Ήταν ή όχι μαρξιστής ο Ανδρέας Παπανδρέου και γιατί; Πόσο συνέτεινε σ’ αυτό

η τυχαία συνάντησή του με έναν Αμερικανό στρατηγό που του άλλαξε πορεία και

δεν μπήκε σε αμερικανικό πολεμικό πλοίο με προορισμό την Οκινάουα, στη

διάρκεια του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου;

O Ανδρέας Παπανδρέου αναγορεύεται διδάκτορας των οικονομικών επιστημών του

πανεπιστημίου «Νεχρού» στο Νέο Δελχί της Ινδίας το 1985

Στα ερωτήματα αυτά, αλλά και σε πολλά άλλα, που αφορούν τον οικονομολόγο

Ανδρέα Παπανδρέου, τα βιβλία του και τις σπουδές του στις ΗΠΑ, δίνει απάντηση

ο γιος του Νίκος Παπανδρέου, στον πρόλογο της επανέκδοσης στα ελληνικά ενός

σπουδαίου αμερικανικού σοσιαλιστικού περιοδικού (από τον Λευτέρη Ριζά και τον

Βαγγέλη Χωραφά – εκδόσεις «Antilogos» ), του «Monthly Review» («Μηνιαία

Επιθεώρηση»), του οποίου συνεργάτης υπήρξε ο ιδρυτής του ΠΑΚ και του ΠΑΣΟΚ.

Από τον πρόλογο αυτό, ο οποίος λόγω των θεμάτων που θίγει, αλλά και λόγω της

εξειδικευμένης ανάλυσης που επιχειρεί ο Νίκος Παπανδρέου, αναμένονται να

προκληθούν πολλές συζητήσεις, ίσως και αντιδράσεις, «TA NEA» προδημοσιεύουν

ορισμένα αποσπάσματα. (Το πρώτο τεύχος το 1949 είχε κυκλοφορήσει με κύριο

άρθρο το «Γιατί σοσιαλισμός» του Άλμπερτ Αϊνστάιν, ενώ συνεργάτες του υπήρξαν

ο Σουήζυ, ο Μάγκντοφ, φίλοι του Ανδρέα Παπανδρέου, ο Φόστερ, ο Κάστρο, ο

Σαρτρ, ο Γκεβάρα, ο Γκαλεάνο, ο Τολιάτι, ο Τσόμσκι, η Αλιέντε, ο κομαντάντε

Μάρκος κ.ά.).

«Τι είδους οικονομολόγος ήταν ο Ανδρέας;», αναρωτιέται ο γιος του Νίκος

Παπανδρέου. «Για πολλούς που βρίσκονται έξω από την ακαδημαϊκή κοινότητα, και

ίσως και για ορισμένους μέσα σε αυτή, που δεν γνωρίζουν ωστόσο το ακαδημαϊκό

του έργο, υπάρχει η εντύπωση ότι ήταν μαρξιστής. Πιθανόν να έχουν ακούσει ότι

στα νιάτα του ήταν τροτσκιστής. Σίγουρα γνωρίζουν ότι ίδρυσε ένα σοσιαλιστικό

κόμμα, του οποίου ηγήθηκε. Ορισμένοι ίσως να έχουν ακούσει τον τίτλο

Πατερναλιστικός καπιταλισμός, που είναι ένα από τα 15 βιβλία του. Ο τίτλος

ενισχύει την εντύπωση ότι ήταν αιρετικός, επικριτής του συστήματος.

“Νεο-κλασικός”. Ας απαντήσω εν συντομία στο ερώτημα τι είδους

οικονομολόγος ήταν. Ήταν “νεο-κλασικός”, δηλαδή μη μαρξιστής οικονομολόγος. Τα

“νεο-κλασικά” οικονομικά είναι αυτά που διδάσκονται σε όλα τα πανεπιστήμια της

Αμερικής. Ωστόσο δεν ήταν καθόλου ικανοποιημένος με την ορθόδοξη θεωρία. Για

τον λόγο αυτό προσπαθούσε να τη βελτιώσει – όχι όμως και να την εγκαταλείψει.

