Η μάνα μου είχε ένα θεματάκι με τις ντουλάπες. Καμία σχέση με τις γυναίκες που στοκάρουν τα παλιά τους ρούχα ως διαχρονικά. Με συνοπτικές διαδικασίες τα πέρναγε στην κατηγορία της παλιατζούρας και άφηνε τον χώρο ελεύθερο να έχουμε κι εμείς κάπου να παίζουμε κρυφτό. Παιδί της άδειας κρεμάστρας κι εγώ, έχω μάθει να περιφρονώ τη συσσώρευση και να υποπτεύομαι την έννοια της διαχρονικότητας εξ όλης της καρδίας μου και εξ όλης της διανοίας μου. Προσωπικά δεν θεωρώ τίποτα διαχρονικό στην Τέχνη, ας είναι ο Καβάφης, ας είναι ο Τσέχοφ, ας είναι ο Θεός ο ίδιος, δηλαδή ο Σοφοκλής. Πώς αλλιώς να το πω; Η μεγάλη ποίηση, η μεγάλη τέχνη δεν έχουν ανάγκη από το πασπαρτού της διαχρονικότητας για να εκπυρσοκροτήσουν ανά πάσα στιγμή. Είναι συγκεκριμένα προϊόντα συγκεκριμένου ανθρώπου, συγκεκριμένης εποχής, έχουν συγκεκριμένους προδρόμους, συγκεκριμένες αναφορές και οι αντοχές τους στον χρόνο είναι μια απλή, απλούστατη σύμπτωση: η ανθρώπινη κατάσταση. Σκέπτεστε τίποτα πιο πρωτότυπο;

Το πρωτότυπο θα ήταν, κατά τη γνώμη μου, αν δείχναμε λιγάκι σεβασμό. Αν δεν αρπάζαμε στα τυφλά μέσα από την ντουλάπα ό,τι έπιανε το χέρι μας χωρίς πρώτα να το κανακέψουμε, να το κομπλιμεντάρουμε έστω, ώστε να εγκαταλείψει την αφωνία του και να μας μιλήσει στη γλώσσα του. Αλλοι το λένε πολιτισμό, εγώ το λέω Παιδεία. Πώς να το πω για να τα κάνω χειρότερα; Ο «πολιτισμός» παρέχεται δημοσία δαπάνη, η παιδεία όμως αποκτιέται ιδίοις αναλώμασιν, είναι «δραχμοφονιάς», δεν σου παραδίδεται όπως το free downloading. Πληρώνοντας. Ετσι έχω σκοπό να γιορτάσω τον Καβάφη. Κάτι μέσα μου μού λέει ότι θα μπορούσε και να του αρέσει.