Για την Ελλάδα, η ένταξή της στον χάρτη της ενέργειας – με τερματικό σταθμό

στα εδάφη της για το πετρέλαιο και διαμετακόμιση σημαντικών ποσοτήτων αερίου –

της προσφέρει ένα ζωτικότατο premium

Η μάλλον αναπάντεχη για την ελληνική κυβέρνηση επίσκεψη του Ρώσου προέδρου

Βλαντίμιρ Πούτιν στην Αθήνα τάραξε σίγουρα τα μάλλον τελματωμένα γεωοικονομικά

δεδομένα της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής. Η Ρωσία αποφάσισε να ξεκαθαρίσει

κάποιες εκκρεμότητες, για να αποσαφηνίσει τις επόμενες δικές της πολιτικές

κινήσεις. Το ζήτημα του αγωγού (σχεδόν… φάντασμα) Μπουργκάς (στη

Βουλγαρία) – Αλεξανδρούπολης (στην Ελλάδα) εκκρεμεί για πάνω από 10

χρόνια. Και ξεκίνησε, βέβαια, να μην το ξεχνάμε, ως ιδέα και πρωτοβουλία της

ελληνικής ιδιωτικής επιχειρηματικής δράσης. Ο Όμιλος Λάτση ήταν που συνέλαβε

την ιδέα και επιχείρησε να κουνήσει τη δυσκίνητη ελληνική Δημόσια Διοίκηση

προς την κατεύθυνση της υλοποίησής του. Τα αποτελέσματα δεν υπήρξαν θεαματικά.

Έπειτα από περίπου 13 χρόνια, ακόμη συζητάμε για την υπογραφή των τελικών

διακρατικών και εταιρικών συμφωνιών. Και αν γίνει τελικά κάτι, είναι επειδή οι

Ρώσοι αποφάσισαν να οδηγήσουν τα πράγματα στα άκρα.

Ο τουρκικός αντιπερισπασμός. Θέλω να είμαι όσο γίνεται σαφέστερος. Όταν

η ιδέα του αγωγού Μπουργκάς – Αλεξανδρούπολης ήρθε στο προσκήνιο, η Τουρκία

πάλευε κόντρα σε όλα τα λογικά δεδομένα για να προωθήσει τη δική της παρουσία

στο κύκλωμα της ενέργειας. Η πρόταση για τον αγωγό Μπακού – Τσεϊχάν, που θα

μετέφερε πετρέλαιο από τη Νότια κατά βάση Κασπία στις τουρκικές ακτές της

Μεσογείου, έβρισκε έντονη αντίσταση και στους αμερικανικούς κύκλους της

εξωτερικής πολιτικής, αλλά και ανάμεσα στα πετρελαϊκά μεγαθήρια του Χιούστον,

του Τέξας και της Νέας Υόρκης. Ο αγωγός ήταν πανάκριβος, μακρύς,

παρακινδυνευμένος και γεμάτος ρίσκα πολιτικού σαμποτάζ κι ένοπλης

αποσταθεροποίησης.

Η ελληνική αδράνεια. Με τα χρόνια η Τουρκία κατόρθωσε να μεταβάλει τα

δεδομένα. Έπεισε την αμερικανική κυβέρνηση και δημιούργησε κλίμα πολιτικής

επιλογής για τον Μπακού – Τσεϊχάν. Όλο το διάστημα αυτό η ελληνική κρατική

πλευρά αδρανούσε. Τελικά με διάφορους τρόπους – πειθώ, πιέσεις, ακόμη και

έμμεσους εκβιασμούς – ο αγωγός που ευνοούσε τα τουρκικά συμφέροντα

ολοκληρώθηκε. Ενώ ο αγωγός Μπουργκάς – Αλεξανδρούπολης συνέχιζε να παραμένει

στις ελληνικές καλένδες. Η Ρωσία αποφάσισε τελικά να λύσει τον «γόρδιο δεσμό».

Ο αγωγός είτε θα γίνει τελικά τώρα είτε δεν θα γίνει ποτέ. Άλλα εναλλακτικά

σενάρια για τους Ρώσους υπάρχουν. Και δεν είναι λιγότερο ελκυστικά. Όπως οι

περιπτώσεις της Κωνστάντσας και της Σαμψούντας – Τσεϊχάν.

