Τα χάπι εντ δεν ήταν ποτέ στο στυλ του Ίαν ΜακΓιούαν. Το πρώτο του μυθιστόρημα, «Ο Τσιμεντόκηπος», τελείωνε με αστυνομικούς να παραλαμβάνουν τα παιδιά από το σπίτι, στο υπόγειο του οποίου ήταν κρυμμένο το πτώμα της μητέρας. Το «Ξένοι στη Βενετία» τελείωνε με τον διπλό φόνο ενός ζευγαριού Βρετανών, ενώ το «Άμστερνταμ», που του έφερε το βραβείο Μπούκερ, έκλεινε με τη δολοφονία δύο φίλων.

Όμως το μυθιστόρημα του ΜακΓιούαν, «Σάββατο», εξέπληξε τους αναγνώστες με την αναπάντεχα θετική του ματιά. Το πορτρέτο ενός μεσήλικα νευροχειρουργού, αστού και προνομιούχου, έλαβε διθυραμβικές κριτικές, αλλά κατά τους επικριτές του βρίθει…

αισιοδοξίας! Μήπως ο πρώην ανατόμος των πιο σκοτεινών πτυχών της ανθρωπότητας μαλάκωσε; Μήπως αυτός ο μεταπράτης της εφευρετικής σκληρότητας, άρχισε να μας λέει ότι όλα θα πάνε καλά, ότι το μόνο που χρειαζόμαστε είναι αγάπη- ή μάλλον αγάπη, έναν τεράστιο μισθό κι ένα ωραίο σπίτι;

Το αισιόδοξο, εν τέλει, «Σάββατο» ασχολείται και με την 11η Σεπτεμβρίου. «Τ ότε, η μόνη γραφή που μπορούσε να σκεφτεί κανείς ήταν η δημοσιογραφική, το ρεπορτάζ, όχι η λογοτεχνία», λέει ο ΜακΓιούαν . «Οι συγγραφείς προϋποθέτουν πιο αργές μεταστροφές και άλλη σχέση με τον χρόνο. Πρέπει να ελέγξουν να συναισθηματικό τους βάρος και να εστιάσουν στην προσωπική ματιά. Και αυτό μου το μυθιστόρημα δεν έχει να κάνει με τα γεγονότα, αλλά με την σκιά που έρριξαν στα πράγματα, όχι μόνον σε διεθνή κλίμακα, αλλά και στην μικρότερη κλίμακα της ζωής του καθενός μας».

Η αλήθεια είναι ότι στο μεταξύ και ένα χάπι εντ ήρθε εξ ουρανού στον ΜακΓιούαν , όταν ανακάλυψε ότι είχε έναν μεγαλύτερο αδελφό. Ο χαμένος αδελφός του είναι ο Ντέιβ Σαρπ, ένας 64χρονος κτίστης, ο οποίος εντόπισε τον συγγραφέα χωρίς να γνωρίζει τίποτα για τη φήμη του. Τα παιδικά χρόνια του ΜακΓιούαν δεν ήταν πολύ ευχάριστα. Οι γονείς του ήταν άστοργοι και απόμακροι. «Απλώς με τάιζαν και με ήλεγχαν, οπότε ένιωθα πολύ μόνος», λέει ο ΜακΓιούαν.

Μήπως με την άφιξη του Ντέιβ το κοινό αποφάσισε να τον συγχωρήσει για το σκάνδαλο λογοκλοπής στο οποίο ενεπλάκη πρόσφατα με το μυθιστόρημα «Εξιλέωση», για το οποίο ο ΜακΓιούαν είχε κάνει χρήση σελίδων από τα απομνημονεύματα της Λουσίλας Άντριους «Νo time for romance»; «Έχω τη συνείδησή μου καθαρή» λέει. «Χρησιμοποίησα τις σελίδες ως μοναδικό αρχείο για χάρη του ρεαλισμού και της ακρίβειας».