Δεν φτιάχνουν μπαλάντες, δεν σκύβουν πάνω από την κιθάρα, δεν διαβάζουν παρτιτούρες, δεν τις… έφαγαν ποτέ επειδή τους έπιασαν αδιάβαστους στο μάθημα της μουσικής. Οι Word of Mouth – o Bitman και ο El Pap Chico – είναι ό,τι καλύτερο έχει να επιδείξει η χώρα μας στην τέχνη του beatboxing.

Προσοχή: Οχι boxing. Beatboxing. Που σημαίνει την τέχνη της αναπαραγωγής ρυθμών, ήχων, κρότων κ.λπ. αποκλειστικά με τη χρήση του στόματος, της αναπνοής και των φωνητικών χορδών. Και μαζί κίνηση και στυλ που κρατάει από την κουλτούρα του χιπ χοπ και ένα σύμπαν από ήχους και ρυθμούς το οποίο σε βάζει πάραυτα στην πρίζα. «Το beatbox», λέει ο El Pap Chico (δεν θέλει να λέει το κατά κόσμον όνομά του), «είναι ένα άτυπο, ξεχωριστό έθνος, όπου όλοι οι εκπρόσωποί του από κάθε χώρα μπορούν να συνεννοηθούν μεταξύ τους. Η γλώσσα μας είναι ο ρυθμός και ο ήχος».

Το ξεκίνημά τους έγινε το 2007 ανοίγοντας τη συναυλία του Snoop Dog και από τότε τους βλέπαμε τακτικά σε φεστιβάλ (όπως στο Ηip Hop Culture Festival, 2008), στη Γιορτή της Μουσικής (2007) αλλά και στις παραστάσεις που έκαναν με το φωνητικό σχήμα Σανάδες υπό τον τίτλο «Εχει τρέλα το α καπέλα».

Φιναλίστ στον παγκόσμιο διαγωνισμό Beatbox 2009 που έγινε στη Γερμανία, δεν σταμάτησαν να διεκδικούν μια θέση στην καρδιά των ελλήνων ακροατών και να το παλεύουν σταθερά, ψάχνοντας διαρκώς τα όρια της τέχνης τους. Πώς επιλέγουν άραγε το ρεπερτόριό τους; Με τι κριτήρια; «Με μοναδικό κριτήριο να γουστάρουμε», αναφέρει ο El Pap Chico. «Mε τις Σανάδες, λόγου χάρη, το κριτήριο ήταν αποκλειστικά μουσικό, τα θρακιώτικα και τα κρητικά ταιριάζουν πολύ με τους ρυθμούς του beatbox και του χιπ χοπ. Εχουν κοινή βάση». Και πού μαθαίνεται η τέχνη αυτή; Αστεία πράγματα… Δεν μαθαίνεται αν δεν θέλεις να τη μάθεις – κάνοντας ώρες, μέρες, μήνες πρόβα μπροστά στον καθρέφτη. «Εμείς είμαστε εμπειρικοί. Πολλή δουλειά, πολλές πρόβες. Βλέπετε, η σκηνή αυτή έχει μικρή κινητικότητα στην Ελλάδα. Εμείς ήμασταν οι πρώτοι, αλλά τώρα σιγά σιγά βρίσκουμε και νεότερα παιδιά, κυρίως μέσα από το Διαδίκτυο και το facebook. Tα ψάχνουμε, τα αναδεικνύουμε, θέλουμε να έχουμε επαφή».

Το beatboxing στο Google ορίζεται ως «η τέχνη της παραγωγής φωνητικών ήχων σε μίμηση μουσικών οργάνων, κατά κύριο λόγο κρουστών. Ντραμς, έγχορδα, ακόμη και σκρατς σε δίσκους βινυλίου γίνονται αποκλειστικά με τον ήχο του στόματος ή την επιφάνεια του στήθους».

Στις αρχές της δεκαετίας του 1980, πρωτοπόροι του είδους, όπως οι Νταγκ Φρες και Μπιζ Μάρκι, μιμούνταν τα drum machines (beatboxes), από όπου και προέκυψε το όνομα του είδους. Στα μέσα της δεκαετίας του 1990 η «τέχνη» του beatbox αναζωπυρώθηκε χάρη – μεταξύ άλλων – στον Μάικλ Γουίνσλοου και τις «τρελές» φωνές του στην κινηματογραφική «Μεγάλη των μπάτσων σχολή».