Πάνω στο μνημείο που ανεγέρθηκε στο λύκειο Κολουμπάιν στο Κολοράντο, ύστερα από την ομώνυμη σφαγή, είναι γραμμένα τα εξής: «Το συμβάν αυτό γονάτισε το έθνος μας αλλά τώρα καταφέραμε να επανέλθουμε και να αλλάξουμε τα πράγματα. Τι μάθαμε;». Δεκατρία χρόνια μετά και ύστερα από το νέο μακελειό της προηγούμενης Πέμπτης σε κινηματογραφική αίθουσα του Ντένβερ, η απάντηση που λογικά θα έδιναν οι περισσότεροι Αμερικανοί θα ήταν «όχι και πολλά».

Η δολοφονική μανία που κατέλαβε τους 16χρονους Ερικ Χάρις και Ντίλαν Κλέμπολ στο Κολουμπάιν είχε ως αποτέλεσμα – εκτός από τον θάνατο 13 ανθρώπων και την αυτοκτονία των δύο δολοφόνων – να αρχίσει μια δημόσια συζήτηση σχετικά με την αυστηρότητα των νόμων που σχετίζονται με την οπλοκατοχή. Η συζήτηση όμως δεν κατέληξε πουθενά. Ούτε η εθνική νομοθεσία άλλαξε ούτε τέθηκαν αυστηρότεροι περιορισμοί ενώ σήμερα η Πολιτεία του Κολοράντο έχει από τους πιο χαλαρούς νόμους στις ΗΠΑ όσον αφορά την προμήθεια όπλων. Σύμφωνα με τις Αρχές, ο Τζέιμς Χολμς σκόρπισε τον θάνατο στο προάστιο Ορόρα του Ντένβερ χρησιμοποιώντας τέσσερα διαφορετικά όπλα και 6.000 σφαίρες που είχε προμηθευτεί με τρόπο καθ’ όλα νόμιμο. Η αποτρόπαιη σφαγή προκάλεσε τη δημόσια κατακραυγή και έτσι άρχισε και πάλι μια δημόσια συζήτηση. Από ό,τι φαίνεται όμως, μόνο η συζήτηση και όχι η δράση είναι αυτό που επιθυμούν στην πραγματικότητα οι Αμερικανοί.

«Τι εκπροσωπούν και γιατί δεν αντιδρούν;» αναρωτιόταν στην αρχή της εβδομάδας ο δήμαρχος της Νέας Υόρκης Μάικλ Μπλούμπεργκ, απευθυνόμενος στους δύο υποψηφίους για την αμερικανική Προεδρία Μπαράκ Ομπάμα και Μιτ Ρόμνεϊ. Ο Μπλούμπεργκ, σχεδόν αμέσως μετά τη νέα σφαγή, άρχισε να μιλά ξανά για την ανάγκη υποβολής περιορισμών και της ψήφισης αυστηρότερων νόμων σχετικά με την οπλοκατοχή. Ο Μπλούμπεργκ όμως είναι δισεκατομμυριούχος και δεν έχει ανάγκη χρημάτων για να επανεκλεγεί, σε αντίθεση με τους υπόλοιπους πολιτικούς. Για τον λόγο αυτό προσέχουν εξαιρετικά οποιαδήποτε κίνησή τους που θα περιόριζε τη δεύτερη τροποποίηση του αμερικανικού Συντάγματος που απαγορεύει την παραβίαση του δικαιώματος οπλοκατοχής. Η αμερικανική κοινή γνώμη, με μικρή διαφορά αλλά ξεκάθαρα, τάσσεται υπέρ του δικαιώματος οπλοκατοχής.

Η Εθνική Ενωση Οπλων είναι ένα πανίσχυρο λόμπι με πρωτοφανή επιρροή στην αμερικανική πολιτική σκηνή ενώ δεν διστάζει να χρησιμοποιήσει την εξουσία που κατέχει για να πολεμήσει όσους αντιμάχονται την οπλοκατοχή. Πολλοί Δημοκρατικοί θεωρούν πως ο Αλ Γκορ έχασε τις προεδρικές εκλογές του 2000 εξαιτίας της εναντίωσής του στην Ενωση Οπλων και ενώ το 2011 η γερουσιαστής Γκάμπριελ Γκίμπονς παρά λίγο να πεθάνει εξαιτίας μιας ακόμη δολοφονικής επίθεσης που κατέληξε σε μακελειό, η Ουάσιγκτον συνεχίζει να νομοθετεί υπέρ των όπλων. Ακόμη μία φορά η Αμερική πενθεί τα θύματα μιας ακατανόητης σφαγής. Σύντομα ο οδυρμός θα περάσει και ο κόσμος ίσως να αναρωτηθεί ξανά τι έχει αλλάξει. Οπως σημειώνει σε άρθρο του στην «Ιντιπέντετ» ο Στέφεν Φόλεϊ, η απάντηση ενδέχεται να είναι και πάλι «όχι και πολλά».