Η έκφραση «Μαράν Αθά» είναι μια ιερατική κατάρα, που εντέλλεται τη θεϊκή τιμωρία ανόσιων πράξεων και ο τίτλος του έργου του Θωμά Ψύρα που θα μετασχηματιστεί σε θεατρικό μονόλογο από τον Δήμο Αβδελιώδη
Το «Μαράν Αθά» είναι ένα ιδιαίτερο νεοελληνικό κείμενο με ιδιότυπη γλώσσα θεσσαλικών ντοπιολαλιών και εκκλησιαστικής καθαρεύουσας. Προσαρμοσμένο θεατρικά στη μορφή του αφηγηματικού μονόλογου και σκηνοθετημένο από τον Δήμο Αβδελιώδη, θα παρουσιαστεί στο Θέατρο Μεταξουργείο από μια αφηγήτρια, τη Γιασεμί Κηλαηδόνη, η οποία θα αφηγηθεί την ιστορία ενός γέροντα μοναχού του 19ου αιώνα.

Στο βιβλίο (Εκδόσεις Κέδρος 2004) του φιλόλογου και συγγραφέα Θωμά Ψύρα, ο οποίος ζει στη Λάρισα, διαγράφεται η πορεία ενός παιδιού μέσα από τη θρησκεία, τον έρωτα και τον μοναχισμό ώς τα βαθιά του γεράματα, μέσα από την εξομολόγησή του, λίγο πριν πεθάνει. Μια εκ βαθέων εξιστόρηση της περιπέτειας του αγοριού που γεννήθηκε το 1870 κοντά στη Λάρισα κι όταν ορφάνεψε και από τους δύο γονείς τον πήρε υπό την προστασία του ένας επίσκοπος στην περιοχή των Τεμπών. Έφηβο, τον έστειλε να σπουδάσει στην Αθωνιάδα Σχολή με προοπτική να ακολουθήσει τον ιερατικό βίο.

Επιστρέφοντας ο 18χρονος απόφοιτος στον πνευματικό του πατέρα, αναλαμβάνει την αποστολή που του αναθέτει, στέλνοντάς τον σε ένα χωριό της περιοχής της Αγιάς, το οποίο θεωρείται δαιμονικό γιατί σε μία μέρα πέθαναν όλα τα αρσενικά. Υπακούοντας στην εντολή να ερευνήσει την αλήθεια για το αν γίνονται ή όχι μαγείες, δηλαδή αιρετικές πράξεις, ο νεαρός δόκιμος θα αρχίσει να κρυφακούει τις συζητήσεις εννέα γυναικών, οι οποίες μαζεύονται κάθε βράδυ κάτω από το δωμάτιό του και μιλάνε τελετουργικά πάνω σε ένα όνειρο που συνεχίζεται κάθε βράδυ κι από μία άλλη. Σιγά σιγά αρχίζει να μυείται στον μυστικό κόσμο της γυναικείας ψυχής, στον έρωτα και στην αληθινή αγάπη.

Όταν ερωτεύεται μία από αυτές, επιστρέφει και ομολογεί στον επίσκοπο τον έρωτά του και την απόφασή του να παραιτηθεί από την προοπτική του δεσποτικού αξιώματος και να γίνει απλός ιερέας. Ο δεσπότης τον κατακεραυνώνει με την έσχατη και αινιγματική ιερατική κατάρα: Μαράν Αθά!, δηλαδή, ο Κύριος είναι εδώ για να τιμωρήσει τις ανόσιες πράξεις σου! Τον συλλαμβάνει, τον χειροτονεί διά της βίας διάκονο και τον εξορίζει, αποκόπτοντάς τον οριστικά από την αγαπημένη του. Όλη η υπόλοιπη ζωή του γίνεται μια οδυνηρή και επώδυνη αναζήτηση της γνώσης για την απώλεια του χαμένου του παράδεισου. Λίγο πριν από το τέλος του, το «Μαράν Αθά» θα αποκαλύψει τη δεύτερη και κρυφή σημασία του: τιμωρείσαι όχι γι΄ αυτά που έπραξες, αλλά γι΄ αυτά που δεν τόλμησες να πράξεις!

Ο Δήμος Αβδελιώδης αναλύοντας το έργο μάς δίνει τα βασικά δομικά του στοιχεία: «Το έργο θεμελιώνεται επάνω στα οκτώ όνειρα που χρεώνονται να δουν, να αφηγηθούν και να κρίνουν σε συνέχειες οι οκτώ πεπειραμένες γυναίκες, για να μυήσουν τη νεαρή ένατη στην αρχαία και εμπειρική γνώση των γυναικείων θεμάτων, που είτε δαιμονοποιημένα είτε απαξιωμένα, μέσα σε μια πατριαρχική κοινωνία, μεταφέρονται σαν απόκρυφη γνώση από γενιά σε γενιά. Μέσα από την ανάδυση αυτού του αποσπασματικού, αλλά ενιαίου ονείρου αποκαλύπτεται ένα άγνωστο, πολυδαίδαλο και θαυμαστό σύμπαν, που σπάνια βρίσκει κανείς στον παραδοσιακό γραπτό λόγο και τη λογοτεχνία».

ΙΝFΟ

Έναρξη τον Οκτώβριο, στο Θέατρο Μεταξουργείο (Ακαδήμου 14, τηλ. 210-

5234.382)

Η ιδιότυπη γλώσσα


Για την ιδιότυπη γλώσσα του Λαρισινού συγγραφέα, ο Δήμος Αβδελιώδης λέει ότι είναι «αρμονική μείξη της ντοπιολαλιάς με τον αφομοιωμένο λόγο του Παπαδιαμάντη και του Βιζυηνού, όχι ως φιλολογική αναφορά, αλλά ως χρηστικός και δόκιμος λόγος για να διεκπεραιώσει πειστικά το θέμα του, που ξεπερνάει το ηθογραφικό πλαίσιο. Ο ηθογραφικός αυτός καμβάς είναι μια ισχυρή και πρόσφορη βάση, αλλά ταυτόχρονα και το πρόσχημα για την υπέρβασή της. Το «Μαράν Αθά» θέτει ουσιώδη και σοβαρά ζητήματα της κοινωνικής και υπαρξιακής ταυτότητας των δύο φύλων που αγγίζουν την ίδια τη δομή και τη λειτουργία του κοινωνικού μας συστήματος».

Η θεατρική προσαρμογή επικεντρώνεται από τον σκηνοθέτη σε δύο συμπληρωματικές θεματικές «Την πραγματική αναγνώριση και μάθηση του εαυτού μας μέσα από τη βαθιά αναγνώριση και μάθηση του Άλλου (σαν το κρυμμένο μισό μιας απολεσθείσας ενότητας) και το πώς θα μπορούσε να διαχειριστεί κανείς τη νέα γνώση που προσέλαβε όταν αυτή έρχεται αντιμέτωπη με τις εξουσιαστικές και κατασταλτικές δομές, που είναι εγκατεστημένες φαντασιακά μέσα στην ίδια τη σκέψη μας. Μια φαινομενικά αδιέξοδη σύγκρουση που οδηγεί στην αυτογνωσία και στη συνειδητοποίηση του ρόλου της προσωπικής μας βούλησης και ευθύνης».