Δεν έχει μεν ανακοινωθεί ως σκηνοθετημένη σύμπτωση, αλλά λειτουργεί έτσι και

μάλιστα έντονα. Σε μια περίοδο που στο «Μέγαρο» συνεχίζεται η αναδρομή στη

δεκαετία του 1970 (και εμμέσως στον μεταπολεμικό μοντερνισμό) με την έκθεση

του ΕΜΣΤ και ενώ στη Πάτρα θα εγκαινιαστεί κάτι ανάλογο, στο Μπενάκη-Πειραιώς

συστεγάζονται: μία νέα αναδρομική του Γιάννη Γαΐτη, μία μνημειώδης

βιντεοεγκατάσταση του Κώστα Τσόκλη με τίτλο «Συμπερασματικός Οιδίπους», καθώς

και οι ελληνικές συμμετοχές στις Μπιενάλε Βενετίας και Αλεξανδρείας με έργα

των Γιώργου Χατζημιχάλη, Νίκου Αλεξίου και Λίζης Καλλιγά. Αντικρύζουμε,

λοιπόν, αντιπροσωπευτικά δείγματα από δύο κορυφαίους της φουρνιάς του 1960,

αυτής που θέλησε να σοκάρει την Αθήνα ως «γενιά του Παρισιού», αλλά και της

φουρνιάς που στις δύο τελευταίες δεκαετίες του 20ού αι. επαμφοτερίζει

ιδεολογικά μεταξύ ισοπεδωτικού μοντερνισμού και ιδεολογικής ιθαγένειας.

Αυτό το «δούρειο» – πλην σαφέστατο – ερώτημα πολιτισμικού

προσανατολισμού που προκύπτει, οφείλεται πάντως στο Μουσείο Μπενάκη και όχι

στους επιμελητές (K. Κοσκινά, Λ. Γαΐτη, Χρ. Πετρηνού) των επιμέρους εκθέσεων,

άριστα παρουσιασμένων, στο Κτίριο της Πειραιώς. Οι δύο εθνικές συμμετοχές στις

Μπιενάλε δηλώνουν τον τρόπο που το κράτος μας διεκδικεί το διεθνές δημόσιο

πρόσωπό του στα εικαστικά, και – πρώτη φορά – ζητά και τη γνώμη από το ίδιο το

ελληνικό κοινό. Έξοχη ιδέα, να συνεχιστεί οπωσδήποτε, ώστε να ελέγχονται έτσι

και οι αμετροεπείς δηλώσεις πριν και ύστερα από κάθε συμμετοχή.

H ευχάριστη έκπληξη ήρθε από την Αλεξάνδρεια. Οι δύο καλλιτέχνες επελέγησαν

εύστοχα και σε συντονισμό με το «μήκος κύματος» που εκπέμπει η σπουδαία πόλη:

χειροτεχνικές κατασκευές από καλάμια ή άλλες εύθραυστες ύλες έδειξε ο Αλεξίου,

λίγο σαν παιδικά παιχνίδια και κυρίως σαν βασανιστική «προσευχή των χεριών» σε

στερεότυπες επαναλήψεις σχημάτων και διαστάσεων, ένας θρησκευόμενος

κονστρουκτιβισμός, στις προεκτάσεις της «ψηφαρίθμησης» του N. Γ. Πεντζίκη. Οι

φωτογραφίες και η βιντεοπροβολή τής Καλλιγά αναδείκνυαν τη μυθική διάσταση του

μεσογειακού ήλιου πάνω στα κύματα ή τις παλιές πολιτισμικές εικόνες που

αναδύονται από βαθύτερα. Το έργο του Χατζημιχάλη – με πολύχρονο καίριο

προβληματισμό στο μεταίχμιο μεταξύ Φ. Κόντογλου και εγκεφαλικών συλλήψεων –

ωστόσο, δεν απέδιδε όσο άλλα, παλιότερα. Υποτίθεται ότι η

εγκατάσταση-κατασκευή και τα βίντεο αναφέρονται σε δραματικές νοσοκομειακές

καταστάσεις, τις οποίες πάντως δύσκολα εισπράττει ο επισκέπτης, το έργο δεν

είναι «αυτοεξηγούμενο» αλλά παραδειγματικό κάποιας εξω-κειμενικής ρητορείας.

