Οταν γλιτώσαμε από τη λογοκρισία της δικτατορίας οι προσδοκίες ήταν μεγάλες. Περιμέναμε και πιστεύαμε πως, στη δημοκρατική Ελλάδα, ο πνευματικός κόσμος, καταδικασμένος ως τότε στη σιωπή, θα έφερνε ένα είδος αναγέννησης στον τόπο. Μια αναγέννηση που είχε κάνει δυναμικά την εμφάνισή της στη δεκαετία του ’60, ανεστάλη όμως βίαια από τους καραβανάδες της λογοκρισίας.

Η αλήθεια είναι πως και σε αυτόν τον τομέα, όπως και σε τόσους άλλους, οι προσδοκίες διαψεύσθηκαν. Στη χώρα της Μεταπολίτευσης ο διονυσιασμός της απελευθέρωσης ήταν τόσο βαθύς που δεν υπήρχε χώρος για γκρίζες ζώνες. Κι όταν μιλάμε για πνευματικό κόσμο ασφαλώς αναφερόμαστε σε έναν κόσμο που εργάζεται στις γκρίζες ζώνες της πραγματικότητας. Εκεί όπου φυτρώνουν οι αμφιβολίες, εκεί όπου οι αβεβαιότητες είναι πιο ισχυρές από τις βεβαιότητες, εκεί όπου διατυπώνονται ερωτήματα και μόνον οι αφελείς περιμένουν απαντήσεις. Υπήρξαν άξιοι δημιουργοί, σίγουρα όπως υπήρξαν και σημαντικά έργα. Ομως το κοινωνικό τους εκτόπισμα παρέμενε ισχνό, περιορισμένο σε μια συλλογική παρουσία που την εξέφραζε η συλλογή υπογραφών.

Η δημοκρατία αντιμετωπίστηκε όχι ως εν δυνάμει κατάκτηση, αλλά ως κεκτημένο δικαίωμα και από τους διανοούμενους. Ηταν μια δημοκρατία που πίσω της έσερνε τον σοσιαλισμό, την κρατική κηδεμονία και εντέλει την ισοπέδωση. Το ενδιαφέρον που προκαλούσαν τα γραπτά του Τερζάκη, του Θεοτοκά ή του Τσίρκα πριν από τη χούντα ήταν πολύ πιο σοβαρό από αυτό που προκαλούσαν οι διάδοχοί τους τα χρόνια της Μεταπολίτευσης.

Στις ημέρες της κρίσης, όταν η ίδια η πραγματικότητα αμφισβητεί τις βεβαιότητες που μέχρι προχθές την κάλυπταν, ο ρόλος των πνευματικών ανθρώπων είναι να αναδείξουν τις αβεβαιότητες και τα ερωτήματα που προκύπτουν. Αντί για ερωτήματα όμως όλοι είχαν έτοιμη μιαν απάντηση. Αλλοτε διατυπωμένη αδέξια, με την υστεροβουλία των πολιτικών, άλλοτε με το κύρος των πανεπιστημιακών ή των οικονομολόγων, η απάντηση που δεν αρκούσε σε κανέναν έφερνε μια καινούργια απάντηση, πρόσκαιρη και ευάλωτη.

Σε μια Ελλάδα με ενάμισι εκατομμύριο ανέργους, άλλους τόσους μετανάστες, χωρίς δημόσια διοίκηση, χωρίς αξιόπιστο εκπαιδευτικό σύστημα, χωρίς τη στοιχειώδη κοινωνική προστασία και με τεράστια αποθέματα βίας που ξεπηδούν σαν πίδακες πετρελαίου από το υπέδαφος, το μόνο που σου μένει είναι να αναρωτηθείς ποιος είσαι και πού πας. Είναι ο μόνος τρόπος για να αποκατασταθεί η εμπιστοσύνη, χωρίς την οποία η δημοκρατία δεν μπορεί να λειτουργήσει. Κοινώς σήμερα, περισσότερο παρά ποτέ, μας χρειάζεται ο πνευματικός κόσμος της χώρας. Ενας πνευματικός κόσμος που θα θέτει ερωτήματα και δεν θα έχει έτοιμες απαντήσεις.

Οπως έλεγε ο Μαλρό, ο ελληνικός πολιτισμός υπήρξε πολιτισμός της διερώτησης. Και αυτόν τον έχουμε προδώσει.