Ο Ιβάν Σαφρόνοφ δεν πέθανε αμέσως, παρ΄ ότι έπεσε από ένα παράθυρο του τετάρτου ορόφου της πολυκατοικίας του. Αυτόπτες μάρτυρες λένε πως προσπάθησε να σηκωθεί αφού χτύπησε στο έδαφος, αλλά κατέρρευσε.


Η Αστυνομία λέει πως ο θάνατος του δημοσιογράφου έχει όλα τα χαρακτηριστικά της αυτοκτονίας, αν και είναι διατεθειμένη να εξετάσει την πιθανότητα να «οδηγήθηκε» στην αυτοκτονία. Οι φίλοι του όμως επιμένουν πως δεν ήταν το είδος του ανθρώπου που θα έβαζε μόνος του τέλος στη ζωή του. Άλλωστε, γιατί να το κάνει; Λένε πως ήταν ένας ευτυχισμένος σύζυγος και πατέρας, αγαπούσε τη δουλειά του και είχε πληθώρα από προσφορές εργασίας. Επιστρέφοντας στο σπίτι του είχε αγοράσει

ΟΙ ΑΝΤΙΔΡΑΣΕΙΣ

Οργανισμοί μέσων ενημέρωσης σε όλο τον κόσμο έχουν εκφράσει ανησυχία γι΄ αυτό που αποκαλούν «κλίμα ατιμωρησίας»

μια σακούλα μανταρίνια, τα οποία ήταν σκορπισμένα στο κλιμακοστάσιο από το παράθυρο του οποίου πήδηξε- ή τον έσπρωξαν.

Ο Ιβάν Σαφρόνοφ που εργαζόταν για την εφημερίδα «Κομερσάντ», είναι τουλάχιστον ο 20ός Ρώσος δημοσιογράφος που χάνει τη ζωή του υπό ύποπτες συνθήκες από το 2000, όταν ο Βλαντίμιρ Πούτιν έγινε πρόεδρος της Ρωσίας. Είτε πέθαναν από σφαίρες είτε από μαχαίρι είτε από δηλητήριο, οι δημοσιογράφοι αυτοί έχουν δύο κοινά: ουδείς καταδικάστηκε και στις περισσότερες περιπτώσεις ουδείς συνελήφθη μετά τον θάνατό τους. Επίσης, όλοι τους είχαν εξοργίσει ισχυρά συμφέροντα, που φαίνεται πως δεν έχουν ενδοιασμούς όταν αντιμετωπίζουν τους εχθρούς τους.

Επικίνδυνες έρευνες

«Στη Ρωσία», λέει ο Όλεγκ Πανφίλοφ, πρόεδρος του Κέντρου για τη Δημοσιογραφία σε Ακραίες Καταστάσεις (CJΕS) που έχει την έδρα του στη Μόσχα, «οποτεδήποτε ερευνάς κάτι που μπορεί να καταστρέψει την επιχείρηση κάποιου άλλου, πάντα προκαλείς αντίδραση- συχνά φόνο». Ειδικός σε στρατιωτικά θέματα, ο Ιβάν Σαφρόνοφ λίγο πριν από τον θάνατό του εργαζόταν για ένα άρθρο σχετικά με τις μυστικές συμφωνίες όπλων της Μόσχας με το Ιράν και τη Συρία.

Οι δημοσιογράφοι διατρέχουν ιδιαίτερα μεγάλο κίνδυνο στη Ρωσία. Σύμφωνα με νέα έκθεση του Διεθνούς Ινστιτούτου για την Ασφάλεια της Δημοσιογραφίας (Ιnternational Νews Safety Ιnstitute), κατά την τελευταία δεκαετία, μόνο στο Ιράκ έχουν χαθεί περισσότερες ζωές δημοσιογράφων από ό,τι στη Ρωσία. Μολονότι ουδείς λέει ότι ο Πούτιν είχε κάποια σχέση με τους θανάτους, οργανισμοί μέσων ενημέρωσης σε όλο τον κόσμο έχουν εκφράσει ανησυχία γι΄ αυτό που αποκαλούν «κλίμα ατιμωρησίας». Η μικρότερη κατηγορία που θα μπορούσε να διατυπωθεί εις βάρος του Ρώσου προέδρου είναι ότι προεδρεύει σε μια χώρα στην οποία ο φόνος δημοσιογράφων περνάει ατιμώρητος.

Δικαστήρια, επιθέσεις, δολοφονίες


ΛΙΓΟΙ ΦΟΝΟΙ είναι τόσο φανερά πολιτικοί όπως ήταν ο φόνος της δημοσιογράφου Άννας Πολιτκόφσκαγια, που πυροβολήθηκε τον περασμένο Οκτώβριο στην είσοδο της πολυκατοικίας της. Οι περισσότερες υποθέσεις είναι πολύ πιο σκοτεινές. Σε πολλές περιπτώσεις, οι φόνοι μπορεί να θεωρηθούν η βίαιη τιμωρία δημοσιογράφων που σκαλίζουν πολύ βαθιά τη ρωσική διαπλοκή μεταξύ των επιχειρήσεων, του οργανωμένου εγκλήματος και των κρατικών μηχανισμών της δικαιοσύνης και της ασφάλειας. Το ξεσκέπασμα της διαφθοράς στις επαρχίες μπορεί να είναι ακόμη πιο μοναχική και επικίνδυνη δουλειά για τους δημοσιογράφους. Δύο διευθυντές μιας τοπικής εφημερίδας στο Τολιάτι, πόλη στον Βόλγα, ανατολικά της Μόσχας, οι Βάλερι Ιβανόφ και Αλεξέι Σιντόροφ, δολοφονήθηκαν διαδοχικά, το ίδιο και ο Σεργκέι Ιβανόφ, διευθυντής του τοπικού τηλεοπτικού σταθμού. Και ο θάνατος δεν είναι ο μοναδικός κίνδυνος που διατρέχουν οι δημοσιογράφοι που δείχνουν ερευνητικό ζήλο. Περίπου 50 δικαστικές υποθέσεις εναντίον δημοσιογράφων εκδικάζονται κάθε χρόνο με στόχο τη φίμωσή τους, ενώ περίπου 150 δέχονται σοβαρές επιθέσεις.