Αν η κυβέρνηση διαθέτει όντως τη βούληση να ανοίξει το ζήτημα της απονομής ελληνικής ιθαγένειας, άρα της απονομής πολιτικών δικαιωμάτων σε μετανάστες, χρειάζεται να επιδείξει ιδιαίτερη προσοχή, καθώς η πολιτικοποίηση ζητημάτων του κοινωνικού πολιτισμού δημιουργεί απροσδόκητες αναφλέξεις.

Επειδή εθνικιστικές αντιλήψεις διατρέχουν όλες τις παρατάξεις, η ανακίνηση αυτού του ζητήματος αποτελεί ευκαιρία για όλα τα κόμματα να πάρουν θέση: πώς αντιλαμβάνονται τις έννοιες του λαού και του έθνους και τη βαρύτητα που αποδίδουν για τη λειτουργία της δημοκρατίας; Η δημοκρατία και οι ελευθερίες των πολιτών είναι τελικά ο βασικότερος γνώμονας για τις αποφάσεις που θα ληφθούν.

Η άποψή μου είναι ότι μία προσέγγιση φιλελεύθερου εθνικισμού, όπως τον αντιλαμβάνονται θεωρητικοί σαν τους Tamir, Miller, Dagger και Kymlicka, είναι θεμιτή για την Ελλάδα, προκειμένου να προληφθεί εγκαίρως η διάχυση ρατσιστικών και αντιδημοκρατικών αντιλήψεων, αλλά και για να συνεννοούνται όσοι ασπάζονται την ιδέα του έθνους σε ένα δημοκρατικό πλαίσιο και όσοι διατηρούν στάση σκεπτικισμού.

Δεν πρέπει να παραβλέψουμε ότι στις πιο πρόσφατες περιπτώσεις πολιτικοποίησης του κοινωνικού πολιτισμού, στο θέμα των ταυτοτήτων και του βιβλίου της Ιστορίας της Στ’ Δημοτικού της Μαρίας Ρεπούση, δύο ήσσονος σημασίας ζητήματα προκάλεσαν σοβαρές αρρυθμίες στις κυβερνήσεις, ενώ τα κόμματα είτε απέφυγαν να πάρουν θέση είτε οι θέσεις τους δεν διευκόλυναν τον δημοκρατικό συμβιβασμό.

Οσοι πρεσβεύουν τον φιλελεύθερο εθνικισμό διατείνονται ότι τα έθνη-κράτη αποτελούν το ιδανικό πλαίσιο της δημοκρατίας. Η εθνική ταυτότητα, λένε, είναι προϋπόθεση παραγωγής δημοκρατικής νομοθεσίας και δημόσιων πολιτικών, αλλά και επίδειξης αλληλεγγύης και εμπιστοσύνης. Επιπλέον θεωρούν ότι, παρά τις αλλαγές που επιφέρει η παγκοσμιοποίηση, η έννοια του έθνους διατηρεί την πολιτική σημασία της, καθώς είναι η μόνη που μπορεί να εξασφαλίσει μία διακρατική τάξη στηριγμένη στην αρχή της λαϊκής κυριαρχίας –άλλωστε το έθνος έχει και λειτουργική σημασία για την κοινωνική δικαιοσύνη (εδραιωμένα αισθήματα αλληλεγγύης) και τη δημοκρατική συμμετοχή (αίσθημα του ανήκειν, κοινή γλώσσα).

Ενα από τα επιχειρήματα για τη σημασία της πολιτικής κοινότητας είναι ότι αποτελεί το ιδανικό πλαίσιο για την ουσιαστική άσκηση της ελευθερίας. Ο κοινωνικός πολιτισμός προσφέρει σημαίνουσες ατομικές επιλογές στους πολίτες. Βεβαίως το κράτος οφείλει να εξασφαλίζει προϋποθέσεις συμφιλίωσης της εθνικής ταυτότητας με τις άλλες ταυτότητες και προτιμήσεις των πολιτών, καθώς και της δυνατότητας κοινωνικής ενσωμάτωσης ομάδων με διαφοροποιημένα εθνοτικά, φυλετικά και άλλα χαρακτηριστικά.