Δανειζόμενος ορολογία από τον χώρο της ψυχανάλυσης, θα έλεγα ότι βρισκόταν σε

μια σχέση “αγάπης-μίσους” με το νεο-κλασικό μοντέλο. Επιθυμούσε η θεωρία με

την οποία θα συμπορευόταν να είναι τέλεια. Παρ’ ότι η σύγχρονη οικονομική

σκέψη και θεωρία δεν ανταποκρινόταν σε αυτή του την προσδοκία, παρέμενε η

καλύτερη δυνατή».

Ο Νίκος Παπανδρέου πιστεύει ότι από την πρώτη στιγμή ο Ανδρέας ήταν ένας

αιρετικός… «Από τη σύντομη έρευνα τού τι μελετούσε εκείνο τον καιρό ο

Ανδρέας Παπανδρέου», γράφει, «βλέπουμε ότι ενδιαφερόταν ήδη για την παρέκκλιση

από το νεο-κλασικό μοντέλο, δηλαδή το μοντέλο που παίρνει ως βάση την απόλυτα

ανταγωνιστική αγορά. Ενδιαφερόταν για τη σχέση της παραδοσιακής θεωρίας με τον

πραγματικό κόσμο, και ειδικά για τις σχέσεις εξουσίας, κάτι που αγνοούσε το

θεωρητικό μοντέλο. Για όσους δεν είναι οικονομολόγοι, επιγραμματικά αναφέρω

ότι η ορθόδοξη οικονομική θεωρία υποθέτει έναν κόσμο με απόλυτα ανταγωνιστικές

εταιρείες, που, λόγω του μικρού μεγέθους τους, δεν μπορούν να ελέγξουν τις

τιμές της αγοράς.

Τα μονοπώλια. Ο Ανδρέας ανησυχούσε για έναν κόσμο που θα παρεξέκλινε από

αυτή την υπόθεση, έναν κόσμο, για παράδειγμα, που θα τον χαρακτήριζαν μεγάλα

ισχυρά μονοπώλια. Τα μονοπώλια όχι μόνο ήλεγχαν τις τιμές της αγοράς, αλλά και

τη λειτουργία ολόκληρης της κοινωνίας. H ύπαρξη των μονοπωλίων έρχεται σε

κατάφωρη αντίθεση με εκείνη τη θεωρητική άποψη που υποστηρίζει ότι η οικονομία

χαρακτηρίζεται από μικρές ανταγωνιστικές επιχειρήσεις. Ήδη διαφαίνεται το

στοιχείο που χαρακτηρίζει τον ακαδημαϊκό Ανδρέα Παπανδρέου: το έντονο

ενδιαφέρον του να συνδέσει την οικονομική θεωρία με την κοινωνία και τη

λειτουργία της δημοκρατίας. H πρόθεση αυτή είναι ολοφάνερη από τα πρώτα κιόλας

βήματα».

Στο σημείο αυτό ο Νίκος Παπανδρέου, αναλύοντας τις διαδρομές που ακολούθησε ο

πατέρας του, παρατηρεί: «Σημαντικό είναι ότι ο Ανδρέας Παπανδρέου είχε ήδη

εντοπίσει τα ρήγματα στην ορθόδοξη θεωρία. Για τα επόμενα 20 χρόνια θα

προσπαθήσει να βρει τρόπους να διασκευάσει και να ταιριάξει τη θεωρία με την

πραγματικότητα. Όταν όμως δεν το κατορθώνει, βαθιά επηρεασμένος από την

πολιτική κατάσταση της Ελλάδας και τον ρόλο των πολυεθνικών στην καταπάτηση

της ελευθερίας και της δημοκρατίας (βλ. Ελλάδα, Χιλή κ.λπ.), τότε και μόνο

εγκαταλείπει την ορθόδοξη θεωρία για να γράψει τον Πατερναλιστικό καπιταλισμό,

βιβλίο με νεομαρξιστικές ρίζες. Αλλά, ώσπου να απορρίψει το ορθόδοξο μοντέλο,

είχε ακόμη πολύ δρόμο…».

