Η επίσκεψη του κλιμακίου εμπειρογνωμόνων της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας στην Ελλάδα καθώς και αυτή του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου για την ex ante αξιολόγηση του Προγράμματος Σταθερότητας και Ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας στο πλαίσιο της μείωσης του δημόσιου ελλείμματος, ανέδειξε τη σοβαρή επιφύλαξη του κλιμακίου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την επίτευξη του συγκεκριμένου στόχου με τα προτεινόμενα από την κυβέρνηση φορολογικά μέτρα. Βέβαια, το κλιμάκιο των εμπειρογνωμόνων της Ευρωπαϊκής Επιτροπής αποφεύγει να συστήσει την κατάργηση του άδικου χαρακτήρα του φορολογικού συστήματος της χώρας μας διά μέσου της γενικευμένης εφαρμογής της προοδευτικής φορολογίας σε όλα τα εισοδήματα των επιχειρήσεων και των νοικοκυριών, δεδομένου ότι στην Ελλάδα οι ανώνυμες εταιρείες και οι ΕΠΕ φορολογούνται με την αναλογική φορολογία και οι μισθωτοί και οι συνταξιούχοι με την προοδευτική φορολογία. Κατ΄ αυτόν τον τρόπο ευνοούνται φορολογικά οι επιχειρήσεις και υπονομεύεται η φορολογική δικαιοσύνη και ο αναδιανεμητικός χαρακτήρας του φορολογικού συστήματος.

Παράλληλα, ποσοτικοποιώντας τις επιφυλάξεις τους για την αποτελεσματικότητα των φορολογικών μέτρων και την περιοριστική εισοδηματική πολιτική στο Δημόσιο, εκτιμούν ότι η αύξηση των εσόδων για τη μείωση του ελλείμματος αντιστοιχεί σε 2,5 μονάδες του Ακαθάριστου Εθνικού Προϊόντος αντί των 4 μονάδων που προβλέπει το Πρόγραμμα Σταθερότητας και Ανάπτυξης.

Ταυτόχρονα, παραγνωρίζοντας μακρο-οικονομικά και κοινωνικά, ιδιαίτερα σε μία περίοδο οικονομικής κρίσης και ύφεσης, τι σημαίνει για μία οικονομία όπως η ελληνική να αποπειράται να μειώσει το δημόσιο έλλειμμα κατά 10 δισ. ευρώ το 2010 και κατά 14 δισ. ευρώ επιπλέον κατά το 2011 και το 2012, πιέζουν την οικονομική πολιτική για μείωση των συντάξεων στα επίπεδα των 720 ευρώ μηνιαίως (γενικευμένη πτωχοποίηση των συνταξιούχων), αύξηση των συντελεστών του ΦΠΑ, αύξηση του φόρου κατανάλωσης καυσίμων, μείωση των δημόσιων και κοινωνικών δαπανών, πάγωμα των προσλήψεων κ.λπ.

Είναι ενδιαφέρον να τονισθεί ότι οι προτάσεις αυτές των εμπειρογνωμόνων της Ευρωπαϊκής Επιτροπής (καθαρά μονεταριστικής έμπνευσης), που θα βυθίσουν την ελληνική αλλά και την ευρωπαϊκή οικονομία σε παράταση της ύφεσης και θα οδηγήσουν σε αύξηση της ανεργίας, υπενθυμίζουν το περιεχόμενο των συζητήσεων των Κολ- Μιτεράν (το 1990) για την εγκαθίδρυση ενός ενιαίου σκληρού (κατ΄ απαίτηση Κολ) ευρωπαϊκού νομίσματος ανεξαρτήτως των συνεπειών του στο επίπεδο της ανταγωνιστικότητας και της ανεργίας.

Όμως, αξίζει να σημειωθεί ότι το πρόβλημα της ελληνικής και ευρωπαϊκής οικονομίας δεν εξαντλείται στα έσοδα, τις δαπάνες, το δημόσιο έλλειμμα και το δημόσιο χρέος. Είναι πολύ βαθύτερο και σοβαρότερο και σχετίζεται κυρίως όχι με τον εμπειρικό και πρακτικό χαρακτήρα επίλυσής του, αλλά με την οπτική που αξιολογείται το οικονομικό και κοινωνικό πρόβλημα στην Ευρωπαϊκή Ένωση.

Από την άποψη αυτή εάν το πρόβλημα αξιολογείται με μονεταριστικούς όρους ως δημοσιονομικό και διαχειριστικό, τότε η περίοδος 2010-2015 στην Ευρωπαϊκή Ένωση και ιδιαίτερα στα κράτη-μέλη της Ανατολικής και Μεσογειακής περιφέρειάς της θα χαρακτηρισθεί από την παράταση ή την πρόκληση δεύτερου κύματος ύφεσης και στασιμότητας, με αύξηση της ανεργίας, η οποία εκτιμάται ότι δεν θα μειωθεί σε χαμηλότερα επίπεδα απ΄ αυτά του 2008 (7,8% στην Ελλάδα) ακόμη και με θετικό πρόσημο στον ρυθμό αύξησης του ΑΕΠ. Αντίθετα, εάν το πρόβλημα αξιολογείται με όρους αναδιανεμητικούς, ως αναπτυξιακό και κοινωνικό, με την έννοια «της δομικής κρίσης του αναπτυξιακού μοντέλου» στην Ελλάδα και την Ευρωπαϊκή Ένωση, τότε οι αναγκαίες επιλογές απαιτείται να έχουν ορίζοντα δεκαετίας. Με υπέρβαση του αναπτυξιακού προτύπου της δανειακής μεγέθυνσης της δημόσιας και ιδιωτικής κατανάλωσης, της ανισοκατανομής του εισοδήματος, της απελευθέρωσης της φοροδιαφυγής, εισφοροδιαφυγής και της ευέλικτης, αδήλωτης και ανασφάλιστης εργασίας, καθώς και της συρρίκνωσης του τεχνολογικού και παραγωγικού δυναμικού της χώρας. Επομένως, εάν η στρατηγική αυτή δεν αποτελέσει την κατά προτεραιότητα επιλογή της δεκαετίας 2010-2020 στην Ευρωπαϊκή Ένωση και των κρατών-μελών της, τότε το «σταθεροποιητικό μέλλον των προσδοκιών και της τόνωσης της προσφοράς» όπως συνέβη τα τελευταία είκοσι χρόνια, παραμελώντας «την τόνωση της ενεργού ζήτησης» διαγράφεται δυσοίωνο για την πλειοψηφία του ευρωπαϊκού πληθυσμού.

Ο Σάββας Ρομπόλης είναι καθηγητής του Παντείου Πανεπιστημίου, επιστημονικός διευθυντής του ΙΝΕ/ΓΣΕΕ-ΑΔΕΔΥ

ΑΥΞΗΣΗ ΑΝΕΡΓΙΑΣ

Εάν το πρόβλημα αξιολογείται με μονεταριστικούς όρους ως δημοσιονομικό και διαχειριστικό, τότε η περίοδος 2010-2015 στην Ευρωπαϊκή Ένωση θα χαρακτηρισθεί από την παράταση ή την πρόκληση δεύτερου κύματος ύφεσης και στασιμότητας, με αύξηση της ανεργίας