Η κρίση χρέους εξελίχθηκε στη βαθύτερη κρίση εμπιστοσύνης στην ιστορία της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Πολίτες και επενδυτές αναρωτιούνται: κάνει πράγματι η Ευρώπη ό,τι είναι απαραίτητο ώστε να μην οξυνθεί κι άλλο; Θα πετύχει έγκαιρα το εγχείρημα του μετασχηματισμού της ΕΕ σε μια ένωση σταθερότητας; Μήπως ειδικά εμείς οι Γερμανοί εξουθενώνουμε τους εταίρους μας με τους αυστηρούς όρους για περισσότερη δημοσιονομική πειθαρχία; Μήπως παραβλέπουμε λόγω αυτού το ζήτημα της ανάπτυξης και της ανταγωνιστικότητας στην Ευρώπη;

Είναι σαφές: η Ευρώπη νοσεί λόγω μιας νοοτροπίας συσσώρευσης χρεών, που δημιουργήθηκε σταδιακά με το πέρασμα των δεκαετιών. Την ίδια περίοδο κάποιες χώρες υπέστησαν επιπλέον και μείωση της ανταγωνιστικότητάς τους. Αυτά τα δύο μαζί αποτελούν τροχοπέδη και δυσχεραίνουν την υπέρβαση της κρίσης.

Τώρα όμως βρισκόμαστε σε καλό δρόμο, ώστε να αντιμετωπίσουμε με αποφασιστικότητα τα αίτια της κρίσης και να ξανακερδίσουμε την εμπιστοσύνη των πολιτών και των αγορών. Οι κοινές μας προσπάθειες να επανατοποθετήσουμε την ευρωπαϊκή οικονομία σε μια σταθερή βάση αποφέρουν ήδη τους πρώτους καρπούς. Η δημοσιονομική συνθήκη που διαπραγματευόμαστε αυτές τις μέρες θα θέσει δεσμευτικούς κανόνες για τη διαρκή ενίσχυση της δημοσιονομικής πειθαρχίας. Οι μεταρρυθμιστικές προσπάθειες της Ελλάδας και άλλων χωρών είναι άξιες σεβασμού και θα πρέπει να εφαρμοστούν με συνέπεια.

Η δημοσιονομική προσαρμογή είναι αναπόφευκτη, αποτελεί όμως μόνο το μισό βήμα. Ολες οι προσπάθειες για σταθερότητα θα ήταν μάταιες εάν οι οικονομίες μας δεν επιστρέψουν σε πορεία σταθερής ανάπτυξης. Η στρατηγική μας δεν πρέπει ως εκ τούτου να εξαντλείται στη λιτότητα, αλλά θα πρέπει ταυτόχρονα να φροντίσει να τεθούν οι βάσεις για μια βιώσιμη ανάπτυξη. Βασικό εργαλείο για κάτι τέτοιο αποτελεί η ανταγωνιστικότητα. Στη δική της ενίσχυση πρέπει να επικεντρωθούμε και όχι να ενθουσιαζόμαστε στην προοπτική μιας πρόσκαιρης δημοσιονομικής άνοιξης.

Η οικονομική αλληλουχία είναι γνωστή: χωρίς ανάπτυξη απειλούμαστε με ύφεση, περισσότερη ανεργία, επιδείνωση της κρίσης χρέους και μακροπρόθεσμα με την αυτοπεριθωριοποίηση της Ευρώπης. Υπάρχουν όμως και πολιτικοί λόγοι για τους οποίους χρειαζόμαστε περισσότερη ανάπτυξη στην Ευρώπη. Μια υγιής οικονομία που προσφέρει ευκαιρίες σε όλους τους πολίτες αποτελεί τη βάση για την κοινωνική συνοχή και την κοινωνική αποδοχή των απαραίτητων μεταρρυθμίσεων.

Φέτος θα πρέπει επομένως να φροντίσουμε, παράλληλα με τα απαραίτητα μέτρα εξυγίανσης, να συντάξουμε και μια φιλόδοξη ατζέντα για περισσότερη ανάπτυξη και ανταγωνιστικότητα. Η Ευρώπη πρέπει επιτέλους να αποτινάξει τα δεσμά, τα οποία η ίδια επέβαλε στον εαυτό της, και να απελευθερώσει το τεράστιο δυναμικό της σε τρεις τομείς:

Ενιαία αγορά. Τις δεκαετίες του ’80 και του ’90 δόθηκε για πρώτη φορά μια τεράστια ώθηση με τη θέσπιση των «τεσσάρων βασικών ελευθεριών». Σήμερα, η επέκταση της ενιαίας αγοράς σε νέους τομείς δημιουργεί για άλλη μία φορά μεγάλες ευκαιρίες. Αυτό ισχύει ειδικότερα για την ψηφιοποιημένη οικονομία και το διαδικτυακό εμπόριο, την ενέργεια, όπου ο μεγαλύτερος ανταγωνισμός θα οδηγήσει σε χαμηλότερες τιμές και μεγαλύτερη ασφάλεια στο ζήτημα της παροχής ενέργειας, αλλά και την ενίσχυση μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων μέσω της απλούστευσης γραφειοκρατικών διαδικασιών και της ευκολότερης πρόσβασης σε κεφάλαια υψηλού κινδύνου. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει υποβάλει πολλές προτάσεις για την επέκταση της ενιαίας αγοράς, οι οποίες θα πρέπει να υλοποιηθούν τάχιστα. Σε γενικές γραμμές, θα έπρεπε να υπάρξουν δοκιμαστικές διαδικασίες για την επιλογή των κατάλληλων αναπτυξιακών μέτρων καθώς και μια διαδικασία ταχείας κοινοβουλευτικής επικύρωσής τους.

