Ο κύριος στόχος στην επιχειρούμενη φορολογική μεταρρύθμιση πρέπει να είναι η ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας της οικονομίας μέσω της δικαιότερης κατανομής των φορολογικών βαρών σε όσους αποκτούν εισόδημα από πάσης φύσεως επιχειρηματικές δραστηριότητες.

Για την επίτευξη αυτού του στόχου πρέπει να καταργηθεί η διαφορετική φορολογική μεταχείριση που υπάρχει σήμερα μεταξύ υποκείμενων στη φορολογία εισοδήματος, οι οποίοι ενώ ασκούν την ίδια δραστηριότητα, επειδή διαφοροποιείται η νομική μορφή έχουν εντελώς διαφορετική φορολογική επιβάρυνση, με αποτέλεσμα να ενισχύεται η ανισοκατανομή των φορολογικών βαρών. Οι αλλαγές επιβάλλεται να σχεδιαστούν με τέτοιον τρόπο ώστε να μην αποδυναμωθούν τα όποια κίνητρα έχουν απομείνει για την ανάληψη οποιασδήποτε οικονομικής και εν δυνάμει επενδυτικής δραστηριότητας.

Η χώρα μας συγκαταλέγεται στις χώρες με τα λιγότερο ανταγωνιστικά και φιλικά προς τις επιχειρήσεις φορολογικά συστήματα, αφενός μεν λόγω των αδυναμιών που παρουσιάζει σε θεσμικό επίπεδο και της γραφειοκρατίας αφετέρου δε λόγω των υψηλών συντελεστών, ειδικά στη φορολογία των κεφαλαιουχικού χαρακτήρα νομικών προσώπων τα οποία έχουν τη δυνατότητα να πραγματοποιήσουν επενδύσεις. Αυτό πρέπει να σταματήσει με την καθιέρωση χαμηλών συντελεστών φορολογίας στα κέρδη που δεν διανέμονται και επανεπενδύονται, έτσι ώστε από εδώ και στο εξής το φορολογικό σύστημα να αποτελέσει το κύριο εργαλείο οικονομικής πολιτικής για την ανάπτυξη και την ανάταξη της οικονομίας.

Με τις προτεινόμενες διατάξεις που έχουν δει το φως της δημοσιότητας καθιερώνεται συντελεστής 26% στο σύνολο των κερδών και 10% στα διανεμόμενα κέρδη. Το αντίστροφο θα ήταν αναπτυξιακό.

Ο Γιώργος Α. Κορομηλάς είναι πρόεδρος του Ινστιτούτου Οικονομικών και Φορολογικών Μελετών