Η παραπάνω σκιαγράφηση των θέσεων του φιλελεύθερου εθνικισμού δεν επιδιώκει τον εξωραϊσμό της μίας άποψης έναντι της άλλης, αλλά αντίθετα, τον συμβιβασμό απόψεων που τις ενώνει η δημοκρατία. Η ελληνική κοινωνία παρέχει μάλλον λίγες θεσμικές δυνατότητες κοινωνικής ενσωμάτωσης όσων δεν διαθέτουν την ελληνική ιθαγένεια. Ωστόσο, τα πράγματα έχουν μεταβληθεί για μία κατηγορία ανθρώπων, όσων διαθέτουν την ιδιότητα πολίτη κράτους-μέλους της ΕΕ. Για τους τελευταίους, το πρωτογενές και δευτερογενές Κοινοτικό Δίκαιο καθιέρωσε δικαιώματα μετακίνησης και εγκατάστασης, διπλωματικής προστασίας, εκλέγειν και εκλέγεσθαι και, γενικότερα, ισοτιμίας έναντι του κράτους υποδοχής, τα οποία θα ήταν αδιανόητα μέχρι τη δεκαετία του 1990.

Οι εκτός Ευρωπαϊκής Ενωσης πολίτες δεν μπορούν να παραμένουν «αόρατοι» στο παρασκήνιο της κοινωνικής και πολιτικής ζωής της χώρας. Το μεγαλύτερο λάθος θα είναι να προσεγγίσουμε το ζήτημα με τα αρνητικά στερεότυπα που συνοδεύουν τους «μέτοικους». Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι στο καθεστώς του «αόρατου» πολίτη μπορούν να βρεθούν ένας υπήκοος ΗΠΑ, Ελβετίας ή Ιαπωνίας, αλλά και άνθρωποι από τα Βαλκάνια ή την Ασία που, αφού εγκαταστάθηκαν στη χώρα μας, οι ίδιοι και τα παιδιά τους έχουν προκόψει και έχουν θετική συμβολή στο κοινό συμφέρον.

Σε αυτούς τους ανθρώπους ποιο επιχείρημα θα μπορούσε να αντιπαραθέσει κάποιος, την ίδια στιγμή που ένας έλληνας φοιτητής ή εργαζόμενος διαθέτει ενισχυμένο status πολίτη σε οποιοδήποτε κράτος της Ενωσης; Εξάλλου, δεν χρειάζεται να συμφωνήσουμε ότι η ιδιότητα του πολίτη δεν είναι δωρεάν αγαθό, αλλά ένα status από το οποίο απορρέουν δικαιώματα και σημαντικές υποχρεώσεις;

Είναι θεμελιώδους σημασίας για τη δημοκρατία ο σεβασμός των δημοκρατικών αρχών. Εξίσου θεμελιώδης είναι ο σεβασμός και του αγαθού που υιοθετεί η πλειονότητα των πολιτών (π.χ. της γλώσσας ή των θρησκευτικών πεποιθήσεων κ.ά.). Κατά συνέπεια, στην παρούσα συγκυρία, το τελευταίο πράγμα που χρειάζεται το πολιτικό σύστημα είναι να συρθεί πίσω από την ατζέντα όσων κινδυνολογούν για τη βιωσιμότητα του πολιτισμού μας και της ίδιας της κοινωνικής συγκρότησής μας. Τα κόμματα της πλειοψηφίας αλλά και της αντιπολίτευσης χρειάζεται να εργαστούν για έναν δημοκρατικό συμβιβασμό, ο οποίος θα στείλει μηνύματα ευθύνης και αυτοπεποίθησης στην ελληνική κοινωνία.

Ο Μάνος Παπάζογλου είναι λέκτορας Πολιτικών Συστημάτων στο Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου