Οι εικόνες που έχουμε από το παρελθόν της Βουλής δεν βοηθούν να καταλάβουμε το επίπεδο των συνεδριάσεων εκεί όπου κορυφούται, τελειούται και μεγαλουργεί η δημοκρατία. Σύμφωνοι, υπήρξαν σπουδαίοι ρήτορες, ο Γεώργιος Παπανδρέου, ας πούμε, ή ο Ηλίας Ηλιού, και κάποια πρόσωπα που απέδειξαν, με τη συγκρότησή τους, την πολιτική τόλμη τους, τη ρητορική τους, ότι θα παίξουν σημαντικό ρόλο στην πορεία. Ο μέσος βουλευτής της δεκαετίας του 1950 και του 1960, όμως, καταγράφεται σαν καρικατούρα στις ελληνικές ταινίες, που απεικονίζουν κάτι αξιοθρήνητους ρουσφετολόγους, εθισμένους στο ψέμα και στην κολακεία –οι οποίοι, μέσα στο Κοινοβούλιο, θα συγκροτούσαν τους κομματικούς στρατούς. Κάποιοι απ’ αυτούς, την περίοδο της Αποστασίας, εύκολα άλλαξαν στρατόπεδο…

Η Μεταπολίτευση ξαναβρήκε τα πράγματα εκεί όπου ήταν πριν από τη δικτατορία. Αλλά, βαθμιαία, οι ηγεσίες των κομμάτων κατάφεραν οι τύποι του κοινοβουλευτικού διαλόγου να υπερισχύσουν και, με ελάχιστες εξαιρέσεις, το συγκρουσιακό πνεύμα δεν είχε πλέον περιθώριο να αναπτυχθεί. Στις συζητήσεις, μάλιστα, για κρίσιμους νόμους ή για τον προϋπολογισμό, ουδείς διανοούνταν ότι θα πάει αδιάβαστος κι ότι θα λέει ό,τι του κατέβει.

Τα τελευταία χρόνια, χάρη στη συμβολή κυρίως της τηλεόρασης, η Βουλή, δυστυχώς, έπαψε να είναι το κέντρο της δημοκρατίας. Οι βουλευτές και τα στελέχη προτίμησαν να μεταφέρουν τις συζητήσεις και τα επιχειρήματα στην τηλεόραση, στα καβγατζίδικα πάνελ. Στην πορεία υποχώρησαν και η ρητορική και η προετοιμασία, η ειδική γνώση. Αρκούσε να μπορεί να λάβει μέρος κανείς στους τηλεοπτικούς σκυλοκαβγάδες που υποδύονταν τις πολιτικές συζητήσεις. Και οι εκπρόσωποι του λαού αντικαταστάθηκαν από τηλεοπτικές περσόνες, τύπους που θα συγκρούονταν για λογαριασμό όχι πολιτών που αναζητούν ταυτίσεις, αλλά στο πλαίσιο μιας αγοράς του θεάματος. Και ύστερα άρχισαν να εκλέγονται οι πραγματικοί εκπρόσωποι του θεάματος. Η Βουλή βγήκε στο γυαλί και, πλέον, το νόημα βρισκόταν στις εντυπώσεις. Και οι εκπρόσωποι του λαού αρκεί που «έγραφαν» στο γυαλί.

Κάπως έτσι, για τις εντυπώσεις, φτάσαμε στο χθεσινό χάλι, στην Προανακριτική Επιτροπή για τη λίστα Λαγκάρντ. Φτάσαμε, μάλιστα, στο σημείο η μόνη έλλογη αντίδραση στον φανατισμό και στις υστερίες, η πνευματώδης, γεμάτη ψυχραιμία, σαρκασμό και λεπτή ειρωνεία αντίδραση του Βαγγέλη Βενιζέλου, να μπαίνει στο ισοζύγιο της χυδαιότητας και των χωρίς στόχο κραυγών που, στην πραγματικότητα, καταργούν τον ρόλο του Κοινοβουλίου: με ποιο κύρος μπορούν να θεσμοθετούν, να ελέγχουν, να ορίζουν τις κατευθύνσεις της κοινωνίας που εκπροσωπούν πρόσωπα που μπερδεύουν τη Βουλή με την πασαρέλα και τα επιχειρήματα με βρισιές; Σε ποιο κύρος θα στηρίζουν, αύριο-μεθαύριο, την όποια απόφαση λάβουν;

Η ευθύνη να επανεπινοηθεί ο κοινοβουλευτισμός ανήκει εξ ολοκλήρου στα κόμματα. Ενδιαφέρονται άραγε για τίποτα παραπάνω από τη νομή και την κατοχή της εξουσίας;