H Ελένη Χατζηαργύρη στον τελευταίο της ρόλο: Μέλανι Κλάιν στο «Κυρία Κλάιν»

που παίχτηκε στο «Θέατρο Εξαρχείων», με την Αννίτα Δεκαβάλλα και τη Χριστίνα Αλεξανιάν

Κηδεύεται σήμερα στις 14.30 στο A’ Νεκροταφείο, με δαπάνη του υπουργείου

Πολιτισμού, η Ελένη Χατζηαργύρη, μία από τις σημαντικότερες πρωταγωνίστριες

του θεάτρου μας, που άφησε το πρωί της Παρασκευής την τελευταία της πνοή.

Ενεργή ώς το τέλος, ακμαιότατη, στη σκηνή ώς την περσινή άνοιξη, διδάσκοντας

θέατρο έως τη φετινή άνοιξη, έτοιμη να επωμιστεί έναν καινούργιο ρόλο στο

καινούργιο θέατρο «Άλμα» της Κατερίνας Μαραγκού, στο έργο του Ντέιβιντ Χέαρ

«Ανάσα ζωής», τίτλο που, όπως ήρθαν τα πράγματα, ακούγεται τραγικά

ειρωνικός… Ντροπαλή ώς το τέλος. Και ώς το τέλος γυναίκα γοητευτική,

ερωτική. Χωρίς να είναι μια μεγάλη ομορφιά, χωρίς να ναρκισσεύεται, χωρίς να

το επιδιώκει – ίσως γι’ αυτό… – εξέπεμπε μια «αύρα» γοητείας.

Στη Χαλκίδα γεννήθηκε, το 1925, η Ελένη Γαρυφαλλίδου, η Λέλα, όπως τη

φώναζαν. Όταν ήταν στα έξι η οικογένεια εγκαταστάθηκε στην Αθήνα. Γείτονάς

τους στην Κυψέλη, ο συγγραφέας Μανώλης Σκουλούδης. Τα σχολεία – 1941,

Κατοχή… – υπολειτουργούσαν τότε. H κ. Σκουλούδη, που της άρεσε η φωνή της –

αυτή η ζεστή, πολύ γυναικεία, μια σταλιά έρρινη φωνή -, την πήρε τη

δεκαεξάχρονη και την πήγε, «για να έχει κάτι να κάνει», στον Κάρολο Κουν. Ο

νέος σκηνοθέτης ετοίμαζε με τους μαθητές του αυτό που θα σημάδευε την ιστορία

του ελληνικού θεάτρου: το «Θέατρο Τέχνης».

Μέσα σε δυο χρόνια είχε γνωρίσει εκεί τον συγγραφέα Κώστα Χατζηαργύρη, εκείνος

την είχε ερωτευθεί, είχαν παντρευτεί, είχε κάνει έναν γιο, τον Ντένη

(Δημοσθένη), και είχε ντεμπουτάρει στο θέατρο – η ντροπαλή και δειλή Λέλα, που

βγήκε στο σανίδι ως Ελένη Χατζηαργύρη και το όνομα αυτό κράτησε παρά το

διαζύγιο που ήρθε σε δυο χρόνια.

Πρώτη εμφάνιση, το 1942, με έναν μικρό ρόλο στο «Σουάνεβιτ» του Στρίντμπεργκ,

δεύτερο έργο του «Θεάτρου Τέχνης» μετά την ιστορική εναρκτήρια «Αγριόπαπια» –

στο «Μουσούρη». Στο τέταρτο της ίδιας σεζόν, το «Ρόσμερσχολμ», ο πρώτος της

πρωταγωνιστικός ρόλος: Ρεβέκκα Βεστ.

Μετά την παίρνει το ποτάμι του θεάτρου. Θα παίξει από τραγωδία έως επιθεώρηση.

Θα «μπαινοβγαίνει» στο «Θέατρο Τέχνης» μέχρι το ’46. Στο μεταξύ και στη

συνέχεια συνεργάζεται με το νεότευκτο Κρατικόν Θέατρον Θεσσαλονίκης

(«Τρισεύγενη», «Βαβυλωνία», «Λουίζα Μίλερ», «Πειρασμός» – θα παίξει Καλλιόπη

πέντε μηνών έγκυος!), με τους θιάσους Κοτοπούλη, Κατερίνας, Βεάκη – Παππά,

Μανωλίδου – Παππά.

Το 1950, η πρώτη είσοδός της στο Εθνικό: Ρεγγίνα στους «Βρικόλακες»,

Μάσα στις ιστορικές «Τρεις αδελφές» του Κουν, που συνεργαζόταν τότε με το

Εθνικό, Ινές στον «Δον Ζουάν» του Θορίγια, Τιτάνια στο «Όνειρο καλοκαιρινής

νύχτας» και πάλι με σκηνοθέτη τον Κάρολο Κουν…

Το 1952 θα επανέλθει στον θίασο Μουσούρη. Το 1954 συγκροτεί τον πρώτο της

θίασο με τον Νίκο Τζόγια. Ακολουθούν συνεργασίες με το θέατρο «Κοτοπούλη»,

τους θιάσους Νίκου Χατζίσκου, Φωτόπουλου, με το Ελληνικό Λαϊκό Θέατρο του

Μάνου Κατράκη.

Συνθιασάρχης με τον Ντίνο Ηλιόπουλο, τον Τίτο Βανδή και τον Ζώρα Τσάπελη, στο

«Αθηναϊκό Θέατρο» του Λιάκου Χριστογιαννόπουλου, στον Θίασο Ρεπερτορίου, το

1961 θα επανέλθει στο Εθνικό και θα μείνει μέχρι το 1982 για να αναδειχθεί σε

μία από τις βασικές του πρωταγωνίστριες: Μαρτίριο στο «Σπίτι της Μπερνάρντα

Άλμπα», Ιώ που της εμπιστεύεται ο Αλέξης Μινωτής στον «Προμηθέα δεσμώτη» – η

πρώτη της Επίδαυρος -, Κρέουσα στον «Ίωνα», Κορυφαία στις «Ικέτιδες» του

Αισχύλου, «Λορεντζάτσιο», «Ταξίδι μακριάς ημέρας μέσα στη νύχτα», Κασσάνδρα

στον «Αγαμέμνονα, «H τρελή του Σαγιό», «Το επάγγελμα της κυρίας Ουόρεν», Άννα

Πετρόβνα στον «Ιβάνωφ», Ματίλντα στο «Ερρίκος Δ’», «Άλκηστις», Βάρια στον

«Βυσσινόκηπο», Ινές ντε Κάστρο στη «Νεκρή βασίλισσα», Αγαύη στις «Βάκχες»,

«Ηλέκτρα» του Ευριπίδη, Δηιάνειρα στις «Τραχίνιες», Ελοντί – Μαρία Αντουανέτα

στο «Ο φούρναρης, η φουρνάρισσα και ο παραγιός», Ηλέκτρα στον «Ορέστη»,

«Θεοφανώ», Ηλέκτρα στην «Ορέστεια» του Τάκη Μουζενίδη, «H πρόβα», Δυσδεμόνα

στον «Οθέλλο», «H ζωή που σου έχω δώσει», Εκάβη στις «Τρωάδες», Ελισάβετ στον

«Δον Κάρλος», Γκούνχιλντ στο «Γιάννης Γαβριήλ Μπόρκμαν», «Μήδεια», Αγνή στη

«Δύσκολη ισορροπία», Γονερίλη στον «Βασιλιά Ληρ», «Ηλέκτρα» του Σοφοκλή στην

έσχατη σκηνοθεσία του Δημήτρη Ροντήρη, Ιοκάστη στις «Φοίνισσες», Ζωή στο

«Αυτοκράτωρ Μιχαήλ», Μάνα στον «Ματωμένο γάμο», Ιοκάστη στον «Οιδίποδα

τύραννο», Λαίδη Μακμπέθ στον «Μακμπέθ», Βασίλισσα Ιωάννα στον «Καρδινάλιο της

Ισπανίας» και… και…

«Ειδική» στο κινηματογραφικό μελό

H Ελένη Χατζηαργύρη έκανε και κινηματογράφο. H πρώτη της ταινία ήταν «H

καταδρομή». Το 1950 έκανε το «Αμάρτησα για το παιδί μου» που είχε τόση

επιτυχία ώστε καθιερώθηκε ως «ειδική» στο μελό: «H Αγνή του λιμανιού»,

«Καταδικασμένη από το παιδί της», «H μοίρα γράφει την ιστορία», «Το μυστικό

της κατηγορουμένης», «Επιστροφή από το μέτωπο», «Έγκλημα στο Κολωνάκι», «Ήρθες

αργά», «Οι αμαρτωλές»…

Το 1999 δοκίμασε και την τηλεόραση – έκανε στο Mega τη σειρά «Περί ανέμων

και υδάτων» που κράτησε τρία χρόνια.

Ήταν και δασκάλα. Στη Δραματική Σχολή Αθηνών του Γιώργου Θεοδοσιάδη και στη

συνέχεια στη Δραματική Σχολή του Εθνικού Θεάτρου όπου δίδασκε, όπως και στη

Δραματική Σχολή του Γιώργου Κιμούλη, μέχρι το τέλος.

Πολύ αγαπητή, απλή, ευγενική, φιλική, διακριτική, με μια κουβέντα καλή για

όλους, με χιούμορ δικό της, η Ελένη Χατζηαργύρη, που είχε χάσει εδώ και πολλά

χρόνια τον δεύτερο σύζυγό της Νίκο Λίβα, αφήνει τον γιο της και την εγγονή της

Σάννυ (Ελένη)

Χατζηαργύρη, την οποία η ίδια μεγάλωσε, ηθοποιό, όμορφο και ταλαντούχο κορίτσι

που η γιαγιά πρόλαβε να το χαρεί στη σκηνή.

Αγαπούσε πολύ και φρόντιζε τους νέους και τους μαθητές της και με την

παρουσία της στην επιτροπή για το Βραβείο Χορν σε νέο ηθοποιό βοήθησε με την

παρουσία της. Από την Πολιτεία είχε τιμηθεί με τον Χρυσό Σταυρό Τιμής, ενώ

ήταν η πρώτη από τους Έλληνες ηθοποιούς που το Πανεπιστήμιο Αθηνών αναγόρευσε

σε επίτιμο διδάκτορα, μόλις στις 17 του περασμένου Μαΐου.

Φινάλε με «Κυρία Κλάιν»

Μετά τον τερματισμό της εικοσάχρονης διαρκούς παρουσίας της στο Εθνικό, η

Ελένη Χατζηαργύρη θα πρωταγωνιστήσει στον θίασο Δημήτρη Χορν (Ελίνα στον

«Αρχιτέκτονα Σόλνες»), στο «Εμπειρικό Θέατρο» του Αλέξη Μινωτή (Άτοσσα στους

«Πέρσες»), με το «Αμφι-Θέατρο» του Σπύρου Ευαγγελάτου (Κλυταιμνήστρα στην

«Ορέστεια», Γερτρούδη στον «Άμλετ»), στον «Αμπιγιέρ», στο θέατρο «Αθηνών»

(«Τρεις ψηλές γυναίκες») για να επιστρέψει στο Εθνικό για τελευταία φορά

(«Άστεγοι», Κυρία Άλβινγκ στους «Βρικόλακες»).

Ο τελευταίος της ρόλος έμελλε να είναι η Μέλανι Κλάιν στο έργο του Νίκολας

Ράιτ «Κυρία Κλάιν» που ανέβασε ο Τάκης Βουτέρης στο «Θέατρο Εξαρχείων» τη

σεζόν 2001 – 2002 και επανέλαβε την επομένη.