ΣΕ ΣΑΡΑΝΤΑ ημέρες (μέχρι την 21η Μαρτίου) η κυβέρνηση οφείλει να

υποβάλει στην Επιτροπή έκθεση, στην οποία θα περιγράφει λεπτομερώς τα μέτρα

που προτίθεται να εφαρμόσει μέσα στο 2005, θα εκτιμά τις συνέπειες του

ελλείμματος του 2004 και θα δίνει μία εικόνα των μέτρων που θα πάρει το 2006.

Σε περίπτωση που το περιεχόμενο της έκθεσης δεν κριθεί ικανοποιητικό, η

Επιτροπή και τα κράτη-μέλη μπορούν να ζητήσουν τη λήψη πρόσθετων μέτρων, όχι

μόνο για το 2006, αλλά και για το 2005 δεδομένου μάλιστα ότι σύμφωνα με τις

προβλέψεις των Βρυξελλών οι ρυθμοί ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας θα είναι

χαμηλότεροι από το 3,3%.

Από την ερχόμενη Τρίτη, που οι υπουργοί Οικονομικών της E.E. αναμένεται να

κάνουν δεκτή την εισήγηση της Επιτροπής, η Ελλάδα τίθεται και επισήμως σε

καθεστώς στενής επιτήρησης βάσει των διατάξεων του άρθρου 104 παρ. 9 της

Συνθήκης. Πρακτικά αυτό σημαίνει ότι η άσκηση της οικονομικής και

δημοσιονομικής πολιτικής θα ελέγχεται ανά εξάμηνο από τα όργανα της E.E. και

κάθε εκτροπή από το πλαίσιο των συστάσεων ενέχει τον κίνδυνο επιβολής

βαρύτατων οικονομικών κυρώσεων. Συγκεκριμένα, η σύσταση της Επιτροπής

προβλέπει:

Επέκταση κατά έναν χρόνο (μέχρι το τέλος του 2006) της προθεσμίας για τη

μείωση του ελλείμματος κάτω του 3% του ΑΕΠ. Σύμφωνα με την Επιτροπή, η

διόρθωση του ελλείμματος κατά 2,6 μονάδες (από 5,5% του ΑΕΠ στο 2,9%) μέσα σ’

έναν χρόνο «ενέχει ενδεχομένως μεγάλο οικονομικό κόστος». H Επιτροπή

υπενθυμίζει ότι ο στόχος που είχε θέσει η κυβέρνηση για μείωση στο 2,8% είναι

πρακτικά ανεφάρμοστος, γιατί το έλλειμμα του 2004 θα είναι μεγαλύτερο από 5,5%

και αυτό θα επιβαρύνει τα επιτόκια που θα κληθεί να πληρώσει μέσα στο 2005.

Για το 2006 η Επιτροπή επισημαίνει ότι «υπάρχει μεγάλη αβεβαιότητα για τις

προοπτικές ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας» και γι’ αυτό διατηρεί ως

υπόθεση εργασίας ότι αυτή θα κινηθεί στο 3,3%. Εφόσον λοιπόν το έλλειμμα

μειωθεί στο 3,6% μέσα στο 2005, τότε η κυβέρνηση θα πρέπει να λάβει πρόσθετα

«μέτρα μόνιμης φύσης (σ.σ.: διαρθρωτικού χαρακτήρα) που να οδηγούν σε διόρθωση

του ελλείμματος τουλάχιστον κατά 0,6% του ΑΕΠ». H Επιτροπή τονίζει ότι η

προσαρμογή θα πρέπει να συνεχιστεί και μετά το 2006 με μείωση του διαρθρωτικού

ελλείμματος κατά μισή μονάδα ετησίως «ώστε να εξασφαλιστεί η γρήγορη

αποκλιμάκωση του χρέους».