Τι ήταν το ΠΑΣΟΚ στις 3 του Σεπτέμβρη; Τι νέο έφεραν η ίδρυσή του, η στελέχωσή του, οι κατά καιρούς μετεξελίξεις του; Με ποια συνθήματα συνήγειρε τα πλήθη το 1974, ποια εγκατέλειψε οριστικά στην πορεία; Πώς και γιατί ένα κίνημα που είχε γεννήσει ο αντιδικτατορικός αγώνας μετεξελίχθηκε σε θεσμικό πυλώνα της
ελληνικής δημοκρατίας; Τι σήμαινε η αρχηγική λάμψη του ηγέτη Ανδρέα Παπανδρέου; Τι σημαίνουν οι θεσμικές μετατροπές των επιγόνων; Πώς μετεξελίχθηκε η ιδεολογία του κόμματος;

Πώς το ΠΑΣΟΚ επηρέασε την πολιτική κουλτούρα της χώρας;

Δύο πολιτικοί επιστήμονες και ένας ακόμα
πανεπιστημιακός, με δόκιμο έργο στην ανάλυση της πολιτικής κουλτούρας του ελληνικού κράτους, αναλύουν το φαινόμενο ΠΑΣΟΚ. Διότι, όπως έχει πει και ο Γκράμσι, το να γράψει κανείς την ιστορία ενός κόμματος δεν σημαίνει τίποτε λιγότερο από το να γράψει την ιστορία μιας χώρας- από συγκεκριμένη σκοπιά.


Το φως πάνω του: πουκάμισο ανοιχτό, ιδρωμένη μασχάλη, δύο μικρόφωνα (το ένα διαγώνια, σαν λόγχη), το χέρι υψωμένο κραδαίνει με δυο δάχτυλα ένα χαρτί, στο κάτω μέρος κεφάλια ώριμων ανδρών με βλέμμα ανοδικό, προς τον αρχηγό, την ιστορία ή/και το φωτογράφο- το κάδρο πάντως κλείνει με τα μουστάκια αυτού που κοιτάζει ψηλότερα. Για τη φωτογραφία λέω, την ιστορική φωτογραφία της 3ης Σεπτεμβρίου, με τον Ανδρέα Παπανδρέου να επιδεικνύει και να εξηγεί τη διακήρυξη ίδρυσης του ΠΑΣΟΚ, 3 Σεπτεμβρίου 1974: «Ηρθε η ώρα να περάσουμε από την παθητική αναμονή στην ενεργό λαϊκή παρουσία για τη διαμόρφωση του μέλλοντος της χώρας μας»· τα μουστάκια, αν δεν κάνω λάθος, ανήκουν στον Γιάννη Χαραλαμπόπουλο.

Κι αν ξεκινώ από αυτήν τη φωτογραφία, είναι γιατί μου φαίνεται ότι, όπως και η διακήρυξη στο κέντρο της, ορίζει ένα λεξιλόγιο που ξεπερνά τη στιγμή της. Αυτόφωτος αρχηγός, αμφίεση λαϊκή, παντοδύναμα μικρόφωνα, συμβόλαια με τον λαό και η εικόνα να πιάνει όσους κοίταξαν ευστοχότερα· μαζί με τις βασικές λέξεις της διακήρυξης (έθνος, ενότητα, λαός, κάθαρση, αποκατάσταση, καμπή, εθνική ανεξαρτησία, λαϊκή κυριαρχία, θεμελίωση, νέα Ελλάδα), η στιγμή εκείνη όριζε ουσιαστικά την πολιτική κουλτούρα των δεκαετιών που θα ακολουθούσαν.

Κάπως έτσι η «κουλτούρα του ΠΑΣΟΚ», μια φράση τόσο ρευστή όσο και οι δεκαετίες που ακολούθησαν το 1974, μεταμορφώθηκε στην έννοια-κλειδί που μπορούσε να επεξηγήσει τα πάντα: ιδεολογικές, πολιτικές, κοινωνικοπολιτισμικές αλλαγές και ανακατατάξεις, μαζί και την επιτυχία (ή συχνότερα και) την αποτυχία τους. Με την ευκολία μάλιστα που κάποιοι τη χρησιμοποιούσαν μέχρι πρότινος (αρνητικά μάλλον παρά θετικά), η «κουλτούρα του ΠΑΣΟΚ» έμοιαζε να είναι ο βασικός μοχλός κατανόησης ολόκληρης της μεταπολιτευτικής ελληνικής ιστορίας. Ομως, αν το ξανασκεφτούμε, το ΠΑΣΟΚ δεν είναι το απολύτως συνώνυμο της δυναμικής της μεταπολίτευσης ούτε και των πολλαπλών μετεξελίξεων (και διαψεύσεών) της· αν και, βεβαίως, τις εξελίξεις αυτές το ΠΑΣΟΚ τις διαχειρίστηκε. Το ΠΑΣΟΚ δεν είναι αποκλειστικά υπεύθυνο ούτε για τάσεις ευρύτερες που διαμόρφωσαν τη δεκαετία του ΄80 και του ΄90 (μεταξύ των οποίων και η εξέλιξη των ΜΜΕ, η διαμόρφωση του νέου λαϊκισμού, η ανάταξη των εθνικών φόβων και η αναδιάταξη των ταξικών διαφορών και ιδεολογικών ταυτίσεων). Το ΠΑΣΟΚ δεν είναι ο μόνος λόγος για τη μεταπολιτευτική κινητικότητα των μεσαίων στρωμάτων, τη διόγκωση αλλά και το τέλμα της ανώτατης παιδείας, τα προβλήματα του συνδικαλιστικού κινήματος. Και πολύ περισσότερο: το ΠΑΣΟΚ δεν είναι υπεύθυνο για τον ελληνικό μικροαστισμό (ως κοινωνική κατηγορία και, κυρίως, ως νοοτροπία αυτός δεν αναδύθηκε, άλλωστε, επί της εποχής του). Υπήρξε όμως το κόμμα που κλήθηκε να υποστηρίξει και να δια χειρισθεί τις φαντασιώσεις, τις φοβίες, τις τραυματικές απωθήσεις και τις πολιτισμικές απεικονίσεις του έλληνα μικροαστού, τη στιγμή που αυτές στερεώνονταν σιγά σιγά ως αφήγηση εθνική, λαϊκή αναγκαιότητα και ιστορική προοπτική.

