Ο τουρισμός στη χώρα μας, όσον αφορά την έκταση και την έντασή του, είναι φαινόμενο ουσιαστικά της μεταπολεμικής περιόδου. Οσα ακολουθούν παρακάτω δεν αποτελούν μια σειρά από – εκ πρώτης όψεως – «περιφερειακά» χαρακτηριστικά της «τουριστικής τάξης πραγμάτων», μια σειρά «επεισοδίων» που συνθέτουν, όμως, με έναν – αντιφατικό ίσως – τρόπο ορισμένες αθέατες πλευρές του παζλ των διακοπών και της τουριστικής ανάπτυξης στη χώρα μας.

Ποιους αφορά ο τουρισμός; Αν ρίξει κανείς μια ματιά στις απαντήσεις που έδωσαν μαθητές από διάφορες περιοχές της Αθήνας και του Πειραιά θα καταλάβει ότι οι διακοπές δεν είναι για όλους, καθώς η κοινωνική θέση και το εισόδημα καθορίζουν τις ευκαιρίες και τις επιλογές του χρόνου. Ετσι οι μαθητές των εσπερινών σχολείων της Καλλιθέας και του Μοσχάτου, νέοι και νέες αποκλειστικά από οικογένειες εργατών, μικροϋπαλλήλων και μεταναστών, δηλώνουν σε ποσοστό 42% ότι δεν έκαναν καθόλου πέρυσι για οικονομικούς λόγους. Λίγα χιλιόμετρα μακρύτερα, στη Νέα Σμύρνη, στη Γλυφάδα και στη Βούλα, το αντίστοιχο ποσοστό δεν ξεπερνά το 7%.

Παράλληλα, μια ματιά στους δείκτες εισοδήματος είναι αρκετή για να αποκαλύψει ότι στις πρώτες θέσεις, αν εξαιρέσουμε την Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη, βρίσκονται οι νομοί που αποτελούν σημαντικούς τουριστικούς προορισμούς όπως είναι οι Κυκλάδες, τα Δωδεκάνησα, κ.λπ. Σύμφωνα με τους Πανεπιστημιακούς Γιώργο Πετράκο και Γιάννη Ψυχάρη, η τουριστική ταυτότητα των νησιωτικών νομών τόσο του Αιγαίου όσο και του Ιονίου συμβάλλει στις υψηλές αποταμιεύσεις ανά κάτοικο. Μάλιστα, σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα των δύο συγγραφέων (Περιφερειακή Ανάπτυξη στην Ελλάδα), το Νότιο Αιγαίο έρχεται δεύτερο σε κατάταξη στους δείκτες εισοδήματος ευημερίας (τόσο στις κατά κεφαλήν συνολικές καταθέσεις όσο και στη μέση μηνιαία καταναλωτική δαπάνη ανά νοικοκυριό) αφήνοντας πίσω όλες τις άλλες περιφέρειες της χώρας εκτός από την Αττική. Ωστόσο η τουριστική ανάπτυξη των νησιών μας έφερε «καλοκαίρι» μόνο στο εισόδημα των κατοίκων τους. Επί παραδείγματι, για τα νησιά των Κυκλάδων η έρευνα του Πάρι Τσάρτα (ΕΚΚΕ) για τις «Κοινωνικές και οικονομικές επιπτώσεις της τουριστικής ανάπτυξης στον Νομό Κυκλάδων» έρχεται να αποκαλύψει ότι η αύξηση των εισοδημάτων μέρους των κατοίκων που επωφελήθηκαν από τον τουρισμό δεν μπορεί, σε καμία περίπτωση, να φωτίσει το μαύρο φόντο της ανύπαρκτης υποδομής στην υγεία και στην περίθαλψη, στις συγκοινωνίες, στις υπηρεσίες, στο δίκτυο αποχέτευσης, τις ελλείψεις και τις ανεπάρκειες στην εκπαίδευση, στην πολιτιστική ζωή, τον μαρασμό της γεωργίας.

Τα «καλοκαίρια» του τουρισμού είναι μικρά, οι «χειμώνες» της εγκατάλειψης ατελείωτοι. Τι άλλο άραγε φανερώνουν οι χαμηλοί, χαμηλότατοι αναπτυξιακοί δείκτες που φέρνουν τις Κυκλάδες στις τελευταίες θέσεις, σε επίπεδο νομών, όσον αφορά την περίθαλψη, την αδυναμία αντιμετώπισης έκτακτων ιατρικών περιστατικών, την υποεκπαίδευση, την παντελή απουσία πολιτιστικής ζωής, τους δρόμους καλής βατότητας, την ύδρευση και τις μεταφορές;

Στη χώρα μας οι αλλοδαποί και οι ημεδαποί έχουν διαφορετικούς προορισμούς. Στο Ρέθυμνο οι τουρίστες είναι αποκλειστικά αλλοδαποί. Στην Ευρυτανία, στην Καρδίτσα, στα Γρεβενά και στην Αιτωλοακαρνανία «αλλοδαπού τουρίστα πόδι» δεν πατά. Ημεδαποί και αλλοδαποί τουρίστες σε διαφορετικές πορείες. Ετσι, ενώ στην Κρήτη, στις Κυκλάδες και στα Ιόνια νησιά οι διανυκτερεύσεις αλλοδαπών τουριστών σε ξενοδοχεία και ομοειδή καταλύματα είναι από 6 ως και 12 φορές περισσότερες από τις διανυκτερεύσεις ημεδαπών, στην Ηπειρο π.χ. και στη Δυτική Μακεδονία ο αριθμός των διανυκτερεύσεων ελλήνων τουριστών είναι από τετραπλάσιος μέχρι και εξαπλάσιος σε σχέση με τον αριθμό των διανυκτερεύσεων των αλλοδαπών.

Ενα ακόμη ιδιαίτερο χαρακτηριστικό του οργανωμένου τουρισμού στη χώρα μας είναι και η τεράστια συγκέντρωση δραστηριοτήτων που παρουσιάζεται σε ορισμένους κλάδους επιχειρήσεων που ασχολούνται με αυτόν. Συνήθως ο υποψήφιος τουρίστας προτού έρθει στη χώρα μας καλείται να αγοράσει ένα πακέτο τουριστικών υπηρεσιών (σύστημα all inclusive) που περιλαμβάνει τη μεταφορά, τη διαμονή, τη διατροφή, ξεναγήσεις, εκδρομές, συμμετοχή σε εκδηλώσεις, ενοικίαση αυτοκινήτου κ.ά. Αποτέλεσμα αυτής της κατάστασης είναι ότι ενώ ο τουρίστας πληρώνει για ένα ταξίδι στην Ελλάδα ένα άλφα ποσόν η είσπραξη της χώρας μας καταλήγει να απομένει μόνο το 40% ως 50% αυτού του ποσού.

«Εδώ τουρίστες, εκεί τουρίστες, που είναι οι τουρίστες;» αναρωτιούνται κάθε χρόνο όλο και περισσότεροι μικρομαγαζάτορες σε πολλές τουριστικές μας περιοχές, καθώς τα «τουριστικά πακέτα» των tour-operators δεν αφήνουν και πολλά περιθώρια «διαφυγής κερδών». «Τα βασικά τα έχουν προπληρώσει στην πατρίδα τους, τα υπόλοιπα τα αγοράζουν συνήθως στα «ξενοδοχεία-πόλεις» όπου διαμένουν ή σε συγκεκριμένα καταστήματα στα οποία οδηγούνται από τους συνοδούς-ξεναγούς» λένε με παράπονο κερκυραίοι και ροδίτες καταστηματάρχες.