ΕΝΑ ΜΥΘΙΣΤΟΡΗΜΑ ΣΕ ΕΝΝΕΑ ΔΙΗΓΗΜΑΤΑ.
ΕΚΤΥΛΙΣΣΕΤΑΙ ΣΤΑ ΣΥΝΟΡΑ ΗΠΑ ΚΑΙ
ΜΕΞΙΚΟΥ. ΕΠΙΤΗΔΕΙΟΙ ΠΛΟΥΣΙΟΙ, ΚΑΤΕΣΤΡΑΜΜΕΝΟΙ
ΜΕΣΟΑΣΤΟΙ, ΦΤΩΧΟΙ ΠΟΥ
ΔΕΝ ΕΧΟΥΝ ΣΤΟΝ ΗΛΙΟ ΜΟΙΡΑ. ΟΛΟΙ
ΟΝΕΙΡΕΥΟΝΤΑΙ ΝΑ ΠΕΡΑΣΟΥΝ ΑΠΕΝΑΝΤΙ,
ΣΤΗ ΓΗ ΤΗΣ ΕΠΑΓΓΕΛΙΑΣ. Ο ΦΟΥΕΝΤΕΣ ΣΕ
ΜΕΓΑΛΑ ΣΥΓΓΡΑΦΙΚΑ ΚΕΦΙΑ
Οι συλλογές διηγημάτων συνήθως συστεγάζουν ιστορίες. Στο συγκεκριμένο βιβλίο, ο Φουέντες xαρακτηρίζει το κείμενό του «μυθιστόρημα σε εννέα διηγήματα».

Ο Κάρλος Φουέντες (1928-) έχει μεγαλώσει μέσα στην πολιτική. Γιος διπλωμάτη, διπλωμάτης ο ίδιος. Πολίτης του κόσμου:

μεξικανικής καταγωγής, γεννήθηκε στον Παναμά, μεγάλωσε στην Ουάσιγκτον, το Μπουένος Άιρες, το Σαντιάγκο, την Αργεντινή. Έζησε στην Ευρώπη. Διανοούμενος με δημόσιο λόγο και εκτόπισμα. Συνδυάζει τη λόγια παιδεία του στοχαστή με την πρακτική σκέψη του πολιτικού. Κατέχει τα κλασικά κείμενα, όχι με την επιδεικτική άνεση του ευκαιριακού αναγνώστη, αλλά με την εμβρίθεια του μελετητή. Η σκέψη του διαθέτει πολιτικό έρμα.

Σαδομαζοχιστική εμμονή

Ο Φουέντες έγινε διάσημος κυρίως για τα μυθιστορήματά του: εκεί εισδύει στα μύχια της μεξικανικής ιστορίας με σύνθετες αφηγηματικές τεχνικές και νεοτερικούς τρόπους. Το Μεξικό δεν είναι απλώς η γενέτειρα πόλη, αλλά η σαδομαζοχιστική συγγραφική εμμονή του. Τα αισθήματα έλξης και άπωσης δηλώνονται ευθαρσώς. Στα βιβλία του Φουέντες, το Μεξικό είναι σαν τη σύζυγο. Αγαπιέται με χορτασμένη αγάπη, που συμπεριλαμβάνει βρισιές και τρυφερότητα, απέχθεια και χάδι. Τα κρυστάλλινα σύνορα δημοσιεύτηκαν για πρώτη φορά το 1995. Περιλαμβάνουν οκτώ ιστορίες, οι οποίες αντικρύζονται και συνομιλούν. Η ένατη (Ρίο Γκράντε, Ρίο Μπράβο) συνυφαίνει στον παραληρηματικό λόγο της και την πολυφωνική σύνθεσή της πρωταγωνιστές και κομπάρσους όλων των προηγούμενων ιστοριών σε ένα κείμενο με παράλληλα αφηγηματικά νήματα.