Στην Καλιφόρνια. «Το 1943, έχοντας μόλις πάρει το διδακτορικό του,

κατατάσσεται εθελοντικά στο Πολεμικό Ναυτικό των ΗΠΑ. Αφού υπηρέτησε ως

νοσηλευτής σε νοσοκομείο για τραυματίες πολέμου, στο “Βηθεσδά”, πήρε εντολή να

επιβιβαστεί σε πλοίο με προορισμό την Οκινάουα, όπου σε λίγο θα γίνονταν οι

πιο αιματηρές μάχες των Αμερικανών με τους Γιαπωνέζους. Κάνοντας οτοστόπ προς

την Καλιφόρνια (από την Ουάσιγκτον), σταμάτησε να τον πάρει ένας στρατηγός.

Όταν ο στρατηγός έμαθε ότι ο Ανδρέας είχε διδακτορικό από το Χάρβαρντ, του

άλλαξε επιτόπου το χαρτί πορείας και τον κράτησε στο γραφείο του στην

Καλιφόρνια. Εκεί ο Ανδρέας δούλεψε στον καινούργιο τομέα του operations

research.».

Ο Νίκος Παπανδρέου παρατηρεί ακόμη ότι «αν και ο επιστήμονας Παπανδρέου έχει

προβλήματα με τη δεσπόζουσα οικονομική θεωρία στη δεκαετία του ’50, δεν θέλει

να αντιπροτείνει μια άλλη κοσμοθεωρία, π.χ. τη μαρξιστική». Και τονίζει:

«Επιθυμεί να βελτιώσει και να τελειοποιήσει την υπάρχουσα, έτσι ώστε να έχει

ευρύτερη ισχύ εφαρμογής.

Προτείνει το 1950, στο άρθρο του με τίτλο “Τα οικονομικά και οι κοινωνικές

επιστήμες”, ότι για να προχωρήσουν τα οικονομικά θα πρέπει να αξιοποιήσουν τις

κοινωνικές επιστήμες. Γράφει: “Αυτή η διαδικασία απαιτεί μια προσεκτική

απογραφή από όλες τις πειραματικές προτάσεις που ισχύουν στην ψυχολογία, στην

ανθρωπολογία, στην κοινωνιολογία, σε μια προσπάθεια να εξοπλίσουμε τα

οικονομικά με τα απαραίτητα εργαλεία που επιβάλλουν περιορισμούς στις σχέσεις

των οικονομικών μεταβλητών, ώστε να διαμορφωθεί μια λειτουργικά ουσιώδης

πρόταση εργασίας”. Πίστευε ότι αν δεν εμπλουτιστούν με καινούργια πεδία

γνώσεων, τα οικονομικά θα φτάσουν σε αδιέξοδο. H σημερινή προσέγγιση των

οικονομικών θα του ταίριαζε πολύ περισσότερο».

Ομπρέλα. Άλλωστε, παρατηρεί ο Νίκος Παπανδρέου, «ο Ανδρέας ήθελε ένα

μοντέλο που οι βασικές του προτάσεις να ελέγχονται εμπειρικά, να επαληθεύονται

ή να διαψεύδονται, αντίστοιχα. Νομίζω ότι ιδανικά επιθυμούσε μια θεωρία που θα

ερμήνευε το οικονομικό σύστημα όλων των κρατών του κόσμου, μια θεωρία που θα

έπαιρνε κάτω από την ομπρέλα της όχι μόνο το καπιταλιστικό σύστημα, αλλά και

το φεουδαρχικό, το σύστημα του μερκαντιλισμού, τον απόλυτο μονοπωλιακό

ανταγωνισμό ή τη σημερινή “παγκοσμιοποίηση”».

«TI ΜΟΥ ΕΛΕΓΕ»

«Κυρίαρχο το άτομο και όχι το κράτος»

