Εντυπωσιακή η υποτιθέμενη πτώση της βασίλισσας από το ελικόπτερο, με το ροζ-σομόν συνολάκι συνοδευόμενη από τον πράκτορα-σύμβολο Τζέιμς Μποντ (Ντάνιελ Κρεγκ). Aπογείωσε το αυτοσαρκαστικό, βρετανικό χιούμορ ο αφασικός μικροαστός Μίστερ Μπιν – Ρόουαν Ατκινσον. Aλλά το πραγματικό στίγμα της τελετής έναρξης των Ολυμπιακών Αγώνων του Λονδίνου 2012 ήταν η αντίληψη για την αφήγηση της (σύγχρονης βρετανικής) Ιστορίας του σκηνοθέτη Ντάνι Μπόιλ, με σαφέστατη πολιτική σφραγίδα.

Μια αφήγηση που καταρχήν απευθυνόταν στους ίδιους τους Βρετανούς, γεγονός που επισημάνθηκε – με σχόλια όχι και τόσο θετικά – από κριτικούς σε όλο τον κόσμο. Ωστόσο η κεντρική της ιδέα, με τον δέοντα ρομαντισμό και την καλλιτεχνική λείανση της μνήμης που απαιτεί η περίσταση, αποτελούσε ως μεταφορά και ένα παγκόσμιο μήνυμα για τους λαούς του κόσμου, ότι την Ιστορία τους τη γράφουν οι ίδιοι, οι εργάτες της γης και οι τεχνίτες των μηχανών. Οσο για την κουλτούρα, τη σφραγίζουν τα εμπνευσμένα έργα, είτε τα ανθρωπιστικά είτε της τέχνης του λόγου. Απέφυγε επιδεικτικά ο Ντάνι Μπόιλ οποιαδήποτε αναφορά στο «αυτοκρατορικό μεγαλείο» της Βρετανίας και τον πομπώδη πατριωτισμό, επιλέγοντας ακόμη και την εικόνα του απόλυτου εθνικού συμβόλου της βασίλισσας και του ανακτόρου του Μπάκιγχαμ να την εντάξει στην αφήγηση του λαϊκού κινηματογραφικού μέσου, με το χιουμοριστικό φιλμάκι γυρισμένο μήνες πριν την τελετή έναρξης.

Η τελετή επιχείρησε έναν ύμνο στον λαό και το λαϊκό, τη ραχοκοκκαλιά της οικονομίας και με αυτή την έννοια στο παγκόσμιο καταναλωτικό κοινό. Στη ρομαντική αναπαράσταση της βρετανικής αγροτικής ζωής πρωταγωνιστούσαν οι απλοί αγρότες και όταν αποσύρθηκε το σκηνικό, για να μετατραπεί ο πράσινος παράδεισος σε γκρι βιομηχανικό τοπίο και οι πρώην αγρότες να γίνουν ανθρακωρύχοι και εργάτες των εργοστασίων, εμφανίστηκε σαφές το πολιτικό στοιχείο με αναφορές στις ομάδες που διεκδίκησαν δικαιώματα και τις γυναίκες εργάτριες που απαίτησαν ίσα μεροκάματα και ψήφο.

Στίχοι του Σαίξπηρ από την «Τρικυμία» με τον Κένεθ Μπράνα να απαγγέλλει, στίχοι του Μίλτον και του Μπλέικ, συμβολικοί και για τη σημερινή εποχή της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης, καθώς αναφέρονται στους «χαμένους παραδείσους», αλλά και στα όνειρα που μετά την καταιγίδα ξανάρχονται («… and I will dream again»). Η Τζ. Κ. Ρόουλαντ, συγγραφέας του Χάρι Πότερ, διάβαζε αποσπάσματα από τον «Πίτερ Παν», καθώς στην αρένα σχηματιζόταν αναπαράσταση παιδικού νοσοκομείου, αναφορά στο Great Osmond Street Hospital που δημιούργησε ο Τζ. Μ. Μπάρι, συγγραφέας του «Πίτερ Παν», ταυτοχρόνως ύμνος στο παιδί, το δικαίωμα στο όνειρο, αλλά και στο λαϊκό σύστημα υγείας, που χωρίς αυτό δεν υπάρχει δημοκρατία πουθενά στον κόσμο.

Ηταν, αν μη τι άλλο, και μια ενδιαφέρουσα άποψη για το μήνυμα των Ολυμπιακών Αγώνων, που υμνούν την υγεία και την ευρωστία και η οποία έμοιαζε να αντιπαρατίθεται στην κινηματογράφηση από τη Ρίφενσταλ των Ολυμπιακών του ’36, όταν η ευρωστία – και δη της λευκής, ξανθής φυλής – αναδεικνυόταν από τη «φαιά ιδεολογία» σαν απόλυτο όπλο προς αφανισμό των «ελαττωματικών».

Κιτς εξ ορισμού οι τελετές έναρξης του μεγάλου αθλητικού πανηγυριού, ύμνοι στο τηλεοπτικό μέσο και το κοινό τους, εξ ου και τα άφθονα φωτάκια, τρικ, εφέ και ό,τι άλλο έχει εφεύρει η εξέλιξη της τεχνικής του θεάματος. Στην τελετή της Αθήνας το 2004 κατάφερε η έμπνευση του Παπαϊωάννου να τους προσδώσει εκείνη τη μοναδική, σχεδόν εστέτ αισθητική, που προσφέρουν οι αυθεντικές καλλιτεχνικές δημιουργίες, κατορθώνοντας να αφηγηθεί το ανθρώπινο μεγαλείο.

Αν και με τελείως διαφορετική αισθητική και φυσικά σενάριο, ο πυρήνας της κεντρικής ιδέας του Μπόιλ θα λέγαμε ότι βρισκόταν πολύ πιο κοντά στην αντίληψη της τελετής των Αθηνών από οποιαδήποτε άλλη πρόσφατη – αν και αποφεύχθηκε από όλους τους σχολιαστές κάθε αναφορά.

Ναι, όπως έγραψαν ειρωνικά οι Γάλλοι, η τελετή έναρξης ήταν «So British!» – αν και η αντίληψη του Μπόιλ για την αφήγηση της Ιστορίας έμοιαζε να βασίζεται στη ριζοσπαστική σχολή του δικού τους Μπροντέλ και της ομάδας των ιστορικών της Σορβόννης, που ανέδειξαν σε μοχλό της Ιστορίας τον καθημερινό άνθρωπο.

Για όσους δυσκολεύονταν να αντιληφθούν τις αναφορές και τις ιδιομορφίες της «πολύ βρετανικής» τελετής, προσφορά ήταν το φιλμάκι με τον Τζέιμς Μποντ, ο «αυτοκρατορικός» Μπέκαμ να μεταφέρει κοστουμαρισμένος τη φλόγα με ταχύπλοο στον Τάμεση, ο Μίστερ Μπιν να παίζει στο συνθεσάιζερ μια νότα από το Οσκαρικό «Δρόμοι της φωτιάς» και τη μουσική του Vangelis (Παπαθανασίου) και το φινάλε με το μουσικό ποτ-πουρί που περιελάμβανε από Beatles μέχρι Prodigy και από Rolling Stones μέχρι Queen και Sex Pistols, ενώ ο Πολ ΜακΚάρτνεϊ έκλεισε την τελετή τραγουδώντας αυτοπροσώπως – οι στολές της βρετανικής ομάδας σχεδιασμένες από την κόρη του Στέλλα, λευκές με ολόχρυσες, ντίσκο λεπτομέρειες, ξένισαν πάντως τους Βρετανούς.