Απόσταγμα αποκλειστικά ελληνικό, με πλούσια αρώματα και ιστορία πολύ παλιά που χάνεται στα βάθη των αιώνων, το ούζο δροσίζει ευχάριστα τα καλοκαίρια μας. Παράγεται σχεδόν παντού στην Ελλάδα, ειδικευμένοι όμως θεωρούνται οι Μυτιληνιοί και οι Μακεδόνες, καθώς στα μέρη τους άνθησε αρχικά η παραγωγή του ούζου από τους μικρασιάτες πρόσφυγες. Το βασικό του άρωμα οφείλεται στο γλυκάνισο, διαφέρει όμως από άλλα παρόμοια αλκοολούχα ποτά στον τρόπο παρασκευής. Στα περισσότερα, τα αρωματικά συστατικά προστίθενται αφού ληφθούν από τους σπόρους με νερό, ενώ στην περίπτωση του ούζου οι σπόροι αποστάζονται μαζί με διάλυμα νερού και αλκοόλης. Με την πάροδο των χρόνων το ποτό εξευγενίστηκε, αφού εκτός από γλυκάνισο στα παραδοσιακά χάλκινα καζάνια της απόσταξης (άμβυκες) προστέθηκαν επίσης σπόροι μάραθου, κόλιαντρου, κακουλέ (κάρδαμου), μαστίχα, κανέλα, γαρίφαλο, μέντα κ.λπ. Η συνταγή και οι αναλογίες των αρωματικών συστατικών είναι το κρυφό μυστικό του κάθε αποσταγματοποιού, διαφοροποιήσεις όμως υπάρχουν σε όλα τα στάδια της απόσταξης, ενώ η τελική γεύση εξαρτάται ακόμη και από το μέγεθος του άμβυκος.

Το τελετουργικό της απόλαυσης του ούζου περιλαμβάνει σχετικά μικρά ποτήρια – σωλήνες και πίνεται πάντα νερωμένο, όχι για να γίνει πιο ελαφρύ (ο αλκοολικός βαθμός του κυμαίνεται από 37,5% έως 48% vol) αλλά γιατί το νερό βοηθάει να απελευθερωθούν τα αρωματικά χαρακτηριστικά του. Αραιώστε το με παγωμένο νερό σε αναλογία ένα μέρος ούζου προς δύο μέρη νερό, αλλά όχι με παγάκια που αλλοιώνουν τη γεύση του και «παγώνουν» τα αρώματά του.