O Νίκος Παπανδρέου δίνει απαντήσεις για τον οικονομολόγο Ανδρέα Παπανδρέου,

τα βιβλία του, τις σπουδές του στις ΗΠΑ στον πρόλογο της επανέκδοσης στα

ελληνικά του αμερικανικού σοσιαλιστικού περιοδικού «Monthly Review», του

οποίου συνεργάτης υπήρξε ο ιδρυτής του ΠΑΣΟΚ και συνδρομήτρια η Μαργαρίτα πριν

καν γνωρίσει τον Ανδρέα, τη δεκαετία δηλαδή του ’40

«Θυμάμαι», γράφει ο Νίκος Παπανδρέου, «μια προσωπική κουβέντα μαζί με τον

πατέρα μου, στη διάρκεια της οποίας μου είπε ότι ο φασισμός του ’30, και

αργότερα ο κομμουνισμός και η άνοδος του Χίτλερ, συνέβαλαν στο να διαμορφωθεί

μια κατάσταση όπου οικονομολόγοι, όπως ο μεγάλος Debreu, έφτιαξαν μαθηματικά

μοντέλα με ατομικιστική οικονομία, όπου ο ρόλος του κράτους ήταν περιορισμένος

στο να φορολογεί και να θέτει δασμούς. Οι οικονομολόγοι της γενιάς του Ανδρέα,

που έζησαν τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο αλλά και τον Μεσοπόλεμο, ήθελαν μια θεωρία

όπου κυρίαρχο να είναι το άτομο και όχι το κράτος. H κολεκτιβιστική αντίληψη

του φασισμού και του κομμουνισμού τούς είχε τρομάξει. Γι’ αυτό η έμπνευσή τους

ήταν να σχεδιάσουν ένα μοντέλο όπου το κράτος έλειπε παντελώς και όπου οι

επιχειρήσεις ήταν μικρές και αδύναμες.

Αλλά, αν είναι έτσι, συνέχιζε ο Ανδρέας, δηλαδή αν η θεωρία επηρεάζεται από

τις κοινωνικές συνθήκες μέσα στις οποίες γεννήθηκε, πώς μπορούμε να πούμε ότι

μιλάμε για θεωρία και όχι για ιδεολογία; Ο Schumpeter, λέει ο Ανδρέας στις

διαλέξεις του στο Μίσιγκαν το 1973, ξόδεψε τη μισή του ζωή για να υπερασπίσει

την ιδέα ότι τα οικονομικά δεν είναι ιδεολογία, αλλά επιστήμη. Ο Ανδρέας

συλλογίζεται ότι για να υποχρεωθεί ένα μυαλό σαν τον Schumpeter να γίνει

μόνιμος συνήγορος του επιστημονισμού των οικονομικών, το πρόβλημα ήταν

υπαρκτό».



H γνωριμία με τον Πωλ Σουήζυκαι η φιλία με Γκαλμπρέιθ και Αμίν

Το βιβλίο του Ανδρέα «Πατερναλιστικός καπιταλισμός» τον κατατάσσει στη σχολή

των νεομαρξιστών

Ο Ανδρέας Παπανδρέου γνώρισε τον Πωλ Σουήζυ (Paul Sweezy) στο Χάρβαρντ,

στις αρχές της δεκαετίας του 1940, όταν ο Ανδρέας ήταν φοιτητής στο Τμήμα των

Οικονομικών…

Ο Νίκος Παπανδρέου συνεχίζει: «Ο Ανδρέας τότε δεν ασχολούνταν με τον μαρξισμό

και στο Χάρβαρντ δεν παρακολούθησε τέτοια μαθήματα. Όμως μου είχε πει ο ίδιος

ότι σε ένα μάθημα, επειδή όλοι οι μαθητές τότε στο μεταπτυχιακό πρόγραμμα ήταν

υπό μεγάλη πίεση να πάρουν το πτυχίο τους λόγω πολέμου, έγραψε και μια

πολυσέλιδη ανάλυση για τον δεύτερο τόμο του Κεφαλαίου του Μαρξ, έχοντας

διαβάσει τον Μαρξ σε νεαρή ηλικία.