Πολύ μεταδοτική η αναδρομική του Γιάννη Γαΐτη – πρόωρα χαμένου, όπως

αποδεικνύεται κάθε φορά. Επινοητικός και θεατρικός πολύ, ο Γαΐτης έκανε τα

ανθρωπάκια αυτά μονάδες κατασκευών, ένα «λεξιλόγιο» με το οποίο έκτιζε έξυπνες

περφόρμανς και installations. Πολλά μοιάζουν σήμερα «εξυπναδίστικα» και

πλησιέστερα στη σκηνογραφία παρά στην πιο απαιτητική, στη διαχρονική ζωγραφική

διάσταση. Ωστόσο, παραμένει ακέραιο το όραμα ενός μεταλλασσόμενου καλλιτέχνη

που θέλησε να ζευγαρώσει τον πλουραλισμό της σύγχρονης καλλιτεχνικής γλώσσας

με το ευρύ κοινό.

Μνημειακή αναδρομή «εφ’ όλης της ύλης», δικής του και δικής μας, ο

«Οιδίπους» του Τσόκλη. Κατ’ αρχάς προεκτείνει το μήνυμα του συστρατιώτη του

Γαΐτη, είναι δημιουργός (δήμος+έργο) που ζευγαρώνει καίριους εικαστικούς

προβληματισμούς με το δημόσιο συναίσθημα, απαρνούμενος νωρίς νωρίς τον

«δούρειο» μύθο τέχνη-για-την-τέχνη, με το οποίο πάντως μπήκαν θριαμβευτικά ως

«επαναστάτες-Παριζιάνοι» στη λιμνασμένη Αθήνα του 1960. Οι αναδρομές του

Τσόκλη στον αρχαιοελληνικό (και στον βυζαντινό) πολιτισμό είναι

συνειδητοποιημένες, διαρκείς και άφοβες εν τέλει. Ο καλλιτέχνης αυτός ζει τη

μεταμοντέρνα εποχή, «μετα-νοεί», επανεγγράφει την Ιστορία, αλλά και τα

επιμέρους εικαστικά μέσα.

Στη συναρπαστική αυτή πινακοθήκη 13 τεράστιων βιντεοπινάκων – σαν τοιχογραφία

ναού – η μία μετά την άλλη οι προβολές σταθεροποιούνται και «παγώνουν»,

απαθανατίζοντας τη χαρακτηριστική εικόνα στο όνομα της ζωγραφικής. Ο Τσόκλης

σχολιάζει αλληγορικά και τις σχέσεις απομάκρυνσης-επιστροφής ως προς τη

μάνα-πατρίδα, και καταθέτει έναν εικαστικό Οιδίποδα διαχρονικών διαστάσεων.

Όπως παλαιότερα είχαμε γράψει εδώ: ακολουθεί ιδεολογική πορεία σαν του N.

Γύζη, «ζει ονειρευόμενος», δεν φοβάται τη παγκοσμιότητα του τόπου του, παίρνει

υψηλές ευθύνες και μας κάνει ν’ ανατριχιάζουμε συγκινημένοι, συμ-μέτοχοι.

INFO

Μουσείο Μπενάκη, Νέο Κτίριο, Πειραιώς 138 & Ανδρονίκου, τηλ. 210-3453.111:

α) Συμμετοχές Μπιενάλε Βενετίας (Γ. Χατζημιχάλης) και Αλεξανδρείας (N.

Αλεξίου, Λ. Καλλιγά) έως 30 Απριλίου β) Αναδρομική του Γ. Γαΐτη, έως 4 Ιουνίου

και γ) «Συμπερασματικός Οιδίπους» του K. Τσόκλη, έως 28 Μαΐου.