SΑLΟΝΙCCΟ, SΑLΟΝΙCΗΑ, SΑLΟΝΙQUΕ, ΣΕΛΑΝΙΚ, ΣΟΛΟΥΝ,
ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ. ΟΙ ΔΙΑΦΟΡΕΤΙΚΕΣ ΟΝΟΜΑΣΙΕΣ ΔΕΝ ΠΕΡΙΓΡΑΦΟΥΝ
ΤΗΝ ΙΔΙΑ ΠΟΛΗ, ΑΛΛΑ ΑΝΤΙΣΤΟΙΧΟΥΝ ΣΤΙΣ ΑΛΛΑΓΕΣ ΠΟΥ ΣΥΝΕΒΑΙΝΑΝ ΣΤΟ ΠΕΡΑΣΜΑ ΤΩΝ ΑΙΩΝΩΝ. Ο ΜΑΡΚ ΜΑΖΑΟΥΕΡ ΣΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΤΟΥ ΑΦΗΓΕΙΤΑΙ ΤΗΝ ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΟΠΩΣ ΑΥΤΗ ΜΕΤΑΜΟΡΦΩΝΟΤΑΝ ΤΟΥΣ ΤΕΛΕΥΤΑΙΟΥΣ ΠΕΝΤΕ ΑΙΩΝΕΣ
Ο Μαρκ Μαζάουερ είναι αρκετά γνωστός στο ελληνικό κοινό μέσα από βιβλία που είτε αφορούν την Ελλάδα ( Η Ελλάδα και η οικονομική κρίση του Μεσοπολέμου, Στην Ελλάδα του Χίτλερ ) είτε γενικότερα την ευρωπαϊκή ιστορία ( Σκοτεινή ήπειρος, Τα Βαλκάνια ). Στο τελευταίο βιβλίο του Θεσσαλονίκη, πόλη των φαντασμάτων θέτει έναν διαφορετικό στόχο. Μέσα από τη μελέτη σε βάθος χρόνου μιας σημαντικής πόλης εξετάζει τις κοινωνικές, πολιτικές και οικονομικές αλλαγές που συνέβησαν κατά τη διάρκεια της μετάβασης από την πολυεθνική αυτοκρατορία στο νεωτερικό έθνος-κράτος και χαρακτηρίστηκαν από τη διάβρωση της παραδοσιακής οικονομίας από τον καπιταλισμό, την εκκοσμίκευση, τη δημογραφική ανάπτυξη, την άνοδο του εθνικισμού, την εμφάνιση των «επικίνδυνων τάξεων» και της μαζικής πολιτικής, τις καταστροφικές συνέπειες των πολέμων, ιδιαίτερα του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου. Στο βιβλίο η πόλη μεγεθύνεται μέσα από τον φακό του ιστορικού που επιδιώκει να διαγνώσει με ποιο τρόπο αυτές οι κοσμοϊστορικές αλλαγές εγγράφονται στον κοινωνικό ιστό της πόλης, διαμορφώνουν τις κοινωνικές σχέσεις μεταξύ των διαφορετικών ομάδων και επηρεάζουν νοοτροπίες και πρακτικές.

