Το σημερινό ελληνικό πανεπιστήμιο δεν απαντά με ικανοποιητικό τρόπο- παρά την ύπαρξη ορισμένων νησίδων αριστείας- στις σύγχρονες απαιτήσεις δημιουργίας,απορρόφησης και διάδοσης της γνώσης. Η προκλητική υποχρηματοδότηση,ο ασφυκτικός κρατικός συγκεντρωτισμός και η ιδεολογικά επενδυμένη αδράνεια οδηγούν σε ασφυξία τις δημιουργικές δυνάμεις των πανεπιστημίων, συρρικνώνουν τις δυνατότητες και τη δυναμική τους. Χρειάζεται, λοιπόν, ένα άλμα ποιότητας. Συνοψίζω στους παρακάτω πέντε άξονες, τις προτάσεις που έχουν κατατεθεί στο βιβλίο που κυκλοφόρησε πρόσφατα «Το πραγματικό και το κεκτημένο: Το Πανεπιστήμιο σε μετάβαση» (συγγραφείς: Μαρία Δαμανάκη, Βασίλης Κουλαϊδής, Γιάννης Βαρουφάκης, Γιάννης Καλογήρου και Νίκος Παπαδάκης). 1. Αύξηση της χρηματοδότησης. Η Ελλάδα είναι η ευρωπαϊκή χώρα με τις χαμηλότερες δαπάνες για την παιδεία και την έρευνα. Αν θέλουμε ποιοτικό άλμα, θα πρέπει η χρηματοδότησή της να τεθεί ως πολιτική προτεραιότητα.

2. Εισαγωγή νέων παιδαγωγικών πρακτικών. Βασική λειτουργία των πανεπιστημίων είναι η διάχυση της γνώσης μέσω της διδασκαλίας. Σήμερα είναι εξαιρετικά υποβαθμισμένη. Προκειμένου να αναστραφεί αυτή η κατάσταση, θα πρέπει να ενθαρρυνθούν οι ακαδημαϊκές μονάδες:

*** Στην ανάπτυξη καινοτομικών προγραμμάτων σπουδών (π.χ. πολλαπλά προγράμματα σπουδών που οδηγούν ενδεχομένως και σε διαφορετικά πτυχία, μερικός ή ολικός συνδυασμός προγραμμάτων σπουδών ώστε να αντιμετωπίζονται οι νέες ανάγκες). Προς την ίδια κατεύθυνση προσφέρεται η αξιοποίηση των δυνατοτήτων που προσφέρουν οι νέες τεχνολογίες πληροφορίας και επικοινωνιών στη διδακτική διαδικασία.

*** Στον σχεδιασμό προγραμμάτων σπουδών που θα βασίζονται σε courses σπονδυλωτής εξέλιξης και όχι στον απαράδεκτα υψηλό αριθμό

«Στόχος είναι να απαλλαγεί το πανεπιστήμιο από τη γραφειοκρατία, τον σφικτό εναγκαλισμό με την κεντρική εξουσία και την ανάπτυξη σχέσεων αλληλεξάρτησης στο εσωτερικό του»

μαθημάτων που είναι η καθιερωμένη σήμερα πρακτική. Επίσης τα προγράμματα σπουδών θα πρέπει να καλλιεργούν δεξιότητες (οργάνωση έργων, διαπραγματεύσεις, συνεργασία και ομαδική δουλειά κ.ά.).

3. Αλλαγές στη διοίκηση των πανεπιστημίων. Οι αλλαγές οφείλουν να συνδυάσουν: α) τη διαφάνεια μέσω του ουσιαστικού εκδημοκρατισμού των διαδικασιών συγκρότησης οργάνων λήψης αποφάσεων (π.χ. καθολική ψηφοφορία για την ανάδειξη των πανεπιστημιακών αρχών), β) την ευελιξία μέσω της εμπέδωσης μιας κουλτούρας αποτελεσματικής διοίκησης, γ) τη διασφάλιση της αυτονομίας των ιδρυμάτων. Στόχος είναι να απαλλαγεί το πανεπιστήμιο από τη γραφειοκρατία, τον σφικτό εναγκαλισμό με την κεντρική εξουσία και την ανάπτυξη σχέσεων αλληλεξάρτησης στο εσωτερικό του. 4.Στοχευμένη αξιολόγηση. Στόχος πρέπει να είναι η αξιολόγηση κάθε πανεπιστημίου με βάση τους στόχους που το ίδιο έχει δημοσιοποιήσει. Στην αξιολόγηση αυτή θα πρέπει να κρίνεται η αποτελεσματική χρήση των διαθέσιμων πόρων, λαμβάνοντας υπόψη όχι μόνο τις εκροές (έργο) αλλά και τις εισροές (πόρους). Αποτέλεσμα της αξιολόγησης είναι η ανατροφοδότηση της λειτουργίας των Τμημάτων αλλά και η ενίσχυση εκείνων από αυτά με τις μεγαλύτερες ανάγκες, εφόσον η αποτελεσματικότητά τους ξεπερνά τον μέσο όρο.

Στο πλαίσιο αυτό θα βοηθούσε η σύνδεση των αποτελεσμάτων αξιολόγησης του πανεπιστημιακού έργου των μελών ΔΕΠ με τη διαδικασία εξέλιξής τους.

5.Τα μη κρατικά πανεπιστήμια. Η ίδρυση μη κρατικών πανεπιστημίων πρέπει να ενταχθεί στο πλέγμα των πολιτικών για τη συνολική αναβάθμιση των δημόσιων πανεπιστημίων, τα οποία είναι και θα παραμείνουν ο βασικός πυλώνας της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης. Τα μη κρατικά πανεπιστήμια θα πρέπει να προβλέπεται να έχουν τους ίδιους όρους λειτουργίας και διασφάλισης ποιότητας(επαγγελματικά δικαιώματα, σύστημα αξιολόγησης κ.ά.)

«Τα μη κρατικά πανεπιστήμια θα πρέπει να προβλέπεται να έχουν τους ίδιους όρους λειτουργίας και διασφάλισης ποιότητας (επαγγελματικά δικαιώματα, σύστημα αξιολόγησης, κα) με τα δημόσια πανεπιστήμια»

με τα δημόσια πανεπιστήμια. Λόγοι κοινωνικής δικαιοσύνης κάνουν επιτακτική την ανάγκη ελέγχου του σημερινού άναρχου τοπίου. Η εισαγωγή των μη κρατικών πανεπιστημίων σημαίνει θέσπιση πλαισίου λειτουργίας των κέντρων ελευθέρων σπουδών (ΚΕΣ) και θα λειτουργήσει θετικά σε κοινωνικό επίπεδο, καθώς τα χαμηλότερα κοινωνικά στρώματα τα οποία κατά τεκμήριο έχουν τη μικρότερη δυνατότητα επιλογών καταφεύγουν σήμερα στα ΚΕΣ.

Οι παραπάνω προτάσεις είναι προφανές ότι δεν μπορούν να επιβληθούν με διοικητικό τρόπο στα πανεπιστήμια και στην κοινωνία. Χρειάζεται ευρύτατος διάλογος, κλίμα συναίνεσης και κλίμα αμοιβαίας εμπιστοσύνης. Χρειάζεται όλοι μαζί να αποφασίσουμε για την παιδεία που θέλουμε. Η προσπάθεια να κάνουμε μεταρρύθμιση πιάνοντας τους πολίτες στον ύπνο είναι καταδικασμένη να αποτύχει.

Ο Β. Κουλαϊδής είναι καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου.