Δεν είναι καινοφανής η θεωρία πως τα άκρα ταυτίζονται διότι οι όμοιες πρακτικές τους ακυρώνουν τις αντίθετες ιδεολογικές αφετηρίες. Εσχάτως μάλιστα, μετά την ορμητική είσοδο της Χρυσής Αυγής στο προσκήνιο, η θεωρία των όμοιων άκρων κερδίζει ραγδαία έδαφος στον δημόσιο διάλογο. Σύμφωνα με την τελευταία εκδοχή, οι κακές πρακτικές του ενός άκρου, της Αριστεράς, ευθύνονται για την άνοδο του άλλου, της Ακροδεξιάς. Με άλλα λόγια λοιπόν, θεωρείται απλό άκρο το νεοναζιστικό μόρφωμα με τα τάγματα εφόδου, τη βία, τους ξυλοδαρμούς μεταναστών, ομοφυλοφίλων, μειονοτικών Ρομά. Απλό άκρο μια δύναμη εκτός συνταγματικού τόξου, με παραστρατιωτικό σκέλος, μεταγραφές στελεχών από το ποινικό περιθώριο και αρχηγό που δηλώνει ότι νιώθει αηδία που βρίσκεται στη Βουλή.

Στο άλλο άκρο η ίδια θεωρία συγκαταλέγει ατάκτως αποδοκιμασίες και ρίψεις γιαουρτιών, συνδικαλιστικές πρακτικές θεμιτές ή αθέμιτες, κουκουλοφόρους «αναρχομπάχαλους» και εραστές του ένοπλου αντάρτικου πόλεων. Ολα ένας χυλός, χωρίς καν διαβάθμιση από τις πρακτικές αμφίβολης αισθητικής και πολιτικής ορθότητας ώς τις πράξεις δολοφονικής βίας. Οτιδήποτε, αρκεί ο πολιτικός αντίπαλος να χρεωθεί τον νεοναζισμό κι έτσι να απονομιμοποιηθεί.

Η θεωρία των δύο άκρων παρουσιάζει πολλές αναλογίες με το «μαζί τα φάγαμε»: αφού η εμπλοκή των πολλών στο ρουσφέτι και τη φοροδιαφυγή είναι ίσης βαρύτητας ατόπημα με την πολιτική ευθύνη των λίγων για τα πελατειακά δίκτυα και τη διαφθορά, τότε γιατί η άρνηση πληρωμής διοδίων και η μικροανομία των πολλών να μην είναι ισοδύναμες με την οργανωμένη φονική βία των ταγμάτων εφόδου; Κατεξοχήν φανατικοί διακινητές αυτών των σοφισμάτων είναι οι θιασώτες του διπολικού παιγνίου. Αποσιωπούν βέβαια ότι ο κατ’ επίφαση αντισυστημισμός του νεοναζιστικού μορφώματος κυρίως από τις στρεβλώσεις του δικομματικού μεταπολιτευτικού συστήματος τρέφεται. Η δικομματική ανοχή επέτρεψε στη Χρυσή Αυγή να έχει ανοιχτές παρτίδες με τμήματα του κρατικού μηχανισμού και να χαίρει κραυγαλέας ασυλίας. Ο κυρίαρχος «αντιλαϊκιστικός» λόγος με ευκολία καταδικάζει τις «πρακτικές των άκρων» αλλά παραβλέπει πως η «πολιτική του κέντρου» κυρίως τροφοδότησε το αντισυστημικό περιθώριο. Ξεχνά το επίσημο άλλοθι που δόθηκε στην Ακροδεξιά, όταν εθνικιστές και αντισημίτες έκρυψαν το τσεκούρι, φόρεσαν το κουστούμι της συναινετικής υπευθυνότητας και μπήκαν στο σαλόνι της κεντρικής πολιτικής σκηνής. Ξεχνά πως η διακομματική προσχώρηση στην ξενοφοβική ατζέντα -θυμηθείτε τον πολιτικό κανιβαλισμό του κ. Λοβέρδου με τις οροθετικές ιερόδουλες – μετατόπισε ολόκληρο τον άξονα της πολιτικής αντιπαράθεσης προς τα (ακρο)δεξιά.

Ακούω τον αντίλογο: δηλαδή δεν υπάρχει φονική βία της άλλης πλευράς; Φυσικά και υπάρχουν και τυφλή αντιεξουσιαστική βία και ένοπλα γκρουπούσκουλα και σκοτεινές οργανώσεις που έχουν διαπράξει ανθρωποκτονίες. Αν τους επιτραπεί να κατεβούν στις εκλογές και μπουν στη Βουλή, θα είναι ο αριστερός αντίποδας της νεοναζιστικής βίας. Προς το παρόν όμως παραμένουν αποκλειστικά αντικείμενο του ποινικού δικαίου ενώ η Χρυσή Αυγή – που θα έπρεπε επίσης να αντιμετωπίζεται έτσι – διεκδικεί τον διττό ρόλο του τρομοκράτη στα πεζοδρόμια και του τσαμπουκά – τιμωρού στη Βουλή. Οποιος λοιπόν συμψηφίζει τη συντεταγμένη, προγραμματική, μιλιταριστικού τύπου βία με τις ρίψεις γιαουρτιών ή ακόμα και με διαδηλωτές στις παρυφές της βίας, στην ουσία εξισώνει τη μαφία και τους μπράβους της νύχτας με τους μικροκακοποιούς πορτοφολάδες. Αυτή είναι η αναλογία. Η ανιστόρητη αριθμητική της βίας παραγνωρίζει πως ο φασισμός απλούστατα δεν συμψηφίζεται με τίποτα.

Η αντιμετώπιση της νεοναζιστικής απειλής αποτελεί δημοκρατικό καθήκον ανώτερο από το πολιτικό πρόταγμα της κάθε πολιτικής δύναμης. Οσοι υιοθετούν τη θεωρία των όμοιων άκρων αρνούνται να αναλάβουν αυτό το καθήκον, για να μπορούν από την «όχθη της ευθύνης» να ομογενοποιούν όσους δηλώνουν αντιμνημονιακοί. Προσφέρουν πολύ κακή υπηρεσία στη δημοκρατία. Αλλά και η Αριστερά πρέπει να τελειώνει με τον ακατέργαστο εθνολαϊκιστικό αντιμνημονιακό λόγο και το απλόχερο άλλοθι λαϊκής διαμαρτυρίας σε πράξεις χουλιγκανικής βίας. Εν ολίγοις, όσοι εξαντλούν την αντιφασιστική τους ρητορεία στο να χρεώνουν τη Χρυσή Αυγή στο απέναντι στρατόπεδο, πλανώνται αν πιστεύουν πως έτσι απονομιμοποιούν τον αντίπαλο. Στην πράξη, νομιμοποιούν τον επελαύνοντα φασισμό. Ο καθένας εντέλει πρέπει να συμμαχήσει ακόμα και με τον διάβολο μπροστά στη μείζονα απειλή. Το συνταγματικό τόξο πρέπει να λειτουργήσει.

Ο Κωστής Παπαϊωάννου είναι μέλος του ΔΣ της Ελληνικής Ενωσης για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου και του Πολίτη, www.antiphono.wordpress.com