Τον κώδωνα του κινδύνου ακόμα και για όσα σπίτια είχαν χαρακτηρισθεί

«πράσινα» στον τελευταίο μεγάλο σεισμό – τον Σεπτέμβριο τού 1999 – αλλά είχαν

υποστεί μικροζημιές, κρούει ο καθηγητής Αντισεισμικής Τεχνολογίας του Εθνικού

Μετσόβιου Πολυτεχνείου κ. Παναγιώτης Καρύδης.

Παναγιώτης Καρύδης: «Τα κτίρια διαθέτουν «μνήμη». H κάθε παραμόρφωση δεν

αποκαθίσταται. Αν υπάρχει ρωγμή, αυτή ύστερα από έναν νέο σεισμό μεγαλώνει»

«Στα κτίρια που είχαν αποκτήσει έστω μικρές ρωγμές, ο σεισμός των Κυθήρων

λειτούργησε επιβαρυντικά».

Όπως αναφέρει σε δηλώσεις του στα «NEA» ο καθηγητής, «αν υποθέσουμε ότι ο

σεισμός του 1999 ήταν διάρκειας δέκα δευτερολέπτων και αυτός των Κυθήρων είχε

διάρκεια πέντε δευτερολέπτων, τότε για τα κτίρια που είχαν ήδη υποστεί

μικροζημιές, ο δεύτερος σεισμός είχε διάρκεια δεκαπέντε δευτερολέπτων». Ο

ίδιος συμπληρώνει ότι το μεγαλύτερο πρόβλημα αντιμετωπίζουν όσα σπίτια

υπέστησαν ζημιές και αυτές δεν επισκευάστηκαν – είτε από αδιαφορία των

ιδιοκτητών είτε γιατί θεωρήθηκαν ζημιές χωρίς ιδιαίτερη σημασία. «Ήταν λάθος,

μεγάλο λάθος εκ μέρους των ιδιοκτητών τους, το γεγονός ότι δεν τις

επιδιόρθωσαν», τονίζει. «Αυτά τα οικήματα πρέπει να επιθεωρηθούν άμεσα από

έναν μηχανικό. Οι ρωγμές, οι ζημιές γενικότερα, απορρόφησαν σημαντική ενέργεια

και κατέστησαν τα κτίρια περισσότερο ευάλωτα».

Τα κτίρια διαθέτουν «μνήμη»

Προσθέτει δε, ότι έπειτα από κάθε σεισμό, όσο ισχυρός ή αδύναμος και αν είναι

αυτός, τα κτίρια εισέρχονται στην «πλαστική» περιοχή. «Αυτό σημαίνει, με απλά

λόγια, ότι το υλικό τους πλαστικοποιείται, παθαίνει μόνιμες παραμορφώσεις – οι

περισσότερες από τις οποίες δεν είναι ορατές με γυμνό μάτι», υπογραμμίζει ο κ.

Καρύδης. «Τα κτίρια διαθέτουν «μνήμη». H κάθε παραμόρφωση δεν αποκαθίσταται.

Αυτό με απλά λόγια σημαίνει ότι αν υπάρχει μια ρωγμή, ύστερα από έναν νέο

σεισμό, αυτή μεγαλώνει». Ο ίδιος τονίζει ότι τα κτίρια που διαθέτουν πιλοτή

είναι περισσότερο ευάλωτα στον σεισμό. «Ειδικά όσα χτίστηκαν πριν από το 1985

με βάση τον αντισεισμικό κανονισμό του 1959 και διαθέτουν πιλοτή, πρέπει να

ελεγχθούν και να ενισχυθούν. Τα κριτήρια αυτού του κανονισμού δεν ήταν

αυστηρά. Από τότε έως σήμερα, ο Εγκέλαδος επισκέφτηκε την Αθήνα αρκετές φορές.

Εάν εγώ έμενα σε τέτοιο σπίτι, ακόμα και εάν με ορατό μάτι δεν έβλεπα τίποτα

ύποπτο, θα ζητούσα από έναν μηχανικό να με… επισκεφτεί», λέει. Ο κ. Καρύδης,

τέλος, συμπληρώνει ότι ήρθε η ώρα να θεσμοθετηθεί και στην Ελλάδα ο έλεγχος

της αντοχής των κατασκευών κατά τη διάρκεια της αγοραπωλησίας ακινήτων. «Με

αυτό τον τρόπο θα ξέρει ο κάθε πολίτης πού μένει αυτός και η οικογένειά του».

