Είκοσι οκτώ χρόνια συμπληρώθηκαν χθες από την ημέρα που πέθανε στη Μόσχα ο Μάνος Λοΐζος. Αν είχε ξεπεράσει το τελευταίο δολοφονικό εγκεφαλικό που έπαθε εκεί, θα ήταν 73 ετών. Και θα είχε γράψει και άλλα μυθικά τραγούδια. Σαν κι αυτά που θυμούνται και λένε, με κάθε ευκαιρία, όχι μόνον άνθρωποι μιας κάποιας ηλικίας αλλά και νέα παιδιά! Εφηβοι κυρίως. Γιατί ο Μάνος είχε μέσα του μελωδίες ανοιξιάτικες, που μεθούσαν τις ηλιόλουστες ηλικίες και τις παρακινούσαν στο γλέντι και τη χαρά: «Θα τον μεθύσουμε τον ήλιο», «Ελα στην παρέα μας φαντάρε», «Βάλε τ΄ άσπρα σου, γίνε κρίνο και βγες από τη γλάστρα σου», «Κάθε πρωί σκαρώναμε, μαζί με τον Μηνά, ταξίδια μακρινά ώς την Τζαμάικα»…

Πάνε μερικά «τέρμινα». Ημουν σε μια ταβέρνα της Πλάκας με τον συνάδελφο και φίλο Μανώλη Σαριδάκη. Κάποια στιγμή βλέπω στο απέναντι, από το δικό μας, τραπέζι μια κοπελίτσα, γύρω στα 20, να με κοιτάζει έντονα σαν να ΄θελε να μου μιλήσει. Ερχεται κοντά μας και αρχίζει να με ρωτάει για τον Λοΐζο: πώς ήταν, πώς φερόταν, πώς γλεντούσε, αν ήταν μελαγχολικός, αν είχε χιούμορ, αν έπινε. Της είπα ένα σωρό πράγματα. Και η κοπελίτσα έφυγε μαγεμένη, γνωρίζοντας πιο πλατιά τον συνθέτη που, όπως μας είπε, ήταν το ίνδαλμά της.

Πριν από δεκαπέντε ημέρες, ο Δημήτρης Δανίκας έγραψε μια σελίδα στα «ΝΕΑ», για την «Ευδοκία» του Αλέξη Δαμιανού.

Αναφερόμενος στον Λοΐζο και στο πασίγνωστο ζεϊμπέκικό του, τον χαρακτήρισε «ογκόλιθο». Και ο Μίκης, πρόσφατα, μου είπε ότι το τραγούδι του Μάνου «Το μερτικό μου απ΄ τη χαρά», με τον Καζαντζίδη, είναι ένα από τα καλύτερα τραγούδια που έχει ακούσει. Και ο Ρίτσος, μιαν άλλη εποχή, έλεγε κάθε τόσο στον συνθέτη της «Ευδοκίας»: «Γράφε συνεχώς ζεϊμπέκικα! Τα ακούω και αναστατώνομαι! Και μου ΄ρχεται να πεταχτώ επάνω και να πιάσω να χορεύω!».

Ο Λοΐζος, όμως, ήταν λίγο τεμπελάκος.

Ο,τι και να του ΄λεγε ο Ρίτσος, ό,τι και να του ΄λεγα εγώ, αυτός έκανε το δικό του.

Γιατί είχε τους ρυθμούς του. Τους χρόνους του, τους ανατολίτικους. Γι΄ αυτό και η δουλειά που άφησε, φεύγοντας στα 47 χρόνια του, δεν φτάνει ούτε τα 200 τραγούδια! Επιπλέον: όταν πια είχε γίνει διάσημος και του ζητούσαν «παραγγελίες», αρνιόταν να γράψει. Ηθελε να δουλεύει μόνον όταν είχε έμπνευση.

Και ήταν και «ψείρας»: άλλαζε τις ενορχηστρώσεις του, με το παραμικρό.

Μια και ήρθε η κουβέντα στην «Ευδοκία», χρωστάω να πω ότι για τη φωνή της πρωταγωνίστριας του φιλμ ο Μάνος έπεισε τον Δαμιανό να χρησιμοποιήσει την τραγουδίστρια Ελένη Ροδά, που ήταν ό,τι χρειαζόταν για τις ερωτικές σκηνές του ζευγαριού. Και ο Δαμιανός ενθουσιάστηκε μαζί της! Θέλω να σημειώσω και τούτο: πριν από χρόνια, ο συνάδελφος στα «ΝΕΑ» Γιώργος Σαρηγιάννης έγραψε ότι θα ήταν ευτυχής αν είχε έναν φίλο σαν ελόγου μου, που δεν ξέχασα ποτέ, στην επέτειο του θανάτου του Μάνου, να του αφιερώνω το χρονογράφημά μου.

Λοΐζος είναι αυτός. Νόμισμα χρυσό, που όμοιό του δεν θα ξανακοπεί…