Την πρώτη φορά που είχε έρθει το χαρτί της Εφορίας για περαίωση στη ζωή µου, ήµουνα µικρή κι αθώα. Τι σηµαίνει αυτό, πήγα και ρώτησα στην Εφορία, και µου εξήγησαν ότι ζητάνε χρήµατα για να µην κάνουν έλεγχο στα βιβλία µου. Ξενύχτησα να τα σουλουπώσω, και την άλλη µέρα τα φορτώθηκα και τους τα πήγα να τα ελέγξουν. Είχαν γελάσει πολύ οι άνθρωποι, αν και δεν µου εξήγησαν τον λόγο. Δεν τα άνοιξαν πάντως τα βιβλία µου, τα πήρα πίσω πικραµένη σα µαθήτρια που πήγε διαβασµένη στις εξετάσεις και οι καθηγητές δεν ενδιαφέρθηκαν να την ρωτήσουν τίποτε. Αυτό το σύνδροµο της µαθήτριας που φοβάται µήπως κάνει κάποιο λάθος στα τετραδιάκια της θα πρέπει να µε κυνηγάει, γιατί έκτοτε πληρώνω κάθε φορά που η Εφορία απειλεί µε έλεγχο βιβλίων. Ετσι συµβουλεύουν οι ειδικοί. Μα γιατί, απορώ πάντα, αφού είµαι εντάξει στις υποχρεώσεις µου, να πληρώσω σα να µην ήµουν; Μου εξηγούν ότι η Εφορία χρειάζεται εισπράξεις, κάπως σαν τον πεινασµένο δράκο που βγαίνει παγανιά για ανθρώπινο κρέας, κι αν ψάξει καλά τα βιβλία µου κάποιο λάθος µπορεί να βρει, οπότε θα πληρώσω πρόστιµο µεγαλύτερο.

(Κάθε τόσο προτείνει η στήλη να µπει µάθηµα συµπλήρωσης βιβλίων εσόδων εξόδων στα γυµνάσια, αλλά κανείς δεν ακούει.) Υπάρχει µια κατηγορία εργαζοµένων που πάντα πληρώνει φόρους, όµως η Εφορία, που θεωρεί όλον τον κόσµο φοροφυγά, της φέρεται χειρότερα από ό,τι στους φοροφυγάδες.

Την βάζει να πληρώσει παραπάνω, προσβάλλοντάς την κιόλας ως ύποπτη. Δεν µπορείς όµως να κάνεις αγωγή στην Εφορία για προσβολή ή συκοφαντική δυσφήµηση, όπως στις εφηµερίδες. Να κάψω τα βιβλία, λέει, που τόσα χρόνια παρακολουθούν τις πληρωµές µου, που µοχθώ να συγγράψω; Δεν είναι ύβρις τουλάχιστον;