Το ογκωδέστατο μυθιστόρημα του γάλλου αρχαιολόγου Μπλας ντε Ρομπλές (1953-) ξεκινάει καλά. Μια ρήση του Γκαίτε από τις «Εκλεκτικές συγγένειες» που αναφέρεται στην εξάρτηση των ιδεών από τον χώρο στον οποίο ενδημούν, είναι ό,τι πρέπει για να εισαχθούμε στον κόσμο του γαλλογερμανού δημοσιογράφου Ελεάζαρ που ζει στην Αλκάνταρα – μια φθίνουσα αποικιακή πόλη της Βραζιλίας. Πράγματι, οι ιδέες οφείλουν να προσαρμόζονται σε τόπους όπου αντί για αρκούδες και σκίουρους ζουν τίγρεις. Είναι ζήτημα ταυτότητας, αν όχι επιβίωσης. Ατυχώς αυτό δεν συμβαίνει με τον κεντρικό μας ήρωα, που εν μέσω της τροπικής βλάστησης, της μυθολογίας του σερτάο, του καρναβαλιού και της μαύρης μαγείας, και γενικότερα των όψεων υπανάπτυξης της βραζιλιάνικης ενδοχώρας, παραμένει προσκολλημένος στο έργο του Ιησουίτη Αθανασίου Κίρχερ (1602-1680).

Πρόκειται για μια πληθωρική προσωπικότητα που ίδρυσε στη Ρώμη ένα πρώιμο είδος μουσείου με εκπληκτικές συλλογές ανθρώπινων τεχνημάτων και προϊόντων της φυσικής ιστορίας. Είχε στο ενεργητικό του δεκάδες συγγράμματα που εκτείνονται από την αιγυπτιολογία στη σινολογία, από τη θρησκειολογία στην ηφαιστειολογία και από τη μηχανική σε εφευρέσεις ιπτάμενων μηχανών, πρώιμων φωνογράφων κ.λ.π. Ιδιοφυΐα στα χρόνια του, με παπική προστασία και μεγάλες χρηματοδοτήσεις, ο Κίρχερ ήθελε να τον ζυγίζουν καθημερινά για να διαπιστώσει το βάρος της ανθρώπινης ψυχής σε ουγκιές.

Ο αργόσχολος Ελεάζαρ διαβάζει λοιπόν μια ανέκδοτη σχοινοτενή βιογραφία του Κίρχερ αλλά εντέλει πατάει delete στον φάκελο των σημειώσεών του καθώς αποδεικνύεται ότι μέρος της βιογραφίας είναι γραμμένο εκ των υστέρων, πράγμα που εξηγεί κάποιους εξόφθαλμους αναχρονισμούς. Ετσι όμως, μοιάζει σαν ο συγγραφέας και παντογνώστης αφηγητής να παραιτείται από την απόπειρα γραφής μιας μυθιστορηματικής ιστορίας των ιδεών, για την οποία το πρόταγμα του Γκαίτε υπήρξε πολλά υποσχόμενο. Κρίμα.

Το υπόλοιπο μισό βιβλίο είναι ένα άλλο βιβλίο. Πρόκειται για χαλαρά συνδεόμενες περιπέτειες στη Βραζιλία του 1980 – όπως εικάζω από τα συμφραζόμενα – με ύφος λαϊκού αναγνώσματος. Πρώτον της κόρης του Ελεάζαρ, ναρκομανούς και εύκολα μεταμελούμενης λεσβίας, που πίνει του σκοτωμού, παραδίδεται στη γοητεία του σαμανισμού, βιάζεται από τον ινδιάνο γητευτή της και την παρέα του, κλέβει τον ανάπηρο ζητιάνο σωτήρα της και πεθαίνει από την ντρόγκα. Του ως άνω ζητιάνου, που καταφέρνει να δολοφονήσει τον διεφθαρμένο κυβερνήτη της Πολιτείας του Μαρανιάο, ο οποίος κάνει μύρια όσα για να απαλλοτριώσει γαίες όπου θα εγκατασταθεί μια θηριώδης ξενοδοχειακή μονάδα. Της εν διαστάσει συζύγου του Ελεάζαρ, παλαιοντολόγου, που αναζητεί απολιθώματα στο Μάτο Γκρόσο με μια ομάδα, στην οποία περιλαμβάνεται ένας απεχθέστατος πρώην Ναζί. Αλλά και μιας άγνωστης φυλής Ινδιάνων που μιλάει… λατινικά μέσω βιβλίου του Κίρχερ που βρέθηκε, άγνωστο πώς, στη ζούγκλα. Αυτή είναι και η μοναδική σύνδεση του Ιησουίτη με τη σύγχρονη Βραζιλία. Εχουμε ακόμη τις απαραίτητες φαβέλες όπου ενδημεί η φτώχεια, και τον απαραίτητο ιμπεριαλισμό που επιδιώκει να ιδιοποιηθεί παρθένες γαίες για την εγκατάσταση βάσης εκτόξευσης πυραύλων, κ.ο.κ.

Εντέλει, εν μέσω ενός μη ιεραρχημένου πληροφοριακού καταιγισμού συμπεραίνουμε ότι ο παπαγάλος του Ελεάζαρ που ονομάζεται… Χάιντεγκερ λειτουργεί ως διπλός καθρέφτης για την αδυναμία συγκρότησης της πραγματικότητας και για τη σχετικοποίηση της ιστορίας των ιδεών στα χρόνια του παγκοσμιοποιημένου μεταμοντερνισμού.