Προϋπολογισμοί της ΕΕ. «Περισσότερη ανταγωνιστικότητα». Αυτό θα πρέπει να είναι το ζητούμενο για τους μελλοντικούς προϋπολογισμούς της ΕΕ. Πρέπει να επενδύσουμε εκεί όπου μπορούμε να δημιουργήσουμε βιώσιμη ανάπτυξη. Γι’ αυτόν τον λόγο πρέπει να επανελεγχθεί η διαρθρωτική πολιτική της ΕΕ. Θα πρέπει να δημιουργηθεί ένα ευρωπαϊκό ταμείο ανάπτυξης, το οποίο θα διαθέτει τους μη απορροφηθέντες πόρους των διαρθρωτικών ταμείων στοχευμένα για αναπτυξιακά προγράμματα σε προβληματικές χώρες. Καθοριστική θα είναι και η στόχευση του προϋπολογισμού στους τομείς της εκπαίδευσης, της έρευνας και της καινοτομίας.

Ελεύθερο εμπόριο. Το 2015 το 90% της παγκόσμιας οικονομικής ανάπτυξης θα προέρχεται από χώρες εκτός Ευρώπης και κυρίως από την Ασία και τη Βόρεια και Νότια Αμερική. Εμείς οι Ευρωπαίοι πρέπει να προσπαθήσουμε περισσότερο απ’ όσο μέχρι τώρα για να αυξήσουμε το μερίδιό μας. Η σημασία του ελεύθερου εμπορίου θα αυξάνεται. Η ΕΕ θα πρέπει λοιπόν να καταβάλει εντατικές προσπάθειες ώστε να υπογράψει εμπορικές συμφωνίες ελεύθερων συναλλαγών με τα παλιά, αλλά και τα νέα οικονομικά κέντρα του κόσμου. Αυτό ισχύει για τις ΗΠΑ και φυσικά για τις διαπραγματεύσεις με την Ιαπωνία. Θα πρέπει όμως να ολοκληρώσουμε σύντομα και τις διαπραγματεύσεις με την Ινδία, τις χώρες του Κόλπου και τη Βραζιλία.

Τις σημαντικότερες όμως προϋποθέσεις για την ανάπτυξη πρέπει να τις δημιουργήσουν τα ίδια τα κράτη-μέλη, με μεταρρυθμίσεις στην αγορά εργασίας, στα συστήματα συνταξιοδότησης και στις υποδομές. Αυτό δεν ισχύει μόνο για τα κράτη εκείνα που υποφέρουν τώρα περισσότερο από την κρίση. Οι μεταρρυθμίσεις είναι πάντοτε πιο αποτελεσματικές – και λιγότερο επώδυνες – όταν δεν αποφασίζονται και εφαρμόζονται μεσούσης της κρίσης, αλλά νωρίτερα. Κανείς δεν το γνωρίζει καλύτερα από τους ανθρώπους που σηκώνουν αυτή τη στιγμή το βάρος δραστικών μεταρρυθμίσεων, οι οποίες έγιναν επιτακτικές λόγω της κρίσης.

Αυτό σημαίνει όμως, επίσης, ότι θα πρέπει να κάνουμε όλοι τα μαθήματά μας. Ακόμη και η Γερμανία – όσο καλά κι αν στέκεται αυτή τη στιγμή – δεν θα μπορέσει να αντεπεξέλθει χωρίς ένα διαρκές μεταρρυθμιστικό πρόγραμμα για την ενίσχυση της ανάπτυξης και της ανταγωνιστικότητάς της. Ταυτόχρονα εμείς οι Γερμανοί θα έπρεπε μαζί με τους υπόλοιπους οικονομικά εύρωστους εταίρους μας να κάνουμε τα πάντα ώστε να στηρίξουμε τους γείτονές μας που το έχουν ανάγκη στη δύσκολη πορεία τους.

Τελευταία ακούγεται συχνά το επιχείρημα ότι δημοσιονομική εξυγίανση και ανάπτυξη δεν συμβαδίζουν. Διαφωνώ. Και τα δύο είναι εφικτά. Το απέδειξε η Γερμανία, το απέδειξαν πολλοί από τους βόρειους και ανατολικούς γείτονές μας με εντυπωσιακό τρόπο. Εάν φέτος καταφέρουμε να χαράξουμε την πορεία μας, τότε θα καταφέρουμε επίσης να υπερβούμε την κρίση με τρόπο που θα διασφαλίζει τη βιώσιμη ανάπτυξη. Ταυτόχρονα θέτουμε και τον θεμέλιο λίθο μιας πολιτικά ενοποιημένης Ευρώπης, η οποία ενόψει των παγκόσμιων προκλήσεων θα μιλάει με μια, ενιαία, φωνή.

Ο Γκίντο Βεστερβέλε είναι υπουργός Εξωτερικών της Γερμανίας