Στην «Πρωτευουσιάνα», η ωραία πλην όμως ξεπεσμένη Μιτσελίνα Λαβόρντε επισκέπτεται τον νονό της, δον Λεονάρντο Μπαρόσο, τον τσάρο των βορείων συνόρων, για να γνωρίσει και να παντρευτεί τον μονόχνοτο γιο του. Όμως τα πράγματα δεν ακολουθούν την προδιαγεγραμμένη πορεία. Τα σώματα έχουν τη δική τους τοπική αυτοδιοίκηση.

Ο Χουάν Σαμόρα διηγείται τον «Πόνο», με γυρισμένη την πλάτη στους αναγνώστες. Ο λόγος του διαμεσολαβείται από τον αφηγητή. Ο Χουάν κατάφερε να ταξιδέψει στις ΗΠΑ, για να σπουδάσει γιατρός, όμως δεν τα έβγαλε πέρα με τον έρωτα και τα ταξικά συρματοπλέγματα. Ο λόρδος Τζιμ του εξήγησε, με λόγια και πράξεις, ότι οι πλούσιοι αποτελούν χωριστή κατηγορία ανθρώπων.

Ο Διονίσιο Βάκχος Ρανχέλ (Η λεηλασία) είναι γαστρονομική αυθεντία στη μεξικανική κουζίνα. Ταξιδεύει στις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμνησίας και των ταχυφαγείων. Εξακολουθεί να τον χωρίζει πολιτισμικός γκρεμός με τους Αμερικανούς.

Ο Εμιλιάνο Μπαρόσο (Η γραμμή της λήθης), φτωχός αδελφός του μεγιστάνα Μπαρόσο, αριστερός και επαναστάτης, ξυπνάει αβοήθητος στο αναπηρικό καρότσι του, στα σύνορα ΗΠΑ και Μεξικού. Παρατημένος, με τις σκέψεις να βοούν στο κεφάλι του.

Η Μαρίνα, η Ρόσα Λούπε με το ράσο της μοναχής, και άλλα κορίτσια δουλεύουν σε εργοστάσιο συναρμολόγησης έγχρωμων τηλεοράσεων για πενταροδεκάρες (Η Μαλίντσιν στις μακίλας). Η ιστορία τους είναι η ιστορία της εκμετάλλευσης του Μεξικού.

Η έχιδνα μις Έιμι Ντάμπαρ προσβάλλει τη Μεξικανή υπηρέτριά της Χοσεφίνα, ώσπου ο χωνεμένος πόνος της δεύτερης την αποστομώνει (Οι φίλες).

Στο ομώνυμο διήγημα (Τα κρυστάλλινα σύνορα) ένας Μεξικανός εργάτης- ευγενική φυσιογνωμία, μελαγχολικά μάτια, ξεπεσμένος μεσοαστός- ερωτεύεται μια ξανθιά εξέκιουτιβ, την ώρα που καθαρίζει τα τζάμια του γραφείου της στον γυάλινο ουρανοξύστη. Ένα φιλί, με το τζάμι ανάμεσά τους, σφραγίζει τον κεραυνοβόλο έρωτα.

Ο Λισάντρο Τσάβες είναι οδηγός για τουρίστες. Καθημερινά σιχτιρίζει τη μοίρα του. Σε μία κούρσα γνωρίζει την Ενκάρνα, μια ξεναγό. Γίνονται αναπάντεχα ζευγάρι (Το στοίχημα). Το τελευταίο διήγημα συνυφαίνει πρωταγωνιστές, δευτεραγωνιστές, κομπάρσους και βωβά πρόσωπα των επιμέρους ιστοριών. Ο παραληρηματικός λόγος με τα αιφνίδια ποιητικά πετάγματα αντικρύζεται με την τεχνημένη πλοκή. Οι επιμέρους ιστορίες αποκτούν τη συνοχή της μυθιστορηματικής ανάπτυξης, σε μια ελαστική και ευέλικτη φόρμα η οποία τις αφήνει να αναπνεύσουν.