Η διαμάχη περί τον Καζαντζάκη έχει μεγάλη ιστορία. Ξεκίνησε ίσως από τον ίδιο τον συγγραφέα, που στη διαθήκη του έγραψε: «Καταλείπω την κινητήν και ακίνητον περιουσίαν και άπαντα τα δικαιώματά μου εκ της εκδόσεως των έργων μου, τόσον εν Ελλάδι όσον και εν τη αλλοδαπή, εις την σύζυγόν μου Ελένην το γένος Κωνσταντίνου Σαμίου. Μετά τον θάνατον της συζύγου μου η εναπομένουσα περιουσία μου να περιέλθει εις τους φυσικούς μου κληρονόμους».

Η τελευταία αυτή φράση γέννησε δίκες που κράτησαν μία εξαετία. Διαχειριστής των πνευματικών δικαιωμάτων του Νίκου Καζαντζάκη έγινε ο Πάτροκλος Σταύρου, άλλοτε υπουργός παρά τω Προέδρω του Μακαρίου, που υιοθετήθηκε από τη χήρα του συγγραφέα. Μάλιστα με γονική παροχή οι εκδόσεις πέρασαν οριστικά στην ιδιοκτησία του.

Φυσικοί κληρονόμοι του Νίκου Καζαντζάκη – κατιόντες της αδελφής του – διεκδίκησαν τα δικαιώματα με βάση τον όρο της διαθήκης περί «φυσικών κληρονόμων». Η λέξη όμως «εναπομένουσα» δεν άφησε πολλά περιθώρια και πριν από λίγο καιρό ο Αρειος Πάγος ανέδειξε τον Πάτροκλο Σταύρου μοναδικό δικαιούχο των πνευματικών δικαιωμάτων.

Σε όλη αυτή τη δικαστική διαδρομή, απέναντι από τον Πάτροκλο Σταύρου βρισκόταν η Διεθνής Εταιρεία Φίλων Νίκου Καζαντζάκη με πρόεδρο των δικηγόρο Γενεύης Γιώργο Στασινάκη. Η Εταιρεία βρισκόταν συνεχώς σε αντιπαράθεση με τις Εκδόσεις Καζαντζάκη, μιλώντας ακριβώς για μεγάλα προβλήματα στην έκδοση και στην προβολή των έργων του συγγραφέα. Αυτήν επικαλέστηκε και ο Γιάννης Βούρος στην ερώτησή του, λέγοντας επί λέξει:

«Σε αυτή την κατάσταση αντέδρασαν, συγκεντρώνοντας υπογραφές, με πρωτοβουλία της Διεθνούς Εταιρείας Φίλων Νίκου Καζαντζάκη, πάνω από 4.000 προσωπικότητες από 92 χώρες και των πέντε ηπείρων. Μετά τη διεθνή κινητοποίηση, κρίθηκε το θέμα ως «εθνική υπόθεση». Το υπουργείο Πολιτισμού και Τουρισμού συγκρότησε δωδεκαμελή επιτροπή με αντικείμενο την εκδοτική αναμόρφωση, έκδοση και μετάφραση του έργου του πάνω σε νέα, επιστημονική βάση και με σύγχρονες μεθόδους, χωρίς να θιγούν τα πνευματικά δικαιώματα του κ. Πάτροκλου Σταύρου».

Η τελευταία πράξη της αντιπαλότητας, αναγράφεται στο τελευταίο μέρος της ερώτησης, που και πάλι βασίζεται στις αιτιάσεις της Διεθνούς Εταιρείας Φίλων: «Η Διεύθυνση Επιθεώρησης αποφάσισε τη διενέργεια ελέγχου στο Ιδρυμα Μελετών Ν. και Ελ. Καζαντζάκη για τη χρονική περίοδο από την ημερομηνία της συστάσεώς του έως το 2009. Το εν λόγω Ιδρυμα προικοδοτήθηκε με συγκεκριμένη περιουσία και πόρους», επισημαίνει, αφήνοντας να εννοηθεί ότι χρηματοδοτήθηκε χωρίς να έχει παράξει έργο. «Επίσης η αναχώρηση από την Ελλάδα του (Κύπριου) Πάτροκλου Σταύρου, αναθέτοντας τις Εκδόσεις Καζαντζάκη στον σύζυγο της κόρης του, εκπαιδευτή καταδύσεων στο επάγγελμα, γεννά νέες σοβαρές ανησυχίες για την τύχη του καζαντζακικού έργου». Αναζητήσαμε τους ανθρώπους των Εκδόσεων Καζαντζάκη χθες χωρίς επιτυχία. Από την ηλεκτρονική τους σελίδα, ωστόσο, έχουν πλέον αφαιρεθεί τα δελτία Τύπου, όπου ο Σπύρος Μανδαλενάκης, γαμπρός του Πάτροκλου Σταύρου, υπέγραφε ως γενικός διευθυντής. Σε κάθε περίπτωση, λέει στα «ΝΕΑ» ο Γιάννης Βούρος, «το βασικό θέμα είναι ότι αυτή την εποχή που η χώρα βρίσκεται σε δυσχερή κατάσταση και δυσφημίζεται παντού, χρειαζόμαστε τους φάρους μας. Είναι απαράδεκτο να κρύβουμε τους θησαυρούς μας».