Η επικαιρότητα όταν έχει εκπνεύσει έχει κάτι το μυστικιστικό. Το καταλαβαίνεις όταν ξεφυλλίζεις παλιές εφημερίδες. Σαν να διαβάζεις ένα προσωπικό ημερολόγιο που υπήρξε κάποτε δημόσιο. Τα κείμενα που γράφονταν ως ξεχωριστά και απόμακρα μεταξύ τους διαβάζονται τώρα ως απολύτως σχετικά και συγγενικά. Φτάνει να θυμηθεί κανείς τους τρομερούς στίχους του ποιητή Ν. Δ. Καρούζου «Δεν φταίει το έξω/ το προς τα έξω μας φταίει», για να χαρακτηρίσει χωρίς να υπερβάλει κάθε μορφής επικαιρότητα ως την απόλυτη εσωστρέφεια.
Πού κολλάει η αλήθεια με όλα αυτά; Μια θαυμάσια ηθοποιός που έλαμψε στο θέατρο και τον κινηματογράφο τις δεκαετίες του ’60, του ’70 και του ’80, η Λίλυ Παπαγιάννη συμπεριφέρεται με μια συνειδητή επιλογή –δύο δεκαετίες και περισσότερο –σαν να μην υπήρξε ποτέ! Είναι ασφαλώς πολλοί όσοι δεν τη θυμούνται στην «Ασκηση πέντε δακτύλων» του Σάφερ ή ως Κλυταιμνήστρα σε μια σύνθεση για τους «Ατρείδες» αλλά είναι απείρως περισσότεροι όσοι την αναπολούν ως την πολιτισμένη και φινετσάτη παρουσία της ηθοποιού αυτής στη «Χαρτοπαίκτρα» ή ως εξαδέλφη της Τζένης Καρέζη σε κομεντί της δεκαετίας του ’60.
Η απορία όμως παραμένει: πώς γίνεται ένας άνθρωπος του θεάματος ενώ είναι στη ζωή, γερός και δυνατός, να «αποχαιρετά» τον κόσμο με έναν τρόπο τόσο οριστικό, που να υποψιάζεσαι ότι θα τον στεναχωρεί ακόμα και η ύπαρξη της μνήμης του σε ανθρώπους συγκαιρινούς ή μεταγενέστερούς του; Ωραία, να μην κεφαλαιοποιεί κανείς, αν και έχει παροπλισθεί καλλιτεχνικά, όσα έπραξε ενώ ήταν ενεργός, γιατί οι απολογισμοί έχουν πάντα μια θλίψη και συχνά –μην αποφύγουμε τη λέξη –μια κακομοιριά.
Πώς γίνεται όμως να χωρίζει κανείς τη ζωή του στα δύο και να αισθάνεται πως υπάρχει πραγματικά όταν δεν τον γνωρίζει και δεν τον θυμάται κανείς –μην ξεχνάμε ότι μιλάμε για έναν άνθρωπο του θεάματος –ενώ η περίοδος που τον ήξεραν και τον θαύμαζαν του έχει γίνει, αν όχι μισητή, το λιγότερο ξένη; Τι είδους σοφία είναι αυτή που ακόμη και αν ασκούνταν κανείς για να την κατακτήσει, πάλι θα φαινόταν απλησίαστη; Θα καταλήξουμε όλες τις προτάσεις της επιφυλλίδας να τις τελειώνουμε με ερωτηματικό, γεγονός που δημιουργεί μεγάλη αμηχανία όχι μόνο στον αναγνώστη αλλά και στον άνθρωπο που τη γράφει. Επόμενο όμως δεν είναι να αναρωτιέσαι όταν έχεις να διαλευκάνεις ένα μυστήριο;
Η προοπτική λοιπόν να αλλάξει και να σωθεί ο κόσμος, τόσο στη σημερινή όσο και σε μελλοντικές κρίσεις, δεν είναι μέσα από όσα μας υπόσχονται ή μας διαγράφονται ως πιθανά σενάρια. Θα προκύψει μέσα από έναν αστάθμητο, μη υπολογίσιμο παράγοντα, όπως ακριβώς, χωρίς τίποτε να το προέβλεπε, χωρίζει ένας άνθρωπος τη ζωή του στα δύο και έχει να μιλάει για δύο εαυτούς, για τον πριν και για τον μετά. Αν η αξιέραστη παρουσία της Λίλυς Παπαγιάννη μάς φαίνεται κάτι υπερβολικό για να μας κάνει να καταλάβουμε την ύπαρξη μια τέτοιας αλλαγής, ας προσγειωθούμε σε κάτι αμεσότερο. Να αρχίσουμε να μελετάμε πια την επίδραση ιδιωτικών και μεμονωμένων συμπεριφορών στη διαμόρφωση καθολικών καταστάσεων. Και αν αδυνατούμε να το καταλάβουμε και αυτό, ας αρχίσουμε να ξεφυλλίζουμε παλιές εφημερίδες. Θα καταλάβουμε τότε πως τίποτε δεν έγινε ποτέ όπως ακριβώς προοιωνιζόταν, καθώς αντιλαμβανόμαστε πόσο η άγνωστη στη Βασίλισσα της Αγγλίας γιαγιά μας ήταν τελικά πολύ κοντά η μία στην άλλη.