Αν η έκδοση του «Ηγεμόνα» το 1532, πέντε χρόνια μετά τον θάνατο του Νικολό Μακιαβέλι, αποτέλεσε «ένα τεράστιο σκάνδαλο», όπως σημειώνει στον πρόλογο του βιβλίου ο σημερινός υπουργός Επικρατείας Παντελής Καψής, τότε η προσαρμογή του κειμένου του πρωτοπόρου Φλωρεντίνου στις ανάγκες ενός καθηγητή γυμνασίου ή λυκείου θα πρέπει να θεωρηθεί ακόμη πιο σκανδαλώδης. Εισηγητής μιας ρεαλιστικής, αν όχι κυνικής, αντίληψης της πολιτικής και υποστηρικτής της ωφελιμιστικής επιλογής των μέσων που είναι απαραίτητα για την επίτευξη των όποιων σκοπών, ο Μακιαβέλι θα έπρεπε να θεωρείται ακατάλληλος για τη ρύθμιση των σχέσεων μεταξύ δασκάλου και μαθητών. Ομως ο άνθρωπος που υπογράφει το παρόν βιβλίο, δεν είναι ο Μακιαβέλι αλλά κάποιος που διδάσκει σε μαθητές γυμνασίου και λυκείου από το 1987. Ο Τζώρτζης Μηλιάς γνωρίζει πως το βασικότερο για έναν δάσκαλο είναι να καταφέρει να επικοινωνήσει με τους μαθητές. Και αναφέρεται σε ένα «υπέροχο παιχνίδι, εξουσίας, αγάπης και γνώσης», παιχνίδι στο οποίο ο Μακιαβέλι έχει τον ρόλο του συμβούλου που άλλοτε υπενθυμίζει στον δάσκαλο πως το πρώτο πράγμα που πρέπει να μάθει, ακριβώς όπως και ένας ηγεμόνας, είναι ο τρόπος να μην είναι εξ ορισμού καλός και άλλοτε του εφιστά την προσοχή στο ότι οι μαθητές εκτιμούν τον δάσκαλο, όπως οι διοικούμενοι τον ηγεμόνα, μόνο όταν μπορεί να είναι «και αληθινός φίλος και αληθινός εχθρός» λέει ο Μακιαβέλι, «καλός και συμπονετικός αλλά και γνήσια αυστηρός και σκληρός» παραφράζει ο Μηλιάς.