Δύο ερωτηματικά. Οι εκκρεμότητες που ακόμη υπάρχουν δεν είναι

αμελητέες. Η μία αφορά τη συμμετοχή της αμερικανικής εταιρείας Chevron στην

κατασκευή και διοίκηση του Διαβαλκανικού (έτσι θα ονομασθεί) Αγωγού. Δίχως τη

Chevron η βιωσιμότητα του αγωγού Μπουργκάς – Αλεξανδρούπολης είναι συζητήσιμη.

Διότι αυτή ελέγχει τα πετρέλαια του Τανγκίζ στο Καζαχστάν και καθορίζει τη

διοχέτευση των καυσίμων του αγωγού της Βόρειας Κασπίας – του CPC (Caspian

Pipeline Consortium). Δίχως τη Chevron υπάρχει ερωτηματικό για το διαθέσιμο

πετρέλαιο. Και με την απουσία αυτής, είναι αμφίβολο αν θα προχωρήσουν και

κάποιες από τις άλλες (ΤΝΚ – ΒΡ και Lukοil). Το δεύτερο ερωτηματικό αφορά τα

ποσοστά των Βουλγάρων, που συνέχεια απαιτούν όλο και περισσότερα από αυτά που

οι Ρώσοι είναι διατεθειμένοι να παραχωρήσουν. Οι εκκρεμότητες αυτές, λοιπόν,

πρέπει να λυθούν. Δυστυχώς όμως, δεν είναι καινούργιες. Και παραμένουν ακόμη

άλυτες.

Λανθασμένη είναι όμως η εκτίμηση πως η Δύση ενοχλήθηκε από το αίτημα της

Ρωσίας να ενταχθεί μέρος του αερίου που στέλνει στην Τουρκία, μέσω του αγωγού

Bluestream και Μαύρης Θάλασσας, στον συμφωνημένο αγωγό Τουρκίας – Ελλάδας –

Ιταλίας. Πρώτον, διότι κάτι τέτοιο δεν θα καταστήσει την Δύση όμηρο της

ρωσικής ενέργειας. Ο αγωγός κατασκευάζεται για να μεταφέρει κατά κύριο λόγο

αέριο του Αζερμπαϊτζάν και, ίσως αργότερα, του Ιράν, του Ιράκ και του

Τουρκμενιστάν. Αν μπει λοιπόν και ρωσικό αέριο, με διόγκωση βέβαια της

χωρητικότητας του αγωγού, δεν εμποδίζει τις βασικές προμήθειες της Δύσης από

την Κεντρική Ασία. Εξάλλου, κατά δεύτερο λόγο, το ζήτημα αφορά πρωτίστως την

Τουρκία – στην οποία θα πρέπει να γίνει η σύνδεση – και την Ιταλία, που

πληρώνει για την κατασκευή.

Οι υπερβολές για «κόμβους». Το δυσάρεστο είναι πως η ρωσική πλευρά

μάλλον δεν έθεσε τελικά το θέμα του αγωγού αερίου. Γιατί για την Ελλάδα, η

ένταξή της στον χάρτη της ενέργειας – με τερματικό σταθμό στα εδάφη της για το

πετρέλαιο και διαμετακόμιση σημαντικών ποσοτήτων αερίου – της προσφέρει ένα

ζωτικότατο premium. Γεωστρατηγικά αλλά και γεωοικονομικά, κάθε πρόβλημα που θα

παρουσιάζεται στην Ελλάδα θα έχει μετρήσιμες επιπτώσεις στις διεθνείς τιμές

της ενέργειας. Και αντίστοιχα, η πορεία της χώρας θα έχει πια ευρύτερο

ενδιαφέρον για τις διεθνείς αγορές. Οι υπερβολές για «κόμβους» και τα τοιαύτα

χαρακτηρίζουν τον ελληνικό δημόσιο διάλογο. Η αλήθεια είναι όμως πως, αν

ευοδωθούν τα σχετικά σχέδια, η χώρα μπαίνει στη διεθνή ενεργειακή σκακιέρα.

Αρκεί το κράτος να δουλέψει, επιτέλους, σοβαρά και να κλείσει τις όποιες

εκκρεμότητες.