Η μνήμη δεν λογοκρίνεται.

Καθετί που έχει εγγραφεί στη συλλογική μνήμη δεν παραγράφεται λογοκριτικά ούτε απωθείται αυτοκριτικά. Ανεξάρτητα από το εάν αυτή η ιστορική εγγραφή ανταποκρίνεται όντως στην πραγματικότητα και αν η επικρατούσα ερμηνεία είναι η μόνη ορθή. Αρκεί ότι κάποιο συμβάν έχει καταχωρισθεί στη συλλογική μνήμη. Η κρατική παρέμβαση σε ταινία για το Νέο Μουσείο Ακρόπολης δίνει αφορμή σε αυτό το σχόλιο. Η σχέση των χριστιανών με τον αρχαιοελληνισμό (θρησκεία, τέχνη, φιλοσοφία, αθλητισμό) υπήρξε δύσκολη. Άλλοτε σημειώνεται αυθόρμητη αποστροφή των προσήλυτων στην εκκλησία Ελλήνων («ουκέτι Φοίβος έχει καλύβην»), άλλοτε παρατηρείται αποδόμηση μνημείων για την ανοικοδόμηση ναών κι άλλοτε πάλι συμβαίνει κρατική απαγόρευση (Φιλοσοφική Σχολή Αθηνών, Ολυμπιακοί Αγώνες). Σε κάθε περίπτωση πάντως αυτή η δύσκολη σχέση ερμηνεύεται ποικιλότροπα. Στη συγκεκριμένη περίπτωση της ταινίας του Μουσείου παρατηρείται μια διαδικαστική εκκρεμότητα που θίγει δημοκρατικές ευαισθησίες και ανθρώπινα δικαιώματα. Όταν το δημόσιο παραγγέλλει σε ιδιώτη ένα καλλιτέχνημα άνευ όρων, οφείλει να το αποδεχθεί όπως θα του παραδοθεί. Μόνο όταν το Δημόσιο θέτει εκ των προτέρων όρους στον καλλιτέχνη και εκείνος τους παραβιάζει, τότε δικαιούται να παρέμβει στο έργο, επειδή παραβιάσθηκε η σχετική συμφωνία. Στη μια περίπτωση έχουμε λογοκρισία της εξουσίας εις βάρος του ανθρώπου, στην άλλη περίπτωση όμως σημειώνεται μια ισότιμη διαπραγμάτευση ιδιωτικού και δημόσιου φορέα. Ποιο από τα δυο ισχύει στην περικοπή της ταινίας του Μουσείου είναι γνωστό στα συμβαλλόμενα μέρη. Εμείς οι υπόλοιποι καταδικάζουμε τη λογοκρισία και ανεχόμαστε τη διαπραγμάτευση.

Ο Μάριος Μπέγζος είναι καθηγητής Συγκριτικής Φιλοσοφίας της Θρησκείας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών.