Ο ηθοποιός Γιάννης Τσιμιτσέλης δηλώνει πως, ως χαρακτήρας, στην καθημερινότητά του δεν έχει έντονες αντιδράσεις: «Δεν θα γελάσω δυνατά, για παράδειγμα, ή δεν θα μείνω με το στόμα ανοιχτό μπροστά σε κάτι που θα μου προκαλέσει έκπληξη».
Ωστόσο, για τις ανάγκες του κάθε ρόλου του θα «παίξει» και με το πρόσωπό του για να δείξει, όπως λέει, την υπερβολή του πράγματος. «Οι μορφασμοί που αποδίδουν ένα συναίσθημα είναι ίδιοι στη ζωή και στον ρόλο. Η διαφορά είναι ότι στον ρόλο θα είναι πιο έντονοι. Επίσης, θα το σκεφτείς προτού το κάνεις, ενώ στη ζωή συμβαίνουν ασυναίσθητα», σημειώνει ο κ. Τσιμιτσέλης. Ηθοποιοί, πολιτικοί και γενικά πρόσωπα που εμφανίζονται συχνά μπροστά σε κοινό, για πολλούς έχουν τη δυνατότητα να ελέγχουν τις αντιδράσεις τους- ακόμη και τις εκφράσεις του προσώπου τους- είτε για να υποστηρίξουν το μήνυμα που θέλουν να περάσουν είτε για να κρύψουν αυτά που νιώθουν. Το ίδιο μπορούν να κάνουνμε μεγαλύτερη ίσως δυσκολία- οι περισσότεροι άνθρωποι.
Παγκόσμια γλώσσα
Όμως ο Αμερικανός ψυχολόγος του Πανεπιστημίου της Καλιφόρνιας, Ρaul Εkman, υποστηρίζει ότι αν προσέξει κάποιος λίγο παραπάνω το πρόσωπο του συνομιλητή του θα καταλάβει και αυτά που δεν λέγονται. Πριν από 40 χρόνια άρχισε την έρευνά του πάνω στις φευγαλέες και έντονες εκφράσεις που υποδηλώνουν συναισθήματα τα οποία οι άνθρωποι προσπαθούν να κρύψουν. Μάλιστα κατάφερε να αποδείξει, όπως είχε υποστηρίξει δεκάδες χρόνια πριν ο Κάρολος Δαρβίνος, ότι αυτές οι μικροεκφράσεις, όπως τις ονόμασε, που αποκαλύπτουν τον θυμό, τη χαρά, τη λύπη, την αηδία, την έκπληξη, τη χαρά και τον φόβο είναι έμφυτες και κοινές για όλους τους λαούς τους κόσμου.
Σύμφωνα με την ψυχολόγο κ. Μαριέττα Ρήγα- Πεπελάση, «παρατηρώντας προσεκτικά το πρόσωπο ενός ανθρώπου όντως μπορούμε να καταλάβουμε τι σκέφτεται και πώς νιώθει. Ωστόσο, αυτό δεν είναι εφικτό για τα πρόσωπα των “επαγγελματιών” της δημόσιας ζωής. Οι άνθρωποι αυτοί έχουν μάθει να ελέγχουν και να κατευθύνουν τις εκφράσεις τους». Όπως επισημαίνει η ψυχολόγος κ. Αλεξάνδρα Καππάτου, «οι μορφασμοί είναι ασυνείδητες αντιδράσεις που κανένας, όσο εκπαιδευμένος κι αν είναι, δεν μπορεί να ελέγξει 100%. Γι΄ αυτό υπάρχει πιθανότητα να ξεφύγουν στον καθένα, έστω και για κλάσματα του δευτερολέπτου. Επίσης, υπάρχουν τρόποι να τις καταλάβουμε και όταν κάποιοι προσπαθούν να τις κρύψουν, όμως δεν είναι εύκολο για τον απλό άνθρωπο».
ΟΙ «ΑΠΡΟΣΩΠΟΙ»
Οι «επαγγελματίες» της δημόσιας ζωής έχουν μάθει να ελέγχουν και να κατευθύνουν τις εκφράσεις τους
Η διάγνωση των κρυφών συναισθημάτων
Ο ΚΥΡΙΟΣ ΛΟΓΟΣ που αποδεικνύεται δύσκολο για τους περισσότερους να διαγνώσουν τα συναισθήματα των άλλων μέσω των μορφασμών, είναι για την κ. Καππάτου «το ότι δεν είμαστε αρκετά παρατηρητικοί. Παράλληλα, παίζει σημαντικό ρόλο το αν μας ενδιαφέρει ή όχι το είδος της επικοινωνίας και το άτομο που έχουμε απέναντί μας». Όπως τονίζει, όμως, «είναι κάτι το οποίο έχουμε τη δυνατότητα να καλλιεργήσουμε. Μπορεί ο οποιοσδήποτε να εκπαιδευτεί στο να προσέχει αυτές τις μικρές εκφράσεις». Και συμπληρώνει: «Όλα αυτά είναι απλά σήματα. Αποτελούν εισαγωγή στην επικοινωνία και δεν μπορούν να την αντικαταστήσουν, γιατί δεν μας λένε τίποτα για τα αίτια των συναισθημάτων ή των σκέψεων. Απλά, πιθανόν βοηθούν στη διαπίστωση της ύπαρξής τους».
Το «σημάδι»
Υπάρχει όμως, όπως υπογραμμίζει η κ. Ρήγα- Πεπελάση, ένα σημείο στο ανθρώπινο πρόσωπο που κανείς- όσο εκπαιδευμένος κι αν είναι στη μη λεκτική επικοινωνία- δεν μπορεί να ελέγξει: η κόρη του ματιού.
«Όταν το άτομο είναι ήρεμο ή ευτυχισμένο, διαστέλλεται. Όταν νιώθει αγωνία, άγχος και θυμό συστέλλεται» επισημαίνει. Προσθέτει μάλιστα ότι τα μάτια όντως είναι «ο καθρέφτης της ψυχής» αφού, εκτός από την κόρη, και η κίνησή τους υποδηλώνει σκέψεις ή αισθήματα. «Για παράδειγμα, όταν κάποιος κοιτάζει προς τα κάτω πιθανόν προσπαθεί να μεγαλώσει την εσωτερική απόσταση με όσους είναι δίπλα του, ενώ αν κοιτάζει προς τα πάνω υποδηλώνει ότι σκέπτεται και ψάχνει να βρει τα λόγια του», λέει.
Όμως, τονίζει ότι σε κάθε περίπτωση «ο δέκτης πρέπει να λαμβάνει υπόψη την ψυχική κατάσταση του άλλου, το περιβάλλον, αλλά και παραμέτρους όπως ο τόνος της φωνής, για να εξάγει ασφαλή συμπεράσματα».







