Τίποτε δεν παθιάζει το μεγάλο λαϊκό κοινό σε περιόδους οικονομικής κρίσης, τις οποίες πρώτο πληρώνει με τη μιζέρια της ζωής του, όσο οι ιστορίες που εξελίσσονται σε φόντο χλιδής. Πολύ περισσότερο όταν αυτές αναφέρονται σε εποχές περασμένες, επεξεργασμένες πλέον από τη νοσταλγική μνήμη για έναν κόσμο όχι καλύτερο ή ωραιότερο αλλά γνώριμο, ο οποίος προβάλλει ως σταθερή πολιτισμική αναφορά στην ανασφάλεια του παρόντος χάους.

Είναι ένας από τους λόγους –όχι βέβαια ο μοναδικός –για τον οποίο το «Downton Abbey» («Ο Πύργος του Ντάουντον») καθηλώνει πλήθη τηλεοπτικού κοινού ένθεν κακείθεν του Ατλαντικού. Οπως ήταν αναμενόμενο, το φαινόμενο δεν θα άφηνε ανεπηρέαστη την αμερικανική τηλεοπτική παραγωγή που έσπευσε να στραφεί στον μαέστρο της αφήγησης Τζούλιαν Φέλοους και να του ζητήσει συνεργασία.

Ετσι ο βρετανός συγγραφέας, ο οποίος ζει εδώ και χρόνια στην Αμερική, υπέγραψε ήδη με το ABC για τον αμερικανικό «Πύργο του Ντάουντον» και για την ακρίβεια για μια ανάλογη ιστορία που θα εξελίσσεται στις ΗΠΑ του 19ου αιώνα, την εποχή που διαμορφωνόταν η αριστοκρατία των μεγάλων οικογενειών του πλούτου των Ροκφέλερ και των Βάλντερμπιλτ.

Ηταν η εποχή που άρχισε μετά τον εμφύλιο πόλεμο, από τις αρχές του 1870 μέχρι το 1893, και αναφέρεται στην αμερικανική ιστορία ως «Gilden Age» («Επιχρυσωμένη εποχή»), εποχή του ψεύτικου λούστρου δηλαδή.

Ο χαρακτηρισμός «Gilden» οφείλεται στους συγγραφείς Μαρκ Τουέιν και Τσαρλς Ντάντλεϊ Γουόρνερ, οι οποίοι συνυπέγραψαν το έργο «The Gilden Age: Α tale of today» –το μοναδικό που έγραψε ο Τουέιν με συνεργάτη –στο οποίο χλευάζουν, ήδη από τον τίτλο του, τα κοινωνικά ήθη που έφερε ο νέος πλούτος, την ψεύτικη λάμψη της αριστοκρατίας του επιχειρηματικού χρήματος.

Ηταν βέβαια η εποχή που το κυνήγι του πλούτου από επιχειρηματίες που καθιέρωσαν σκληρές εργασιακές μεθόδους, προσπαθώντας με τις λιγότερες δυνατές επενδύσεις να έχουν το μεγαλύτερο δυνατό κέρδος, άρχισε να αλλοιώνει τα παραδοσιακά κοινωνικά ήθη. Τότε καθιερώθηκε ο άκρατος υλισμός και η Αμερική πέρασε σε μια νέα εποχή, οικονομική και κοινωνική: ιδρύθηκε η Γουόλ Στριτ και έγινε τόπος υποδοχής μεταναστών το Νησί Ελις, απ’ όπου εισήλθαν 10 εκατομμύρια μετανάστες κυνηγώντας το αμερικανικό όνειρο.

Αν μη τι άλλο, θα έχει ενδιαφέρον το πώς θα αποδώσει ο Φέλοους την ατμόσφαιρα στο μεταίχμιο δύο κόσμων, της Αμερικής που άφηνε πίσω της τον παλαιό πλούτο του Νότου και των ευρωπαϊκής καταγωγής αριστοκρατών της Βοστώνης και γνώριζε τον πλούτο βιομηχάνων και μεγαλοεργολάβων (σιδηροδρόμων, αυτοκινητοδρόμων κ.λπ). Τότε ανέτειλαν και τα ήθη του υλισμού ενώ οι σκληρές εργασιακές συνθήκες οδήγησαν σε μεγάλες κινητοποιήσεις και κοινωνικές εκρήξεις.

Ισως δεν θα μπορούσε να βρεθεί ικανότερος σεναριογράφος από τον συντηρητικών πολιτικών αντιλήψεων Φέλοους, για να αποδώσει όλα αυτά με απόλυτη αίσθηση των λεπτών αφηγηματικών χειρισμών που επιβάλλει το τηλεοπτικό μέσο στη διαχείριση των έντονων κοινωνικών ανατροπών.

Η μαεστρία του να συνδυάζει τη νοσταλγική γοητεία της αριστοκρατικής λάμψης με τη συνέπεια στις μεγάλες κοινωνικές αλλαγές που σφράγισαν τον σύγχρονο δυτικό πολιτισμό πάντως αποδεικνύεται από την επιτυχία τού «Πύργου του Ντάουντον». Γιατί η αλλαγή της ατμόσφαιρας, από τα ήθη της παλιάς αριστοκρατίας στη νέα εποχή μιας αστικής τάξης που έβγαινε από τη φωτιά του πολέμου, δίνεται μέσα από συναρπαστικές προσωπικές ιστορίες.

Το μειονέκτημα που επισημαίνεται στον αμερικανικό Τύπο για τον αμερικανικό «Πύργο του Ντάουντον» είναι ότι θα γίνει από το ABC και όχι από το κανάλι των μεγάλων επιτυχιών HBO, το οποίο θεωρείται περισσότερο γαλαντόμο στη στήριξη μεγάλων παραγωγών. Ο «Πύργος του Ντάουντον» δεν κέρδισε και τη σφραγίδα του BBC, όμως ουδόλως θάμπωσε η λάμψη του ως παραγωγή της ITV.