Το “Ξεκίνημα”. H ενασχόληση με τον μαρξισμό σε ακαδημαϊκό επίπεδο

ξεκινάει, θα έλεγα, ουσιαστικά μετά την αποφυλάκισή του από τη χούντα, δηλαδή

το 1968. Είναι γνωστό ότι ως μαθητής στο Κολλέγιο Αθηνών τη δεκαετία του 1930

εξέδιδε ένα “τροτσκιστικό” περιοδικό, το Ξεκίνημα, με καθαρά μαρξιστικά

μηνύματα. Δεν είχε εύκολα ξεμπερδέματα όμως για τις ριζοσπαστικές του θέσεις

και γλίτωσε τη φυλάκιση – και ίσως την εκτέλεση – λόγω της ισχύος του πατέρα

του, κι έτσι, το 1939, κατέληξε στην Αμερική, διωκόμενος απ’ το καθεστώς

Μεταξά. Σημειώνω ότι λέγεται πως ο Γεώργιος Παπανδρέου ενθάρρυνε τον γιο του

να διαβάσει Μαρξ σε μικρή ηλικία, ώστε να χάσει ο Μαρξ την αύρα του

απαγορευμένου καρπού. Όπως μερικοί βάζουν τα παιδιά τους να δοκιμάσουν τσιγάρο

σε μικρή ηλικία για να αηδιάσουν, έτσι και ο Γεώργιος ήλπιζε για μια

αντίστοιχη αντίδραση απ’ τον Ανδρέα σε σχέση με τον Μαρξ.

Από το 1968 μπορούμε να χρονολογήσουμε τη σοβαρή, πλέον, ενασχόληση του Ανδρέα

με τη σχολή του «νεομαρξισμού» του Σουήζυ και άλλων. Στις ομιλίες του, στα

κείμενά του και σε βιβλία, ο Ανδρέας κάνει συχνές αναφορές στα έργα του

Σουήζυ, και ιδιαίτερα στο γνωστό βιβλίο των εκδοτών του “Monthly Review”,

Μπαράν και Σουήζυ, Monopoly Capital (Μονοπωλιακό κεφάλαιο). Άλλωστε, το βιβλίο

του Ανδρέα Πατερναλιστικός καπιταλισμός τον κατατάσσει καθαρά πλέον στη σχολή

των νεομαρξιστών, όπου ανήκουν οι Σουήζυ και Μπαράν.

Ο Ανδρέας βρίσκει πολλές συγγενείς σκέψεις με τους δύο τελευταίους, αλλά και

με τον φίλο του τον John Galbraith και με τον άλλον νεομαρξιστή και φίλο των

δύο παραπάνω, τον Samir Amin. Ο Γκαλμπρέιθ, σε μια πρόσφατη συζήτηση που είχα

μαζί του στη Βοστώνη (φθινόπωρο του 2003), μου εκμυστηρεύτηκε ότι θεωρεί ότι

είχε μόνο δύο πραγματικούς φίλους στον χώρο της πολιτικής: τον πρόεδρο

Κέννεντυ και τον Ανδρέα Παπανδρέου.

Το 1974. H σχέση του Ανδρέα με τον Σουήζυ παρέμεινε φιλική για πολλά

χρόνια. Στις πρώτες εκλογές μετά την πτώση της χούντας ο Ανδρέας είχε καλέσει

τον Σουήζυ και τον Μάγκτοφ στην Κρήτη για να παρακολουθήσουν την προεκλογική

εκστρατεία, όπου και συζήτησαν εκ βαθέων την όλη κατάσταση. Ο Ανδρέας, μαζί με

τον Σπύρο Δράινας, μέλος του ΠΑΚ στον Καναδά, και τον Αιμίλιο Δημόπουλο, που

είχε ένα μικρό βιβλιοπωλείο στα Εξάρχεια, έστησαν το “Monthly Review”

(“Μηνιαία Επιθεώρηση”) σε ελληνική έκδοση, που βγήκε για αρκετά χρόνια από το

1974 και μετά.

Βοήθησε σημαντικά σε αυτή την προσπάθεια και η γυναίκα του Ανδρέα, η

Μαργαρίτα, η οποία ήταν συνδρομήτρια στο περιοδικό πριν καν γνωρίσει τον

Ανδρέα, ήδη από τη δεκαετία του 1940. Ακόμη και σήμερα, σχεδόν εξήντα χρόνια

ύστερα από την πρώτη έκδοσή του, το “Monthly Review” φτάνει στο σπίτι του

Ανδρέα στο Καστρί. Τον Σουήζυ τον ξανακάλεσε ο Ανδρέας στην Ελλάδα το 1982,

όπου έδωσε και μια σειρά διαλέξεων».