Μετά την άλωση της Θεσσαλονίκης από τους Οθωμανούς το 1430 και κατά τους πρώτους αιώνες της οθωμανικής κυριαρχίας η θρησκεία έπαιζε τον καθοριστικό ρόλο στην κοινωνική οργάνωση και ζωή της πόλης. Στον διαχωρισμό ανάμεσα σε χριστιανούς και μουσουλμάνους, κατακτημένους και κυρίαρχους, προστέθηκαν μετά το 1492 οι Εβραίοι, διωγμένοι από την Ισπανία (αργότερα και από την Ιταλία). Η άφιξη των χιλιάδων Σεφαραδιτών Εβραίων ίσως και να συνιστά τη δεύτερη (μετά την κατάληψη της πόλης από τους Οθωμανούς) μεγάλη καμπή στην ιστορία της πόλης. Η Θεσσαλονίκη από μία κατά βάση ελληνικήχριστιανική πόλη μετατρέπεται σε μια πόλη όπου οι περισσότεροι κάτοικοι είναι Εβραίοι. Έτσι, ενώ το 1478 οι μισοί κάτοικοι είναι Χριστιανοί, το 1519 οι Εβραίοι αντιπροσωπεύουν πλέον το μισό του πληθυσμού και οι Χριστιανοί αποτελούν πλέον το ένα τέταρτο. Η Θεσσαλονίκη γίνεται τότε, αυτό που πολύ όψιμα κάποιοι θα ανακαλύψουν, μια πόλη Μουσουλμάνων, Χριστιανών και Εβραίων. Ο Μαζάουερ δίκαια αποφεύγει να τη χαρακτηρίσει με τον πολυσυζητημένο και παρερμηνευμένο όρο «πολυπολιτισμική». Οι σχέσεις μεταξύ των διαφορετικών θρησκευτικών ομάδων δεν διακρίνονταν πάντα από την ανοχή και την ώσμωση, αλλά διασταυρώνονταν με τις σχέσεις εξουσίας και καθορίζονταν από τις ιστορικές συγκυρίες και αλλαγές. Οι σχέσεις εξουσίας αφορούν πρώτα και κύρια τον τρόπο με τον οποίο η οθωμανική διοίκηση αντιμετώπισε τις διαφορετικές κοινότητες. Σχετικά με την οθωμανική διοίκηση και οργάνωση της πόλης τους δύο πρώτους αιώνες της οθωμανικής κυριαρχίας, ο απαιτητικός αναγνώστης ίσως θα περίμενε μια πιο συστηματική ανάλυση από τον συγγραφέα, ενώ σε κάποια σημεία φαίνεται η έλλειψη πηγών. Πάντως, εάν κάτι αναδεικνύει η ανάλυση του Μαζάουερ δεν είναι τόσο η ανοχή του οθωμανικού κράτους απέναντι στη θρησκευτική ετερότητα όσο η απουσία κράτους με τη νεωτερική έννοια μέχρι και τα μέσα του 19ου αιώνα.

Χριστιανοί, Εβραίοι και Μουσουλμάνοι ζούσαν διακριτά στην πόλη στο πλαίσιο της κοινότητάς τους διατηρώντας όμως παράλληλα διακοινοτικές σχέσεις και επαφές. Η θρησκευτική διαφορά δεν δημιουργούσε περιχαράκωση αλλά γόνιμο έδαφος για πολιτισμική ώσμωση. Σε αυτό συνέτεινε και η άγνοια των περισσότερων απλών ανθρώπων για τα δογματικά ζητήματα, αλλά και η αδιαφορία των οθωμανικών αρχών για τα θρησκευτικά πιστεύω των υπηκόων τους. Αυτό το περιβάλλον ήταν πρόσφορο για την καλλιέργεια του θρησκευτικού συγκρητισμού και πολιτισμικής αλληλεπίδρασης, η οποία όμως γνώριζε ένα όριο: την αλλαγή θρησκευτικής πίστης που δεν μπορούσε να αποδεχθεί καμιά από τις θρησκευτικές κοινότητες. Από αυτήν την άποψη, οι θρησκευτικές κοινότητες της Θεσσαλονίκης δεν ήταν τόσο συμπαγείς όσο φαίνονταν, ιδιαίτερα αυτή των Εβραίων της πόλης. Η θρησκευτική μεταστροφή, πάντως, ήταν ένα ευαίσθητο θέμα που οδηγούσε στην απομόνωση του «εξωμότη» και προκαλούσε μεγάλη ένταση στις σχέσεις μεταξύ των κοινοτήτων. Έτσι, μια μέρα τον Μάιο του 1876 μια νεαρή Χριστιανή που είχε αποφασίσει να αλλάξει θρησκευτική πίστη για να παντρευτεί τον γιο ενός Μουσουλμάνου γαιοκτήμονα έγινε η αφορμή για να γίνουν εκτεταμένες ταραχές στη Θεσσαλονίκη και να σκοτωθούν δύο Ευρωπαίοι πρόξενοι από ένα οργισμένο πλήθος που πίστευε ότι ήταν συνεργοί στην απαγωγή της κοπέλας από Χριστιανούς. Λίγες δεκαετίες αργότερα, το 1903, η Θεσσαλονίκη θα συγκλονιζόταν από διαδοχικές εκρήξεις. Δράστες ήταν μια ομάδα νεαρών Βούλγαρων εθνικιστών. Οι καιροί είχαν αλλάξει.