Οι διαδηλώσεις των Γάλλων φοιτητών, εργαζομένων και επίδοξων εργαζομένων, με

τη συμπαράσταση των συνδικαλιστικών ενώσεων και της γαλλικής Αριστεράς

ισοδυναμούν με μία αυθόρμητη εξέγερση στη Γαλλία ενάντια σε κάτι που

υποπτεύομαι πως λίγοι από τους συμμετέχοντες εκτιμούν πλήρως.

Επιφανειακά, οι διαδηλώσεις έχουν στόχο την απόσυρση μιας μικρής αλλαγής που

έγινε στην πολιτική απασχόλησης της γαλλικής κυβέρνησης, έχουν όμως πάρει μία

ριζικά διαφορετική σημασία. Οι διαδηλώσεις αμφισβητούν μία συγκεκριμένη μορφή

καπιταλιστικής οικονομίας που ένα μεγάλο μέρος, αν όχι η πλειονότητα, της

γαλλικής κοινωνίας αντιμετωπίζει ως κίνδυνο στα εθνικά ιδεώδη της δικαιοσύνης,

και πάνω απ’ όλα, της «ισότητας», εκείνη τη ριζοσπαστική έννοια που ίσως μόνη

η Γαλλία έχει ανακηρύξει σε εθνική αρχή, την κεντρική αξία στο σύνθημα:

ελευθερία, ισότητα, αδελφοσύνη.

Για να πούμε απλά τα πράγματα, το σύστημα στις προηγμένες χώρες του κόσμου

έχει αλλάξει κέντρο βάρους από τη δεκαετία του ’60, ώστε να πάρει τον πλούτο

από τους εργαζομένους και από τη χρηματοδότηση των κυβερνήσεων, και να τον

μεταφέρει στους μετόχους μεγάλων επιχειρήσεων και στα στελέχη των επιχειρήσεων

αυτών. Ενώ αυτή η διαπίστωση μπορεί να μοιάζει εμπρηστική, ωστόσο εμένα μου

φαίνεται πως είναι μονάχα μία απλή παρατήρηση των γεγονότων. H κριτική που

γίνεται στο σύστημα αυτό από Ευρωπαίους που αντιστέκονται στις

«μεταρρυθμίσεις» είναι ότι οι πολιτικές τους εμποδίζουν τους μάνατζερ από το

να καταργούν ή να μεταφέρουν θέσεις εργασίας σε άλλη χώρα, προκειμένου να

προσθέσουν «αξία» στην επιχείρηση.

Εγώ κάποτε χαρακτήρισα αυτήν την πρακτική «καπιταλισμό των διευθυνόντων

συμβούλων», αφού οι επικεφαλής των επιχειρήσεων σήμερα ουσιαστικά ελέγχουν τα

διοικητικά συμβούλιά τους και είναι επίσης οι μεγαλύτεροι ευεργέτες του

συστήματος, ενώ υπόκεινται μονάχα στον έλεγχο των διευθυντών των επενδυτικών

ταμείων, οι οποίοι βέβαια ενδιαφέρονται μονάχα για την αύξηση των μερισμάτων

και όχι την υπεράσπιση των εργαζομένων ή του δημόσιου συμφέροντος.

Μία άλλη αλλαγή που έχει πραγματοποιηθεί είναι η παγκοσμιοποίηση. H κρίσιμη

συνέπεια που έχει αυτή για την κοινωνία στις προηγμένες χώρες του κόσμου είναι

ότι βάζει το εργατικό τους δυναμικό σε ανταγωνισμό με τις φτωχότερες χώρες της

Γης.

Δεν χρειάζεται να προχωρήσουμε παραπέρα σε κάτι που καταλαβαίνω πως είναι ένα

ιδιαίτερα πολύπλοκο θέμα, πέραν του να σημειώσω ότι ο «σιδερένιος νόμος των

αποδοχών» του κλασικού οικονομολόγου Ντέιβιντ Ρικάρντο, που αναφέρει ότι σε

συνθήκες ανταγωνισμού και απεριόριστης προσφοράς εργατικού δυναμικού, οι

μισθοί θα πέσουν σε ένα επίπεδο οριακά πάνω από την καθημερινή επιβίωση. Ποτέ

άλλοτε στην ιστορία δεν έχει υπάρξει απεριόριστη προσφορά εργατικού δυναμικού.

Τώρα όμως υπάρχει, χάρη στην παγκοσμιοποίηση – και η διαδικασία έχει μόλις

αρχίσει.

Μου φαίνεται ότι αυτή η ευρωπαϊκή ανησυχία σηματοδοτεί ένα σοβαρό κενό στην

κατανόηση από πλευράς του πολιτικού και επιχειρηματικού κόσμου των ανθρώπινων

συνεπειών που έχει ένα καπιταλιστικό μοντέλο που θεωρεί την εργασία αγαθό και

επεκτείνει τον ανταγωνισμό στις τιμές με τις οποίες μπορεί να αποκτηθεί αυτό

το αγαθό, σε ολόκληρο τον κόσμο. Μακροπρόθεσμα, μπορεί να υπάρχουν ακόμα πιο

σοβαρές πολιτικές διαστάσεις στο θέμα αυτό απ’ ό,τι ακόμα και οι

πολιτικοποιημένοι φοιτητές της Γαλλίας υποπτεύονται. Αυτή η στάση που τώρα

μοιάζει αντιδραστική, ακόμα και εξωπραγματικά και αναχρονιστικά αντιστασιακή,

μπορεί να αποδειχτεί προφητική.

© 2006, Tribune Media Services, INC