιδίαν άποψη για την πορεία της οικονομίας. Οχι μόνο βλέπουν πως πρακτικώς δεν κινείται τίποτε, αλλά βρίσκονται αντιμέτωποι με μια ασύμμετρη φοροεπιδρομή σε ένα δίμηνο, χαράτσια και ΦΑΠ τριών χρόνων! Δεν μπορούμε να ξέρουμε εάν η επικοινωνιακή εκμετάλλευση από τον κ. Σαμαρά βοήθησε να συγκρατηθεί η κοινωνική δυσαρέσκεια –σε καμιά περίπτωση όμως δεν αντέστρεψε το κλίμα. Το ανησυχητικό είναι πως η ρητορική παραπέμπει σε προεκλογική παροχολογία. Η αντιπολίτευση ασμένως ανταποκρίνεται με κενολογίες και απαξιωτική αντιμετώπιση της διαχειριστικής επιτυχίας του ΥΠΟΙΚ. Το αποτέλεσμα είναι το σύνηθες των τελευταίων τριάμισι χρόνων: καμιά συζήτηση επί της ουσίας και ρητορική σχετιζόμενη αποκλειστικά με μια οριστική λύση «εδώ και τώρα».

Ο Γιώργος Προκοπάκης είναι χρηματοοικο-νομικός σύμβουλος, πρώην καθηγητής

στο Πανεπιστήμιο Κολούμπια