Είναι φιλόξενη η πόρτα της πολυκατοικίας µας. ∆εν έχει πάνω χαρτάκι που απαγορεύει την είσοδο σε όλους τους διαφηµιστές επί ποινή θανάτου. Νεαροί και νεαρές ανεβοκατεβαίνουν τις σκάλες µας τα πρωινά κι αφήνουν κατά µέσο όρο τρία γυαλιστερά προσπέκτους κάθε µέρα σε κάθε πόρτα. Ολα είναι για να παραγγέλνουµε φαγητό. Μήπως µας έχουν µάθει, πως δεν πολυµαγειρεύουµε; Γιατί τόση επιµονή; Πάνε οι παλιοί καλοί καιροί που οι νοικοκυρές µπορούσαν να βγαίνουν στα παράθυρα και να διαλαλούν τα έργα τους: «Σήµερα µαγείρεψα φασολάκια, εσύ; Εγώ τα έκανα κοκκινιστά, εσύ;» Αχ, πάειχάλασε οκόσµος!

Σουβλάκια, σαλάτες, πίτες, κοκορέτσια, όλααυτά µπορείς να τα παραγγείλεις να στα φέρουν στην πόρτα σου έναντι ευτελούς αντιτίµου. Θα είναι τυλιγµένα σε χαρτόνι που υγραίνεται και µαλακώνει. Θα έχουν γεύση πανιασµένη, µυρωδιά ξεθυµασµένη, σάλτσαπνιγµένη στη γλουτένη. Ο ντελιβεράς που θα τα φέρει, θα έχει σκαρφαλώσει σε τριάντα πεζοδρόµια, θα έχει τροµοκρατήσει παιδάκια, θα έχει ρίξει κάτω γέρους και γριές. ∆ιότι θα βιάζεται. Θαβιάζεται να πάει ζεστό το φαγητό στην άλλη άκρη της Αθήνας, µέσα σε µια πλαστικήτσάντα, σε µεταλλική βαλίτσα, πίσω από το µηχανάκι, η οποία θα θερίζει ανάποδα στο πεζοδρόµιο τους περαστικούς.

Αυτά τα διαφηµιστικά, αυτές οι φωτογραφίες,µε κάνουν να αναθεωρώ όλο τον φεµινισµό που πυρπόλησε τα στήθη και τη ζωή µου επί δεκαετίες. Τα µαζεύω σε µια στοίβα, ούτε στην ανακύκλωση δεν πάνε, κι αµέσως ανασκουµπώνοµαι να µαγειρέψω. Πιο πολύ από κάθε κήρυγµα της µαµάς, παράπονο των συγγενών πρώτου βαθµού, πιο πολύ από την πείνα και όλα µαζί τα ένθετα µαγειρικής που έχω υποχρεωθεί να αγοράσω, µε στέλνουν στην κουζίνα οι υποσχέσεις του νέου σουβλατζίδικου, οι φωτογραφίες των ζυµαρικών µε κόκκινες σάλτσες, και πάνω απ’ όλα βεβαίως τα συναπαντήµατα µε τους ντελιβεράδες στις στροφές που τις παίρνουν χωρίς ανάσα, ζογκλέρ των δρόµων, αεικίνητες βολίδες που παράγει η αδυναµία να σαλέψουν εργαζόµενες γυναίκες κι αµάθητοι άντρες. Οχι, δεν παραδίνοµαι ακόµα!

http://pezotis.blogspot.com/