Ενα e-mail που έλαβαν από το υπουργείο Οικονομικών τη δεύτερη μέρα των Χριστουγέννων και προέβλεπε την αντικατάστασή τους πυροδότησε τελικά τις καταγγελίες των οικονομικών εισαγγελέων Γρηγόρη Πεπόνη και Σπύρου Μουζακίτη.

Η αίτηση για την αντικατάστασή τους αποτελεί «αυθόρμητη εκδήλωση της έντονης δυσαρέσκειάς τους από τη μελετώμενη νομοθετική κατάργησή τους και είναι απότοκη της επαινετής ευαισθησίας τους στην προσήλωσή τους για την εκτέλεση των καθηκόντων τους», καταλήγει στην αναφορά του ο αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου Φώτης Μακρής, ο οποίος διερεύνησε τις καταγγελίες των συναδέλφων του.

Ο ανώτατος εισαγγελικός λειτουργός διαπίστωσε πως «δεν προέκυψε ότι επιχειρήθηκε καμία ποινικώς αξιόλογη ή καθ’ οιονδήποτε τρόπο υπηρεσιακά επιλήψιμη σε αυτούς παρέμβαση στο έργο τους».

«Από την αρχή είχα καταστήσει σαφές ότι η διαχείριση των καταγγελιών ανήκει κυρίως στην αρμοδιότητα της ελληνικής Δικαιοσύνης. Ομως δεν μπορώ να αγνοήσω το γεγονός ότι οι συγκεκριμένοι αντεισαγγελείς έπληξαν το κύρος της δικαιοσύνης με τις συγκεκριμένες πράξεις τους», δήλωσε ο Μιλτιάδης Παπαϊωάννου δείχνοντας ότι για το υπουργείο Δικαιοσύνης η υπόθεση δεν έχει κλείσει ακόμα.

«Δικαιοπολιτικά ατεκμηρίωτες» και «ουσιαστικά αβάσιμες» χαρακτηρίζει ο αρμόδιος υπουργός τις καταγγελίες των εισαγγελικών λειτουργών, κάνοντας λόγο και για «απρόκλητη αμφισβήτηση της νομοθετικής πρωτοβουλίας».

Οι κ.κ. Πεπόνης και Μουζακίτης, οι οποίοι χθες έλαβαν γνώση του πορίσματος που τους αφορά, δεν θέλησαν να μιλήσουν για την υπόθεση.

Ωστόσο, όπως προκύπτει από τη δεκασέλιδη αναφορά του κ. Μακρή, τρεις ήταν οι υποθέσεις που επικαλούνται διευκρινίζοντας με κατηγορηματικό τρόπο ότι οι επιχειρούμενες παρεμβάσεις δεν είχαν ποινική απαξία ούτε τους εμπόδισαν να ασκήσουν τα καθήκοντά τους με βάση τον νόμο και τη συνείδησή τους.

n Υπόθεση CDS. Σύμφωνα με τα λεγόμενά τους, ο υπουργός Δικαιοσύνης, ο εισαγγελέας του Αρείου Πάγου και ο επόπτης αντεισαγγελέας του ανωτάτου δικαστηρίου Ν. Παντελής τούς συνέστησαν να επισπεύσουν την υπόθεση. Σημειώνεται ότι εκ του νόμου όλοι οι προαναφερόμενοι έχουν δικαίωμα σε μείζονος σημασίας υποθέσεις να ζητήσουν την κατά προτεραιότητα διενέργεια των ερευνών.

n Υπόθεση των μεγαλοοφειλετών του Δημοσίου. Ο εισαγγελέας του Αρείου Πάγου και ο επικεφαλής του Οικονομικού Τμήματος Ν. Παντελής εξήγησαν στον κ. Πεπόνη ότι προτού δώσει την εντολή για τη διενέργεια έρευνας, με αφορμή δημοσίευμα περί ισχυρισμών του πρώην υφυπουργού Οικονομικών Δ. Κουσελά για λίστα με φοροφυγάδες, θα ήταν φρονιμότερο να πάρει πρώτα στα χέρια του τον κατάλογο και μετά να παρέμβει.

n Υπόθεση καταγγελιών για οικονομικές ατασθαλίες σε χρηματοπιστωτικό ίδρυμα. Ο κ. Πεπόνης αναφέρει ότι στα τέλη του περασμένου Νοεμβρίου πήγε στο γραφείο του γνωστός και έγκριτος δημοσιογράφος και τον πληροφόρησε πως μεγάλος οικονομικός παράγων διατύπωσε απειλές για το πρόσωπό του εξαιτίας εκκρεμούς έρευνας. Του είπε ακόμα ότι «ο διοικητής της υπηρεσίας Δίωξης Ηλεκτρονικού Εγκλήματος της ΕΛΑΣ ήταν δικός του άνθρωπος και παρακολουθούσε τις κινήσεις του κατά πόδας».

Το περιστατικό αυτό ο κ. Πεπόνης το θεώρησε ιδιαίτερα σοβαρό και το ανακοίνωσε στους προϊσταμένους του και στον αρχηγό της ΕΛΑΣ προκειμένου να ληφθούν μέτρα για την προσωπική του ασφάλεια.

Ωστόσο, ο ίδιος ο εισαγγελέας καταθέτοντας στον Αρειο Πάγο δεν κατονομάζει τα πρόσωπα αυτά, με αποτέλεσμα το τοπίο των καταγγελιών να παραμένει θολό και μετά το τέλος της έρευνας.