Πριν από λίγες ημέρες, στη Θεσσαλονίκη, ένας νεαρός 16 χρόνων πήγαινε στο σχολείο του. Ηταν αγαπημένος στους συμμαθητές του και είχαν αρχίσει να τον ξέρουν πολλοί στην πόλη, επειδή εκτός των άλλων έπαιζε μπάλα στον Αρη και είχε τη φήμη ενός ανερχόμενου αμυντικού. Το παιδί δεν έφτασε στο σχολείο. Ξαφνικά, εκεί που πήγαινε, έγειρε και πέθανε. Ηταν κακότυχος, του έτυχε, πάει.

Κλάψανε πολύ στο ποδοσφαιρικό σινάφι της πόλης. Και κλάψανε όχι μόνο οι αρειανοί αλλά κι οι αντίπαλοί του, οι παοκτσήδες, που τους χωρίζει αβυσσαλέα αντιπαλότητα. Αλλά άλλο η αντιπαλότητα στους συμβολισμούς κι άλλο στον θάνατο ενός νέου, ταλαντούχου, γεμάτου υποσχέσεις.

Κι ύστερα, οι ποδοσφαιριστές γύρισαν στα γήπεδα. Και προχθές, στο πρωτάθλημα, ο Αρης έπαιζε με την ΑΕΚ. Κάποια στιγμή, ένας ισπανός ποδοσφαιριστής που παίζει στην κιτρινόμαυρη ομάδα του Βορρά, ο Αγκάνθο, έβαλε γκολ στους Κιτρινόμαυρους από τη Νέα Φιλαδέλφεια. Και το πανηγύρισε ιδιότυπα. Σήκωσε τη φανέλα του για να φανεί από κάτω μια στάμπα με τη μορφή και το όνομα του παιδιού που πέθανε.

Ο διαιτητής Τάσος Κάκος εφάρμοσε αμέσως τον κανονισμό. Εδειξε κίτρινη κάρτα στον παίκτη, γιατί (όπως με πληροφόρησαν ειδικοί στα ποδοσφαιρικά) απαγορεύονται οι αφιερώσεις στο γήπεδο. Ο παίκτης είχε πάρει κι άλλη κίτρινη, αποβλήθηκε και η ΑΕΚ, εκμεταλλευόμενη την αριθμητική υπεροχή, ισοφάρισε. Μετά το ματς, ο διαιτητής επικρίθηκε γι’ αυτή την απόφαση –ο φίλος μου συγγραφέας Κυριάκος Αθανασιάδης έγραψε στο μπλογκ του ότι ο διαιτητής δεν άφησε περιθώριο στην αγάπη, θα μπορούσε, εννοεί, να κάνει τα στραβά μάτια.

Ο φίλος μου, άνθρωπος της λογικής, προφανώς επηρεάστηκε βαθύτατα από τη συγκίνηση για την απώλεια. Από τη σκοπιά του, ωστόσο, ο διαιτητής, ο οποίος πρέπει να έκανε πολλά λάθη στον αγώνα, γιατί επικρίνεται συστηματικά και από πολλούς, στη συγκεκριμένη απόφαση ενήργησε βάσει του κανονισμού. Ετσι έπρεπε να ενεργήσει. Οι κανόνες στις σύγχρονες κοινωνίες, σε όλες τις εκφάνσεις τους, φτιάχνονται για να τηρούνται. Το πιθανότερο είναι ο διαιτητής να ήξερε την περίπτωση. Να ήξερε ότι ο παίκτης που πανηγύρισε ήθελε να εκφράσει την αγάπη του, τον σεβασμό του και τη λύπη του για έναν νέο συνάδελφό του που χάθηκε. Αλλά ο διαιτητής είναι εκεί για να τηρεί τους κανόνες –και στις κοινωνίες δικαίου οι κανόνες προέχουν. Η συγκίνηση, η φόρτιση, ο ενθουσιασμός, το μένος, η μέθη –τίποτε δεν είναι πάνω από τους κανόνες. Την οργάνωση των κοινωνιών δεν νοείται να την καθορίζει κανένα συναίσθημα, παρά μόνο η λογική.

Το πένθος, η κοινωνική αδικία, η ιδιορρυθμία του Ελληνα, η «βία της εξουσίας», το μεράκι, επέτρεψαν η χώρα να πορεύεται χωρίς στοιχειώδεις κανόνες. Πληρώνουμε και αυτό.