Οσο μακραίνει χρονικά η απόσταση από την 3η Σεπτεμβρίου 1974 και δημιουργούνται νέες συγκυρίες αλλά και καινούργιες δυνατότητες ανάλυσης, βλέπουμε πόσο πιο γενική, πολύπλοκη, μαζική διαδικασία υπήρξε αυτό που τόσο εύκολα ονομάστηκε κάποτε «κουλτούρα του ΠΑΣΟΚ» (μια απλή φυλλομέτρηση του πρόσφατου Λεξικού της δεκαετίας του ΄80, μπορεί να πείσει και τους πιο δύσπιστους). Κι αν το επιχείρημά μου μιλάει για τη γενικότερη κοινωνική κουλτούρα, σε συγκεκριμένους χώρους όπου οι διακυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ άφησαν εντονότερο το στίγμα τους, είναι εύκολο να δει κανείς πόσο ευρύτερης συμμετοχής (και ευθύνης) αποτέλεσμα υπήρξε η κατάσταση που εν τέλει διαμορφώθηκε. Στην ανώτατη παιδεία, για παράδειγμα: όπου ναι μεν για τον βασικό Νόμο Πλαίσιο ευθύνεται το ΠΑΣΟΚ, όμως για τη διαχείριση, εξέλιξη, εκ των πραγμάτων υπονόμευση, και τελική εγκαθίδρυση του σημερινού συστήματος που λέμε ελληνικό πανεπιστήμιο ευθύνονται τελικά όλοι, από τη σύμπασα Αριστερά μέχρι τη δημοφιλή στις φοιτητικές εκδρομές (και τις ανάλογες εκλογές) Δεξιά. Ομοια και στα ζητήματα της εθνικής ταυτότητας και τον συναφή χειρισμό των εθνικών θεμάτων- όπου αυτό που φαίνεται να διαχειρίστηκε το ΠΑΣΟΚ ήταν μια γενικότερη τάση που το υπερέβαινε, η ευθύνη για την οποία επιμερίζεται σε πολλούς πολιτικούς χώρους. Ή ακόμα και στον χώρο του πολιτισμού: εκεί όπου η Αριστερά, με βάση κανάλια που δημιουργήθηκαν επί ΠΑΣΟΚ, κλείδωσε την κυριαρχία της, συνάμα όμως και την ευθύνη της για το σχετικό τέλμα της κρατικοδίαιτης καλλιτεχνικής πρωτοπορίας.

Μ΄ αυτά και μ΄ αυτά οδηγείται κανείς στο συμπέρασμα ότι η «κουλτούρα του ΠΑΣΟΚ» είναι ένας μύθος που τελειώνει κάπου εδώ. Τριάντα έξι χρόνια μετά τη διακήρυξη της 3ης Σεπτεμβρίου, ας κοιτάξουμε να δούμε ποιος έκανε τι και πότε, τι προχώρησε και τι όχι, ποια δυναμική κάπως κουτσοεκφράστηκε, ποια στόμωσε, και με ποιανού την ευθύνη.

Ο Δημήτρης Παπανικολάου είναι λέκτορας Νεοελληνικών Σπουδών στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης

Το ΠΑΣΟΚ υπήρξε το κόμμα που κλήθηκε να υποστηρίξει και να διαχειρισθεί τις φαντασιώσεις, τις φοβίες, τις τραυματικές απωθήσεις και τις πολιτισμικές απεικονίσεις του έλληνα μικροαστού, τη στιγμή που αυτές στερεώνονταν σιγά σιγά ως αφήγηση εθνική, λαϊκή αναγκαιότητα και ιστορική προοπτική