Μέθοδος για δημόσια κτίρια

Στο μεταξύ, ο Τομέας Μηχανικής του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου εφαρμόζει

ήδη ένα σύστημα αισθητήρων, οι οποίοι τοποθετούνται σε συγκεκριμένα σημεία των

κτιρίων και μετρούν την ελαστικότητά τους. «Είναι μια μέθοδος που μπορεί να

εφαρμοστεί σε δημόσια κτίρια, νοσοκομεία, σχολεία κ.λπ. Ειδικά σε όσα

κατασκευάσθηκαν με βάση τον παλιό αντισεισμικό κανονισμό. Οι αισθητήρες θα

στέλνουν ένα σήμα σε ένα μίνι κέντρο ελέγχου, το οποίο μπορεί να εγκατασταθεί

είτε στο Πολυτεχνείο είτε ακόμα και μέσα στο ίδιο το κτίριο, όπου θα

τοποθετηθούν οι αισθητήρες. Με αυτό τον τρόπο μπορεί να καταγραφεί σε βάθος

χρόνου η ελαστικότητα ενός κτιρίου, να εντοπιστούν τα σημεία στα οποία υπάρχει

αδυναμία και αυτά να ενισχυθούν», λέει ο καθηγητής του Πολυτεχνείου και

υπεύθυνος του προγράμματος, κ. Γιώργος Τσαμασφίρος.

Οκτώ βήματα για να θωρακίσετε το σπίτι σας έναντι του Εγκέλαδου

ΟΚΤΩ ΣΥΓΚΕΚΡΙΜΕΝΑ βήματα, με τα οποία ο καθένας μπορεί να θωρακίσει το

σπίτι του από έναν ενδεχόμενο σεισμό, προτείνει στα «NEA» η επιστημονική ομάδα

τού επικεφαλής του Τομέα Μηχανικής του Πολυτεχνείου, καθηγητή κ. Γιώργου

Τσαμασφιρού.

«Το κάθε σπίτι έχει τη δική του «προσωπικότητα», τα δικά του χαρακτηριστικά. H

ηλικία, η τοποθεσία του, τα υλικά από τα οποία είναι κατασκευασμένο, δίνουν

στην κάθε οικοδομή μια ξεχωριστή «ταυτότητα»», λέει ο καθηγητής. «Για να

προστατεύσουμε ένα σπίτι από τον Εγκέλαδο, πρέπει ουσιαστικά να κάνουμε δύο

πράγματα: να αυξήσουμε την ακαμψία του, τη σταθερότητά του δηλαδή και να

ενισχύσουμε την αντοχή στα δοκάρια και στις κολόνες».

«»Ντύνουμε» κολόνες και δοκάρια»

Συμπληρώνει μάλιστα ότι «ο πιο διαδεδομένος – και σχετικά φθηνός, αφού το

κόστος δεν ξεπερνά τα 5.000 ευρώ – τρόπος είναι να «ντύσουμε» τις κολόνες και

τα δοκάρια με τσιμέντο και σίδερο· άλλωστε ο «αδύναμος κρίκος» στην αντοχή

ενός κτιρίου είναι οι κολόνες και τα δοκάρια του». Ένας άλλος τρόπος – εξίσου

αποτελεσματικός – ώστε να ενισχυθούν αυτά, είναι η τοποθέτηση ενός υλικού πολύ

άκαμπτου, στο κάτω μέρος τους. «Τέτοια υλικά είναι τα μεταλλικά ελάσματα, τα

οποία μπορεί κάποιος να εφαρμόσει στις κάτω πλευρές των δοκαριών. Το κόστος

τοποθέτησής τους μπορεί να φθάσει τα 1.000 ευρώ ανά δοκάρι», αναφέρει ο δρ

Πολιτικής Μηχανικής – μέλος της ίδιας επιστημονικής ομάδας -, κ. Βαγγέλης

Αστρινίδης. Ανάλογη παρέμβαση μάλιστα είχαν κάνει οι ίδιοι στις κολόνες του

κτιρίου όπου στεγάζεται ο Τομέας Μηχανικής, στην Πολυτεχνειούπολη.

Ενίσχυση τοιχίων

Άλλη σημαντική εργασία που μπορεί να γίνει είναι η ενίσχυση των τοιχίων.

«Εννοούμε τους τοίχους από τσιμέντο και όχι από τούβλα, στους οποίους

προσθέτουμε τσιμέντο και σίδερο. Ουσιαστικά, χοντραίνει ο τοίχος, καθώς

ενισχύεται με υλικό εξαιρετικά ισχυρό», λέει ο κ. Τσαμασφιρός. «Αντίθετα, οι

τοίχοι από τούβλα δεν χρειάζεται να ενισχυθούν, αφού ούτως ή άλλως η συμβολή

τους στη σταθερότητα ενός κτιρίου είναι μικρή».